Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΒΙΑ ΣΤΟΝ Χ. ΜΑΡΚΟΥΖΕ


«....η ηδονή της καταστροφής είναι ταυτόχρονα μια
δημιουργική ηδονή»
Μ. Μπακούνιν


«Χειμώνας», αλλά τίποτε δεν έχει τελειώσει...

Χειμώνας, κρύο και βροχή αλλα και χειμώνας πολιτικός και
κοινωνικός. Ένας χειμώνας που περιοριζει κάθε συλλογικό
δικαίωμα. Οι «ελεύθεροι-πολιορκημένοι» της πλατείας των
Ιωαννίνων έπεσαν, όχι αμαχητί, αλλα σχετικά μόνοι . Ο
ολοκληρωτισμός του χρήματος και του εμπορεύματος
καταστρέφει την φύση και τον άνθρωπο, δίχως ιδιαίτερη
αντίσταση από τα υποκείμενα που θίγονται.
Μέσα σε αυτή την καταθλιπτική ατμόσφαιρα, τι νόημα εχει
λοιπόν μια εργασία για τον φιλόσοφο της αμφισβήτησης τον
Χέμπερτ Μαρκούζε, για την σχέση βίας και πολιτικής, για
την αρνητική διαλεκτική, για τον Μύθο ή την
πραγματικότητα του Μάη του 68; Απαντάω προκαταβολικά:
Έχει και παραέχει: Ο Χ. Μαρκούζε ήταν ένας από τους
φιλόσοφους που άσκησαν δριμεία κριτική στην κοινωνία της
αφθονίας και του θεάματος,(όπως λέει και Γκυ Ντεμπόρ στο
γνωστό βιβλίο του ), στον κόσμο του εμπορευματικού και
καταναλωτικού ολοκληρωτισμού.



Ένας αναστοχασμός πάνω στους φιλόσοφους της αμφισβήτησης
και της επαναστατικής προοπτικής είναι το αναγκαίο βήμα
για να οδηγηθούμε στην ρίζα των πραγμάτων και των
ζητημάτων. Αυτό φυσικά από μόνο του δεν μας εξασφαλίζει
αντίστροφη του κλίματος αλλα είναι ένα αναγκαίο βήμα. Ας
ξεκινήσουμε λοιπόν το ταξίδι.
Σε αυτή την μικρή εργασία θα ασχοληθούμε με τον φιλόσοφο
Χ. Μαρκούζε με αφορμή μια διάλεξη με τίτλο:«Το πρόβλημα
της βίας και της εναντίωσης», μια διάλεξη που δόθηκε στο
Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Δ. Βερολίνου(την καρδιά της
νεολαιίστικης αμφισβήτησης στην Γερμανία) το 1967. Η
διάλεξη και ο διάλογος που ακολούθησε είναι μεταφρασμένα
και δημοσιευμένα στα ελληνικά στο βιβλίο με συλλογή
κειμένων του φιλόσοφου με τίτλο:«Χ. Μαρκούζε -το τέλος
της ουτοπίας-ύψιλον-1985».
Ιστορικό πλαίσιο της διάλεξης!!!
Βρισκόμαστε λίγο πριν από την παγκόσμια έκρηξη του Μάη
του 68. Και τα πανεπιστήμια «βράζουν» αμφισβητώντας την
τότε υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Στόχος της νεανικής ,κατά
βάση, αμφισβήτησης βρίσκονται οι ΗΠΑ που έχουν
εξαπολύσει ένα ιμπεριαλιστικό πόλεμο ενάντια στο λαό του
Βιετνάμ που ο λαός του παλεύει με το όπλο στο χέρι για
την εθνική ανεξαρτησία και την κοινωνική απελευθέρωση.
Στόχος επίσης ήταν η «κοινωνία της αφθονίας»των δυτικών
μητροπόλεων. Ένα κεφαλαιοκρατικό σύστημα που
εκμεταλλεύεται πολύμορφα τους ανθρώπους. Πρώτα σαν
εργατική δύναμη μέσω κυρίως της εντατικοποίησης της
εργασίας, και ύστερα σαν καταναλωτικές «υπάρξεις» που
αλλοτριώνεται(μαστε)και «θυσιάζονται(μαστε)» στα
εμπορευματικά και καταναλωτικά φετίχ της εποχής.
Την εποχή που δίνει ο Χ. Μαρκούζε την διάλεξη ήταν
επίτιμος καθηγητής στο ελεύθερο πανεπιστήμιο του δυτικού
Βερολίνου. Ένα πανεπιστήμιο που ήταν η καρδιά της
αμφισβήτησης και του επαναστατικού στοχασμού. Η καρδιά
της εξωθεσμικης κοινωνικής αντιπολίτευσης που προχωρούσε
σε ριζοσπαστικότατη κριτική στην μεταπολεμική
δυτικογερμανική πραγματικότητα φτάνοντας στο σημείο να
θεωρεί την μεταπολεμική Δ. Γερμανία ένα καθεστώς που δεν
εχει έρθει σε πλήρη ρήξη με το ναζιστικό παρελθόν του.
Πιόνι στα σχέδια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Δίχως
βέβαια να χαρίζονται στο γραφειοκρατικό «σοσιαλιστικό»
καθεστώς της ανατολικής Γερμανίας. Μια κριτική που μέσα
και από την καταστολή του κράτους θα πάρει τα όπλα, θα
συγκρουστεί μετωπικά με αυτό, καταλήγοντας στα λευκά
κελιά. Ο Χ. Μαρκούζε ενταγμένος από την πλευρά του στο
αμερικάνικο κίνημα της αμφισβήτησης, θα διαπραγματευτεί
στην διάλεξη το ζήτημα της βίας και της εναντίωσης.

Το περιεχόμενο της διάλεξης

Τα βασικά στοιχεία της διάλεξης, μιας πολιτικότατης
διάλεξης είναι τα παρακάτω: Βλέπει την φοιτητική
αντιπολίτευση ως έναν από τους από τους πιο
αποφασιστικούς παράγοντες αλλαγής στο κόσμο. Φυσικά λέει
πως δεν την θεωρεί σαν άμεσα επαναστατική δύναμη, όπως
τον «...έχουν κατηγορήσει...» αλλα σαν προζύμι
επαναστατικών εξελίξεων. «Η φοιτητική αντιπολίτευση στις
ΗΠΑ αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης αντιπολίτευσης που
ονομάζεται νέα αριστερά[με σημαντικότατες
διαφοροποιήσεις με την παλαιά]...Πρώτα, πρώτα αυτή δεν
είναι, εκτός από εξαιρέσεις, ορθόδοξη μαρξιστική ή
σοσιαλιστική....Επίσης δεν στηρίζεται στην εργατική τάξη
ως επαναστατική τάξη.....Απαρτίζεται από διανοούμενους ,
από ομάδες που ανήκουν στην «κίνηση για τα πολιτικά
δικαιώματα»... νέους, ριζοσπάστες νέους ..τους
λεγόμενους χίπις...» Ο Χ. Μαρκούζε θεωρεί αυτό το
κινημα:« ...[ότι] αντανακλά πιστά την αυταρχική-
δημοκρατία κοινωνία της απόδοσης, την «μονοδιάστατη
κοινωνία»..που κύριο χαρακτηριστικό της είναι η
ενσωμάτωση της εργατικής τάξης..[πάνω] ..στην βάση
ικανοποίησης των αναγκών που αναπαράγουν τον καπιταλισμό
και τα μονοπώλια» .
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες της όψιμης καπιταλιστικής
καταναλωτικής κοινωνίας η αντίθεση σε αυτό το σύστημα,
σύμφωνα με τον φιλόσοφο , συγκεντρώνεται σε δυο πόλους
τους «....outsiders, τα γκέτο που ο μοντέρνος
καπιταλισμός δεν ικανοποιεί τις ανάγκες τους και σ΄
εκείνους τους προνομιούχους των οποίων η συνείδηση και
τα ένστικτα εξεγείρονται εναντίον του προσανατολισμού
που επιβάλει η κοινωνία .Μιλάω για κείνα τα κοινωνικά
στρώματα που, χάρη στην θέση τους ή στην παιδεία τους
έχουν την δυνατότητα να καταλάβουν τα γεγονότα και να
αντιληφθούν τις αλληλοσυσχετίσεις τους .Έχουν γνώση και
συνείδηση της αντίφασης της εγγενούς στην «κοινωνία της
αφθονίας» και του τιμήματος που πληρώνουν τα θύματα
της.» . Στην συνέχεια εισάγει ένα προβληματισμό εάν
πρέπει να δούμε τους outsiders, το λούμπεν προλεταριάτο
ως ένα νέο προλεταριάτο καθώς « Σε παγκόσμια όμως
κλίμακα οι υποπρονομιουχοί, στους οποίους πέφτει το
βάρος του συστήματος, αποτελούν πραγματικά την βάση στην
οποία θα μπορούσε να στηριχτεί ένας
εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας ενάντια της
νεοαποικιοκρατίας στον τρίτο κόσμο και ενάντια της
αποικιοκρατίας στις ΗΠΑ...» . Στόχος της αμφισβήτησης
είναι: «το σύστημα όπου η πώληση και η αγορά αποτελούν
την ουσία και τον ορίζοντα της ζωής...εναντίον του
υποκριτικού μοραλισμού του συστήματος και των άξιων του,
ενάντια της χρησιμοποίησης της τρομοκρατίας έξω από την
μητρόπολη[Βιετνάμ]....[μια] εναντίωση [όμως]που
προσκρούει στην αντίσταση της πλειοψηφίας του πληθυσμού,
συμπεριλαμβανομένης και της εργατικής τάξης..» . Ενώ
στην ΗΠΑ δε «η φοιτητική εναντίωση ζητά πριν απ΄όλα μια
αναμόρφωση των προγραμμάτων που θα επιτρέψει στα κριτικά
στοιχειά της να εκφραστούν μέσα στο επιστημονικό πλαίσιο
κι όχι με την μορφή της προπαγάνδας και της ανατροπής...
Σ΄αυτά τα «ελεύθερα πανεπιστήμια» παρακολουθεί κανείς
μαθήματα ..πάνω σε θέματα που δεν έχουν προβλεφτεί ή που
έχουν προβλεφτεί ανεπαρκώς στα επίσημα προγράμματα: π.χ
μαρξισμό , την ψυχανάλυση , τον ιμπεριαλισμό , την
εξωτερική πολιτική..» . Ή εναντίωση σαν τρόπο ζωής
έκφρασης και πολύμορφης απελευθέρωσης.
Ο Χ. Μαρκούζε επιθυμεί όπως λέει να μείνει αυτή η
εναντίωση, στα νόμιμα πλαίσια, καθώς είμαστε σε μια φάση
άμυνας, αλλα:«...επειδή οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας είναι
ανυπεράσπιστες μπροστά στην θεσμοποιημένη βία...φαίνεται
αναπόφευκτη η αναγκαιότητα της σύγκρουσης με την
θεσμοποιημένη βία, εάν δεν θέλουμε να μεταβληθεί η
εναντίωση μας σε αθώα τελετή που μας χαρίζει καλή
συνείδηση και που ζητά από απόσταση την επιβίωση των
δικαιωμάτων και των ελευθέριων μέσα στην υπάρχουσα
κοινωνία...η εναντίωση βρίσκεται λοιπόν μπροστά σε δυο
εναλλακτικές λύσεις: ή πρέπει να γίνει ένα κίνημα
τελετουργικό και συμβολικό ή να πάρει το μέρος της
αντίστασης Δηλαδη της πολιτικής ανυπάκουης.» .
Ανάμεσα στις δυο επιλογές ο φιλόσοφος, όπως και η
πλειοψηφία του κινήματος του Μάη του 68 επέλεξαν τον
δρόμο της ανυπάκουης και της ενεργητικής αντίστασης. «το
καθήκον της αντίστασης θεωρείται κινητήρας της ιστορικής
ανάπτυξης της ελευθερίας , ενώ το καθήκον και το
δικαίωμα της πολιτικής ανυπάκουης ασκείται ως δυνητικά
νόμιμη και απελευθερωτική δύναμη...Επομένως υπάρχει μια
βία της υπεράσπιση της ζωής[ μια απελευθερωτική βία- (ο
Μπένγιαμιν) θα μιλήσει για θεϊκή βία] και μια βία της
επιθετικότητας[βία καταστολής-( ο Μπένγιαμιν πάλι θα
μιλήσει για μια μυθική βία]. [μέσα σε αυτά τα πλαίσια]
…Η σύγκρουση αυτή σημαίνει επίσης ότι το κήρυγμα υπέρ
της μη-βίας διαιωνίζει την θεσμοποιημένη βία της
υπάρχουσας τάξης πραγμάτων..» . Παίζοντας το παιχνίδι
της ενσωματωμένης κριτικής στο σύστημα Της αριστερής
πτέρυγας του συστήματος.
Ο Χ. Μαρκούζε γνωρίζει καλά πως αυτός ο διαχωρισμός
ανάμεσα στις δυο μορφές βίας (ένας όχι και τόσο
ξεκάθαρος πάντα διαχωρισμός) δεν φτάνει καθώς απέναντι
στην θεσμοποιημένη βία μιας κυρίαρχης τάξης πραγμάτων
που απλώνει τα πλοκάμια του σ΄ ολόκληρο το κοινωνικο
σώμα μπορεί να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά μια
καινούργια καθολικότητα, μια ενεργή καθολικότητα όπως
θα΄λεγε και Χέγκελ, δάσκαλος κατά κάποιον τρόπο του
Μαρκούζε. Στο βαθμό που «..δεν καταφέρνει η εναντίωση να
αναπτύξει την αναγκαία για νέα καθολικοποίηση κοινωνική
δύναμη το πρόβλημα της βίας μένει πρόβλημα τακτικής..» .
Πρόκειται για ένα προβληματισμό που κατάτρωει έως τις
μέρες μας τα επαναστατικά κινήματα ή αυτά που θεωρούν
τον εαυτό τους επαναστατικό. Και τελικά ήταν η κυριότερη
αιτία της ιστορικής αποτυχίας των έως τώρα ανατρεπτικών
κινημάτων. Και ειδικότερα αυτού που ονομάσθηκε ιστορικός
κομμουνισμός του 20ου αιώνα.
Τέλος η πολιτική του σκέψη προσανατολίζεται σε μια
συνάντηση αυτών των σκορπιών ανατρεπτικών ρευμάτων από
τα γκέτο των μητροπολιτών έως τους ένοπλους ξυπόλυτους
του τρίτου κόσμου. Καλώντας στο τέλος σε μια καθολική
αφύπνιση και στράτευση. Θεωρώντας πως «..Αν μείνουμε
δεμένοι στο σύστημα δεν θα τα καταφέρουμε ποτέ»


Η φιλοσοφική βάση

Αν και όλα τα παραπάνω ακούγονται παράκαιρα στην
μετα-μοντέρνα εποχή μας που όλα επιτρέπονται, αλλα μόνο
όσοι έχουν μαχαίρι τρώνε ψωμί. Ο υπερπολιτικός λόγος του
Χ. Μαρκούζε εξακολουθεί να εχει μεγάλη βάση αλήθειας.
Για αυτό το λόγο στην παρούσα εργασία στην συνέχεια θα
τολμήσουμε μια φιλοσοφική διερεύνηση όσων λέει ο
Μαρκούζε στο κατά κύριο λόγο πολιτικό κείμενο που
παραπάνω παρουσιάσαμε.
Σε μια ομιλία του σε ένα συνέδριο για τον Χέγκελ στην
Πράγα το 1966 με τίτλο:« Για την έννοια της άρνησης στην
διαλεκτική- το κείμενο βρίσκεται στο συλλογικό βιβλίο-
Διαλεκτική- Επίκουρος-1971"ο συγγραφέας κάνοντας μια
κριτική στον «επιστημονισμό» του Λ. Αλτουσέρ θεωρεί
ότι:«...ο κομφορμιστικός χαρακτήρας δεν είναι συμμόρφωση
του Χέγκελ σε εξωτερικές συνθήκες , αλλα υπάρχει στην
έννοια της ίδιας της διαλεκτικής[χεγκελιανής] στην όποια
τελικά επιβάλλεται η θετικότητα του λόγου της
προόδου...» . Για αυτό και θα πρέπει «..η υλιστική
διαλεκτική [να] καταστρέψει την ιδέα της προόδου,
σύμφωνα με την οποία το μέλλον είναι ήδη ριζωμένο στο
εσωτερικό του υπάρχοντος... όσο η μαρξιστική διαλεκτική
δεν υπογραμμίζει ριζοσπαστικά την έννοια της μετάβασης
σε μια νέα ιστορική βαθμίδα, δηλαδή την μεταστροφή , τη
ρήξη με το παρελθόν και το υπάρχον...Αυτό δεν καμία
αφηρημένη απαίτηση αλλά ένα πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα
σε σχέση με το ερώτημα αν και κατά πόσο η δυτική όψιμη
βαθμίδα της βιομηχανικής κοινωνίας μπορεί να χρησιμεύσει
σα μοντέλο για την ίδρυση μιας νέας κοινωνίας
τουλάχιστον σε αυτό που αφορά την τεχνική ανάπτυξη των
παραγωγικών δυνάμεων..» .
Με αυτό ο φιλόσοφος μας εισάγει σε μια μαρκούζια εκδοχή
της χεγκελιανής έννοιας της «άρνηση της άρνησης», όχι σε
μια αφηρημένη φιλοσοφική βάση αλλα στα πλαίσια του
όψιμου υπεραναπτυγμενου καπιταλισμού. Τούτο σημαίνει με
τα λόγια του ίδιου του Χ. Μαρκούζε στο βιβλίο του ΛΟΓΟΣ
ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ:«Η ύψιστη ανάπτυξη των παραγωγικών
δυνάμεων συμπίπτει με την καταπίεση και την αθλιότητα σε
πλήρη έξαρση. Οι κοινωνικές σχέσεις που τίθενται από τον
ίδιο τον άνθρωπο αρνούνται την πραγματική δυνατότητα της
γενικής ευτυχίας, Η άρνηση της κοινωνίας και ο
μετασχηματισμός της γίνονται η μοναδική προοπτική
απελευθέρωσης» .Αντιμετωπίζοντας την ταξική
(καπιταλιστική) κοινωνία ως αρνητική ολότητα, ο Marcuse
υποστηρίζει ότι η μετάβαση στη θετική εκδοχή της
πραγματικότητας μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της
αυτόνομης απελευθερωτικής δραστηριότητας των ανθρώπων» .

Στο βιβλίο: HERBERT MARCUSE: Κριτική, Ουτοπία,
Απελευθέρωση- ΣΤΑΧΥ-1999 ο Αλέξανδρος Χρύσης στο κείμενο
του «ελευθερία και αναγκαιότητα» γράφει πως:«
Εμπνεόμενος ιδιαίτερα από τα Οικονομικά και Φιλοσοφικά
Χειρόγραφα του 1844, του Karl Marx, και ανοίγοντας πλέον
τον προβληματισμό του πέρα από τα όρια της Χεγκελιανής
προσέγγισης της ελευθερίας, ο Marcuse επιχειρηματολογεί
ως εξής:..Η ύπαρξη του προλεταριάτου αντιφάσκει προς την
υποτιθέμενη πραγματικότητα του λόγου, διότι θέτει
ενώπιόν μας μια ολόκληρη τάξη που αποδεικνύει την ίδια
την άρνηση του λόγου. Ο κλήρος που έλαχε στο
προλεταριάτο δεν είναι η πραγματοποίηση των ανθρώπινων
δυνατοτήτων, αλλά το αντίστροφο. Αν η ιδιοκτησία συνιστά
το πρώτο κληροδότημα του ελεύθερου προσώπου, ο
προλετάριος δεν είναι ούτε ελεύθερος ούτε πρόσωπο, διότι
δεν κατέχει ιδιοκτησία. Αν οι διεργασίες του απόλυτου
πνεύματος, της τέχνης, της θρησκείας και της φιλοσοφίας
συνιστούν την ουσία του ανθρώπου, ο προλετάριος έχει για
πάντα αποκοπεί από την ουσία του, διότι η ύπαρξή του δεν
του αφήνει χρόνο να παραδοθεί σ' αυτές τις
δραστηριότητες...Μ' αυτή την έννοια, η ελευθερία στον
καπιταλισμό συνιστά τη φαινομενική μορφή μιας ουσιώδους
ανελευθερίας ενώ, αντίθετα, η ελευθερία μπορεί να
πραγματωθεί μόνο στα πλαίσια της αυθεντικής
καθολικότητας» , έξω και πέρα από το σιδερένιο κλουβί
της καπιταλιστικής μεγαλόμηχανης. Ή καλύτερα
καταστρέφοντας την καπιταλιστική μεγαλομηχανής.
Συνεχίζοντας ο Αλέξανδρος Χρύσης στο ίδιο κείμενο
γράφει: «..Η Μεγάλη αρνηση όχι μόνο δεν είναι άρνηση της
Ιστορίας, καταβύθιση στο χώρο του αφηρημένου, αλλά
αποτελεί, όπως σημειώθηκε ήδη, απόφαση των «πραγματικών
δραστήριων ανθρώπων» να απελευθερωθούν από τα ταξικά
δεσμά της ύπαρξής τους, προκειμένου να διαμορφώσουν την
Ιστορία τους υπό νέους όρους. Πρόκειται, ουσιαστικά, για
την απόφαση του επαναστατικού υποκειμένου να
ανταποκριθεί θετικά στο κάλεσμα, στην αντικειμενική
δυνατότητα που του προσφέρει η ανάπτυξη των παραγωγικών
δυνάμεων της αστικής κοινωνίας να σπάσει το φαύλο κύκλο
της ταξικής αλλοτρίωσης και να πορευτεί στο δρόμο της
αυθεντικότητας-Η επιστροφή του ανθρώπου στην ανθρώπινη
ουσία του, σύμφωνα με το συγγραφέα του Λόγος και
Επανάσταση, δεν μπορεί να υπάρξει σε οποιοδήποτε χώρο
και χρόνο, παρά μόνο όταν η Διαλεκτική της ταξικής
κοινωνίας έχει αναδείξει πλέον ως ιστορικά συγκεκριμένο
το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Η ρήξη του
επαναστατημένου ανθρώπου προς τον κόσμο του «εαυτού των
πολλών», προκειμένου να αποκαταστήσει την «αυθεντική
εαυτότητά» του -για να χρησιμοποιήσουμε σκόπιμα
ορισμένους όρους της χαϊντεγκεριανής οντολογίας δεν
μπορεί να συντελεστεί «ανά πάσα στιγμή» ούτε «κατά
μονάς», Η ωρίμανση, εξάλλου, των ιστορικά συγκεκριμένων
όρων μιας τέτοιας ρήξης, σύμφωνα με τον Marcuse,
προϋποθέτει και την ενεργοποίηση αυτού που ο ίδιος
ονόμασε «ενστικτική βάση για την ελευθερία», τη
δραστηριοποίηση, δηλαδή, ενός βιολογικού, με την ευρεία
έννοια του όρου, πυρήνα της ανθρώπινης φύσης, τη
λειτουργία του οποίου συστηματικά καταστέλλει ή εκτρέπει
η ταξική κοινωνία., Μ' αυτή την έννοια, και σύμφωνα
πάντα με τη μαρκουζιανή αντίληψη, η «φυσική ροπή του
ατόμου προς την ελευθερία» μπορεί να ανακτήσει τη
δυναμική της μόνο στα πλαίσια ενός καταφατικού υλισμού,
τη «στιγμή», δηλαδή, που ο άνθρωπος αρχίζει να κινείται
στις ατραπούς μιας ιστορικής αυθεντικότητας...Η
μαρκουζιανή προσέγγιση του κομμουνισμού ως κοινωνικού
σχηματισμού και τρόπου ζωής, στα πλαίσια του οποίου
ανακτάται, επιτέλους, η χαμένη μέσα στους αιώνες της
ταξικής προϊστορίας παιγνιώδης και χαρούμενη διάθεση για
ζωή προσέγγιση ανάγλυφα διατυπωμένη στο λόγος και
Επανάσταση, όπως και στα Xειρόγραφα του Marx- δεν οδηγεί
μοιραία στο συμπέρασμα ότι για τον Herbert Marcuse το
κομμουνιστικό άτομο κατακτά «άπαξ διά παντός» την
αυθεντικότητά του, την επαναφορά στην ουσία του, Η
υπέρβαση της τοξικότητας ως ορίζουσας διάστασης της
ανθρώπινης ύπαρξης δεν ισοδυναμεί με οριστική και
ολοκληρωμένη απάντηση του βαθύτερα οντολογικού
προβλήματος της ανθρώπινης ελευθερίας, Η αγωνία του
ανθρώπου που συνειδητοποιεί την ιστορικότητά του, με την
έννοια του χρονικά πεπερασμένου της ύπαρξής του, η αέναη
πάλη του Έρωτα και του Θανάτου, η βιομέριμνα και η
ανθρωπομέριμνα -για να δανειστώ και πάλι, όχι τυχαία,
δυο όρους της χαϊντεγκεριανής οντολογίας- δεν
ακυρώνονται στο πεδίο ούτε, πολύ περισσότερο, στην
προοπτική του κομμουνισμού. Το τραγικό στοιχείο της
ανεστιότητας ως συνιστώσας της ανθρώπινης ύπαρξης, το
αρχέγονο υπαρξιακό δίλημμα«Ερημιά ή αρνηση», που
ανιχνεύσαμε πίσω από τις πρώτες γραμμές του λόγος και
Επανάσταση, δεν εξουδετερώνεται αλλά επανατίθεται με
νέους όρους στη μαρκουζιανή φιλοσοφία της
απελευθέρωσης..» . Με αλλα λόγια έχουμε να κάνουμε με
μια «υπαρξίστικη» βουλησιαρχία που αρνείται με όλες τους
τις δυνάμεις αυτό τον άκαρδο κόσμο. Ζώντας την
απελευθερωτική διαδικασία«εδώ και τώρα». Δίχως και πάλι
να εχει την βεβαιότητα ότι όλα θα βαδίζουν προς ένα
αίσιο τέλος, προς ένα happy and. Aλλά πως όλα τα
πράγματα και οι σχέσεις κάθε στιγμή είναι ζήτημα
διακύδευσης . Το πνεύμα του Μάη σε όλο του το μεγαλείο.
Η επαναστατική βία για το Μαρκούζε αλλα και για τους
περισσότερους του Μάη του 68 δεν είναι αυτοσκοπός αλλα
μέσο για να βιώσουν άμεσα την απελευθερωτική διαδικασία.
Δίχως να περιμένουν τις αντικειμενικές καταστάσεις να
δώσουν διέξοδο. Για το Μαρκούζε η όψιμη ανταγωνιστική
κοινωνία συνενώνεται σε μια τεράστια καταπιεστική
ολότητα που πνίγει το ένστικτο της ζωής του ανθρώπου. Με
αποτέλεσμα ο τόπος της αρνητικής διαλεκτικής να
«...πηγάζει έξω απ΄ αυτήν την καταπιεστική ολότητα από
δυνάμεις και κινήσεις που δεν έχουν δεσμευτεί από την
επιθετική και καταπιεστική παραγωγικότητα της λεγόμενης
«κοινωνίας της αφθονίας» ή που έχουν ήδη
απελευθερωθεί...Και σε αυτή την δυνατότητα αντιστοιχεί η
δύναμη της άρνησης μέσα στην «κοινωνία της αφθονίας» που
επαναστατεί σαν όλο» . Μια αρνητική διαλεκτική που
προσεγγίζει δίχως να ταυτίζεται με την μαοϊκή διαλεκτική
στην οποία αντίθετα με την χεγκελιανή διαλεκτική (στην
χεγκελιανή διαλεκτική η άρνηση της άρνησης οδηγεί στην
κατάφαση) στην Μαοϊκή διαλεκτική δεν υπάρχει κατάφαση
αλλα τα αντίθετα παραμένουν ανειρήνευτα -«τα δυο δεν
γίνονται ένα». Όπως γράφει και ο έλληνας στοχαστής και
ιστορικός Νίκος Ψυρούκης: Η επαναστατική τάση σε εποχές
επαναστατικές παραμένει διαχωρισμένη από την
αντεπαναστατική τάση, το αντίθετο γίνεται σε εποχές
αντεπαναστατικές .
Εν τέλει οι νέες επαναστατικές δυνάμεις που θα
κατακτήσουν το «βασίλειο της ελευθερίας» έπρεπε και
πρέπει να ανακαλυφθούν έξω από τα πλαίσια της κοινωνίας
των «μονοδιάστατων ανθρώπων» σε όλο τον κόσμο και σε όλα
τα επίπεδα του «κοινωνικού είναι»

Αντί επιλόγου: η "άρνηση της άρνησης", σήμερα

Η πλειοψηφία της κριτικής των όπλων και λόγων του
κινήματος του Μαη '68 προσανατολίσθηκε στο επίπεδο του
εποικοδομήματος και της αναπαραγωγής- π.χ κριτική της
υπερκατανάλωσης, πλην μερικών σημαντικών εξαιρέσεων όπως
το ιταλικό θερμό '69, με τις καταλήψεις των εργοστάσιων,
και κόκκινο και αυτόνομο '77 που η κριτική των λόγων και
των όπλων προσανατολίσθηκε στο πεδίο της παραγωγής και
της εργασίας.
Σήμερα τα ζητήματα σε παγκόσμια κλίμακα έχουν
ξαναεπιστρέψει στο επίπεδο της εργασίας και της
παραγωγής με τρόπο όμως καινοτόμο αλλα ακόμη πιο
βάρβαρο. Σήμερα κάθε πεδίο του «κοινωνικού είναι», είναι
πεδίο συνδυασμού παραγωγής και κατανάλωσης, υλικών και
αϋλων εμπορευμάτων και συμπεριφορών.
Η παραδοσιακή εργατική τάξη, και ιδιαίτερα η βιομηχανική
εργατική τάξη χάνεται αλλα ταυτόχρονα οι εργασιακές
συμπεριφορές και πεδία πολλαπλασιάζονται με τρόπο
ευφάνταστο. Πολλαπλασιάζοντας με αυτό τον τρόπο τα
επίπεδα εκμετάλλευσης της παραγωγής και της αναπαραγωγής
της εργατικής δύναμης αλλα αντικειμενικά
πολλαπλασιάζονται και τα επίπεδα αντίστασης και ρήξης .
Νομίζω ότι σε αυτό το πολύμορφο και πολυδιάστατο σύμπαν,
όπου ο εχθρός εχει χαθεί αλλα είναι παντού, η
χεγκελιανής εμπνεύσεως αρνητική διαλεκτική, που
αποπειράται να καταστρέψει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων,
με ανοικτό το στοίχημα τι θα δημιουργήσει, δεν οικοδομεί
από μόνη της, μια προοπτική που θα ενοποιήσει το πλήθος
των κοινωνικά αποκλεισμένων. Που θα ενοποιεί τα πολλαπλά
επίπεδα αντίστασης και ρήξης
Εξάλλου ας μην ξεχνάμε πως η κοινωνική και εργασιακή
ανασφάλεια, ο πολύμορφος φόβος, που έντεχνα πλασάρει η
εξουσία, ο ατομικισμός και η μοναξιά, δεν διαμορφώνουν
κλίμα , έτσι ώστε η κριτική των όπλων να συνδυαστεί
χειραφετικά με το όπλο της κριτικής. Απεναντίας έγιναν
και γίνονται υποχείρια των πάσης φύσεως παιχνιδιών της
εξουσίας. Αλλα ούτε η κριτική των λόγων εχει τρόπους να
εκφραστεί , ο ολοκληρωτικός έλεγχος της πληροφορίας από
τα δίκτυα των ΜΜΕ δεν αφήνει περιθώρια οι ανατρεπτικές
ιδέες θα κοινοποιηθούν και να επιδράσουν στα μεγάλα
πλήθη των πολιτών-καταναλωτών.
Την ίδια στιγμή δεν μπορούμε να ξεχνάμε πως ύστερα από
το 1989 και την διάλυση των εξίσου γραφειοκρατικών
«σοσιαλιστικών» καθεστώτων η ουτοπία και ο στοχασμός
ενός καλύτερου κόσμου δεν εχει ακόμη «αποποινικοποιηθεί»
στα μάτια εκατομμυρίων «outsiders». Για αυτό και οι
«κολασμένοι» της «ανατολής» στρατεύονται στα οράματα των
«μουτζαχεντίν» του Κορανίου.
Αλλά καμία απαισιοδοξία δεν πρέπει να μας κυριεύει, ο
καταραμένος Μ. Μπακούνιν με την γλώσσα του Χέγκελ στο
καιρό του ο έγραφε :«....όχι κύριοι, το επαναστατικό
πνεύμα δεν νικήθηκε. Η πρώτη του εμφάνιση συντάραξε
ολόκληρο τον κόσμο συθέμελα, αλλα μετά αναδιπλώθηκε
μονάχα στον εαυτό του , κλείστηκε μονάχα στον εαυτό του
ώστε σύντομα,, ξανά, να εμφανισθεί σαν η καταφατική και
δημιουργική αρχή, και σκάβει τώρα κάτω από την γη σαν
ένας τυφλοπόντικας σύμφωνα με την έκφραση του Χέγκελ» .
Αυτό όμως κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις!!! Οι
κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, αυτού του χώρου που
ιστορικά ονομάσθηκε αριστερά, καλό είναι να
πειραματιστούνε ένα διαφορετικό δρόμο αντίστασης ρήξης
και ανυπακοής. Ένα διαφορετικό δρόμο έκφρασης της
«άρνηση της άρνησης».
Ενοποιώντας σε κοινά πλαίσια, την πολύμορφη βουή του
πλήθους. Παίζοντας με τις πολλαπλάσιες συμπεριφορές που
γεννιούνται από πολλα επίπεδα εκμετάλλευσης. Παράγοντας
αγωνιστικές συμπεριφορές που ενοποιούν τους μοναχικούς
δρόμους μας. Ανακαλύπτοντας από τον πλούτο της
φιλοσοφίας και γιατί όχι της θρησκείας ριζοσπαστικά
μοτίβα που το «κοινό» υπέρβαινε διαλεκτικά το
«ιδιωτικό». Μπροστά στην βία της εξουσίας ας
ξεδιπλώσουμε την αντιβία της αγάπης προς τον άνθρωπο,
την κοινότητα , την αδελφότητα , την ισότητα και την
ελευθέρια.
Ας ξαναεμπιστευτούμε τα λόγια του καταραμένου
Μ.Μπακούνιν: «Πρέπει να κερδίσουμε τον χαμένο καιρό,
πρέπει να αναθεωρήσουμε την μεταφυσική μας αλαζονεία που
δεν φέρνει στον κόσμο καμία ζεστασιά, πρέπει να μάθουμε
να δουλεύουμε μέρα-νύκτα για να καταφέρουμε να ζήσουμε
μαζί με τους ανθρώπους σαν άνθρωποι, να γίνουμε
ελεύθεροι και να κάνουμε και τους άλλους ελεύθερους,
πρέπει.. επιμένω πάντα σε αυτό το σημείο ... να
κυριεύσουμε την εποχή με τις ιδέες μας. Ο ρόλος του
στοχαστή και του ποιητή είναι να προσβλέπει στο μέλλον
και να οικοδομήσει ένα καινούργιο κόσμο ελευθερίας και
ομορφιάς μέσα σ' αυτό το χάος της παρακμής και της
σαπίλας που μας περιβάλει»
Με αλλα λόγια αν είναι να καταστρέψουμε το παλαιό κόσμο
, καλύτερο είναι πρώτα να αποπειραθούμε να οικοδομήσουμε
ένα δικό μας καλύτερο κόσμο που θα πάρει την θέση του
παλαιού κουρασμένου κόσμου. Ιστορικά η αστική τάξη πρώτα
διαμόρφωσε ένα κοσμοείδωλο, στην συνέχεια απέκτησε την
οικονομική, φιλοσοφική και πολιτισμική ηγεμονία και στο
τέλος μετά από αιώνες διαλεκτικής διαπάλης, καρπώθηκε
και την πολιτική εξουσία. Η εργατική τάξη και οι
καταπιεσμένοι αντίθετα δεν έχουν διαμορφώσει ένα
ανταγωνιστικό σύμπαν. Η ιστορική τους κίνηση έως τα τώρα
μοιάζει πιο πολύ με την ιστορία των δούλων, που οι
εξεγέρσεις τους έβαλαν σε κρίση το δουλοκτητικό σύστημα
αλλα δεν διαμόρφωσαν ένα ανώτερο πολιτισμό και σύστημα ,
με αποτέλεσμα η κρίση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι
βαρβαρικές επιδρομές να μας οδηγήσουν στο μεσαίωνα.
Οπότε εάν θέλουμε να αποφύγουμε ένα νέο μεσαίωνα που δεν
θα είναι βέβαιο πως θα γεννήσει με την σειρά του μια
αναγέννηση, αναγκαίο είναι οικοδομήσουμε σαν ενεργά
υποκείμενα ένα ανταγωνιστικό σύμπαν με το καπιταλιστικό
κοσμοείδωλο.
Ο Χ. Μαρκούζε και σε αυτό έχει να μας πει πολλά: Το να
ζεις αυθεντικά και ανθρώπινα περνάει μόνο μέσα από την
ηγεμονία του ενστίκτου του ζωής και του έρωτα πάνω στο
ένστικτο του θανάτου. Το να ζεις σύμφωνα με το ένστικτο
της ζωής και του έρωτα είναι από μόνο του ένα σημαντικό
στοιχείο που διαμορφώνει ένα διαφορετικό απελευθερωτικό
πολιτισμό, μια κοινότητα «αγάπης», αν θέλουμε να
θυμηθούμε τους πρώτους χριστιανούς. Ένα πρότυπο, μια
στάση ζωής που χειραφετεί τα σώματα και τις ψυχές μας ,
βοηθώντας τις δυνατότητες μας να πραγματωθούν καθολικά.
Αυτό δεν απορρίπτει την αναγκαιότητα στην προσφυγή στην
μαζική επαναστατική βία. Απέναντι σε ένα κολοσύστημα που
καταλαβαίνει μόνο από την βία , αυτή να είναι αναγκαία
μόνο όταν και όπου χρειάζεται. Το μεγάλο όπλο μας δεν
θα΄ναι η επαναστατική βία αλλά η θέληση μας για την
οικοδόμηση μιας διαφορετικής ζωής. Εκεί θα κριθεί μια
νέα αριστερά.

15/12/2005
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΡΓΥΡΟΣ

Σχόλια

  1. Διάβασα αυτό το εξαιρετικό, όντως εξαιρετικό, κείμενο και αισθάνθηκα υποχρεωμένος να συγχαρώ τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις