Ποιός ήταν ο Σταύρος Τορνές ;
Αυτός ο άνθρωπος πέθανε. Οι καλλιτέχνες πεθαίνουν επίσης ακόμα και οι πιο μεγάλοι. Και ο Σταύρος Τορνές - είναι το όνομα αυτού του άνθρώπου, τον βλέπουμε εδώ στην ταινία του το 1982, (ΜΠΑΛΑΜΟΣ) ζωντανό, ακόμα περισσότερο αλλόφρονα από τρελό άλογο με το οποίο αντιπαραβάλλεται, αυτός εδώ ο άνθρωπος πέθανε.
Κάθε θάνατος είναι ένα σκάνδαλο, αλλά ο δικός του είναι απαράδεκτος. Ο Σταύρος Τορνές δεν είxε δικαίωμα να πεθάνει. Το επέτρεψε στον εαυτό του. Eίxε χωρίς αμφιβολία τους λόγους του, αλλά θα έπρεπε να μείνει αιώνιος.
Το πιο αστείο είναι ότι θα μπορούσε. Ο Σταύρος Τορνές ήταν Κινηματογραφιστής.
Μιά λέξη που σήμερα ακούγεται σα βρισιά, σαν βλασφήμια. Συνήθως χρησιμεύει για να xαρακτηρίζει τούς κιβδηλοποιούς. Η εποχή ανήκει οριστικά στην τηλεόραση (τόσο το καλύτερο) κι αυτό δημιουργεί Μια κατάσταση ώστε την έννοια του κινηματογράφου την έχουν σφετεριστεί οι κατασκευαστές των βίντεο-φίλμς, των οποιονδήποτε φίλμς.
Aυτός ήταν κινηματογραφιστής. Δεν ήταν παρά αυτό Ποιητής, φιλόσοφος, προφήτης.
Αλλά ποιητής στον κινηματογράφο, προφήτης εικόνων / μηνυμάτων για τον πλανήτη.
Ηταν ο μεγαλύτερος των σnμερινών κινnματογραφιστών. Πέθανε μέσα στην ανωνυμία πoυ είχε διαλέξει με τη συνείδηση πως είναι ένα ζώο προς εξαφάνιση, ο επιζών μίας τελειωμένης εποχής όπου οι λέξεις τέχνη και σινεμά, καλλιτέχνης και κινηματογραφιστής δεν ήταν ακόμη xυδαίες λέξεις.
Ηταν νέος. 56 χρονών για έναν κινηματογραφιστή, είναι ή παιδική ηλικία, άλλά το να είσαι ο πιο μεγάλος κι ο πιο άγνωστος, φθείρει. Φθείρει γρήγορα και δυνατά ακόμα κι όταν έχεις διαλέξει να παραμείνεις άγνωστος για να μπορείς να συνεχίσεις να κάνεις σινεμά.
Σε κάθε δευτερόλεπτο ο Σταύρος Τορνές γερνούσε μιά ώρα. Φθαρμένος από την αγωνιά του κινηματογράφου, πέθαινε από την επιθυμία - αγάπης - να τον αναστήσει, έστω με το τίμημα της ίδιας του της καταστροφής.
Να δώσει ζωή στη γυναίκα κινηματογράφο και να πεθάνει.
Φθείροντας το σώμα του τρεφόμενος με οτιδήποτε - μια ηθική τού φτωχού. Χωρίς ασκητισμούς ή άλλες ηλιθιότητες. Χωρίς άλλοθι. Χωρίς δίχτυ.
Απελαυμένος, περιθωριακός, σύντροφος δρόμου όλων των «σκουάτερ» της μεταβιομηχανικής κοινωνίας, όλων των αλητών τού αστικού ντελίριου, φίλος των ζώων επειδή ήταν ένα, ναι λοιπόν, μιά ανωμαλία, ένα ορυκτό, ένα τοπίο αυτός μόνος του, διέσχισε αυτόν τον μισό αιώνα, πολύ γρήγορα για να γίνει αντιληπτός και πολύ αργά για να διακρίνεις ότι κινείται. Πολύ έντονα για να τον αγαπήσουμε.
Οι ταινίες του δεν ήταν παρά δικές του. Δηλαδή εκτός και αν τις δεις (περιμένουμε με ανυπομονησία μιά αναδρομή σημαντική στην ταινιοθήκη, πραγματικές προβολές σε μιά η δύο κινηματογραφικές αίθουσες, άρθρα, αφιερώματα, ίχνη), ε.. είναι αδύνατον να τις περιγράψεις η να τις διηγηθείς. Είναι ένας Παζολίνι περισσότερο παζολινικός από τον Παζολίνι, ένας Στράουμπ λιγότερο δογματικός, ένας Μουρνάου τού παρόντος χρόνου;
Ο Σταύρος Τορνές πέθανε την περασμένη Τρίτη, μιά εικοστή έκτη Ιουλίου, στις εννέα το βράδυ. Εδώ και ένα χρόνο μαχόταν με τους γραφειοκράτες του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, στην Αθήνα, για να του δώσουν, επιτέλους, τέσσερα εκατομμύρια δραχμές για να κάνει την ταινία του. Ήξερε ότι ήταν η τελευταία.
Ήξερε ότι επρόκειτο να πεθάνει (καρκίνος, άρνηση νοσηλείας κ.λ.π.), ήθελε απλά να χρησιμοποιήσει τις τελευταίες του δυνάμεις σ' αυτόν τον Ροβινσώνα Κρούσο που δε θα δει ποτέ το φως. Τέσσερα εκατομμύρια δραχμές, κάνει περίπου τα 200.000 γαλλικά φράγκα, είκοσι γαλλικά παλιοεκατομμύρια παλαιά ο μέσος όρος των ταινιών του. Oι 'Έλληνες «κινηματογραφιστές», oι άλλοι, παίρνουν από το κέντρο με τη σειρά, πενήντα, εξήντα εκατομμύρια και πλέον. Είναι σύνηθες να χρειάζονται και πέντε χρόνια για να σκηνοθετήσουν με έμφαση «ταινίες» πού κοστίζουν είκοσι «Σταύρος Τορνές».
Ο Σταύρος γυρίζει σ' ένα χρόνο ένα αριστούργημα, oι άλλοι μαστορεύουν σε μισή δεκαετία μνημεία ακαδημαϊσμού. ο Παπατάκης μόνος, Ίσως (πού αγαπά, θαυμάζει και ήθελε να οργανώσει ένα αφιέρωμα στον Τόρνε), ξεφεύγει από αυτή την ορδή των δραχμοφάγων που σκότωσαν, λίγο πιο γρήγορα, το «γέρο» Σταύρο.
Την ίδια την ημέρα του θανάτου του, λίγες ώρες πριν το μάθουμε, το Κέντρο ανακοίνωσε πώς παραχωρούσε επιτέλους τα τέσσερά του εκατομμύρια στον ΡΟΒΙΝΣΩΝΑ ΚΡΟΥΣΟ. Δεν ήξεραν. Σήμερα το μετανιώνουν ίσως. Ο χρόνος θα κρίνει.
Ο Σταύρος Τορνές, σκηνοθέτησε στην 'Ελλάδα με τον Κώστα Σφήκα, την πρώτη του ταινία, ΘΗΡΑΪΚΟΣ ΟΡΘΡΟΣ. Είμαστε στα 1967. Ήδη έχει κάνει τον ηθοποιό, τον τεχνικό, όλων των ειδών τις μικροδουλειές. Θα συνεχίσει να επιβιώνει κατ' αυτόν τον τρόπο στην Ιταλία, εμφανιζόμενος στην Πόλη των γυναικών τού Φελλίνη, κάνοντας τον βοηθό του Αντονιόνι, κερδίζοντας πάντα μόλις αρκετά για να διατηρηθεί στη ζωή και να γυρίζει.
ΦΟΙΤΗΤΕΣ, ΑΝΤΙΟ ΑΝΑΤΟΛΙΑ, ΚΟΑΤΙ (αύτή ή πρώτη ταινία μεγάλου μήκους θαμπώνει τους θεατές που την αρπάζουν όπως ένα κομήτη στο Φεστιβάλ της Τουλόν / Υέρς στα μέσα της δεκαετίας του '70). ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ, τόσοι τίτλοι που δεν είναι, παρά για την ώρα η υπόσχεση μελλοντικών Θαυμάτων.
Τόσα ιταλικά θαύματα, κλεμμένα στο δρόμο, στην απόγνωση, στη δυστυχία.
Το 1982, με την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Σταύρος σκηνοθετεί τον ΜΠΑΛΑΜΟ, ταινία-βουβάλι, δεύτερη μεγάλου μήκους, αυτός του οποίου η εικόνα-άλογο σας κοιτά στο δευτερόλεπτο που εσείς διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Το κατοικεί, το παίζει, κάνει δώρο το σώμα του στην ταινία όπως άλλοι στην επιστήμη. Ήδη, αρχίζει να πεθαίνει επειδή ζει πολύ το σινεμά.
Τρεις ταινίες ακόμη, ΚΑΡΚΑΛΟΥ (1984), ΝΤΑΝΙΛΟ ΤΡΕΛΕΣ (1986), ΕΡΩΔΙΟΣ (1987), καί τέλος. Μυθολογίες καθημερινές, φιλοσοφικές εποποιίες, αλληγορίες κακογραφημένες.
Βλέπουμε τον κόκκο της ταινίας, το δέρμα των ζώων, τα μάτια των ανθρώπων. Βλέπουμε καθαρά.
Στις εικόνες που μας αφήνει ο Σταύρος Τορνές, οι μεθύστακες κάνουν τον Ρεμπώ, οι φουρνάρηδες παίζουν κάνοντας έρωτα με την άμμο, οι νέγροι καλούν τη μαυράδα.
Είναι ένας κινηματογράφος πριν από τον κινηματογράφο. Όμηρος στην κάμερα, Ηράκλειτος στον ήχο. Ένας κινηματογράφος ρακοσυλλέκτης, ψιθυρισμοί -'Εμμαούς, επωδοί στον Λυμιέρ: Γιατί με άφnσες τελείως μόvο, εφευρέτn του διαβόλου;
Ο Σταύρος έχει συζητήσει έτσι, σε κάθε στιγμή της ζωής του, με το Θεό Σινεμά. Υπήρξε αιρετικός, φιλόσοφος, φτωχός ανάμεσα στους φτωχούς. Στο «Γιατί κινηματογραφείτε»; αναφέρει ένα από τα κείμενά του, του 1977: Ο κινηματογράφος είvαι ο χώρος όπου εσύ κι εγώ άvαγvωριζόμαστε, «εγώ» και οι άλλοι αγκαλιαζόμαστε.
Η αγάπη, τίποτα άλλο.
O Σταύρος έτσι μίλησε, έζησε, κινηματογράφησε μαζί με τη Σαρλότ Βαν Γκέλντερ. Χωρίς αυτήν, τίποτα δε θα υπήρχε. Δεν θα 'χει πεθάνει όσο αύτή είναι εδώ για να συνοδεύει τις ταινίες που μαζί έκαναν.
Σε κάποιο μέρος στον κόσμο, όμως, ένα ορφανό κλαίει.
LIBERASION 1/ 8 /1988 Louis SKORECKI, (μετάφραση από τα Γαλλικά Σταύρος Καπλανίδης)
http://www.geocities.ws/stavros_tornes/skoreckigr.htm
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου