ΙΩΑΝΝΙΝΑ- Η «ΜΑΥΡΗ ΤΡΥΠΑ» ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ


Στην πόλη των Ιωαννίνων, η κατάσταση στις εργασιακές
σχέσεις, κύρια στο χώρο του εμπορίου είναι απλά άθλια :
Εργαζόμενοι με μειωμένα δικαιώματα, το 8ωρο
καταστρατηγείται προς τα πάνω και οι μισθοί προς τα κάτω

Εργαζόμενοι που τυπικά υποαπασχολούνται, αλλά ουσιαστικά
υπεραπασχολουνται, δουλεύοντας 6 έως 8ωρες και
πληρώνονται για 4 ώρες, δίχως σταθερό ωράριο, άδειες ή
ρεπό.
Ακόμη και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα που οι συνθήκες
ήταν ως ένα βαθμό καλές η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών
χειροτερεύει μέρα με την μέρα τις συνθήκες, ιδιαίτερα
για τους εποχιακούς και έκτακτους, ιδιωτικά συνεργεία.
Π,χ οι άθλιες συνθήκες εργασίας των συνεργείων
καθαρισμού των νοσοκομείων που οι εργοδότες έφτασαν στο
σημείο να μην πάρουν για δουλεία όσες εργαζόμενες είχαν
φτιάξει σωματείο.
Το πρόγραμμα κατά της ανεργίας που εφαρμόστηκαν τα
τελευταία χρόνια αντι να καλυτερέψουν τα πράγματα, τα
χειροτέρεψαν. Το γεγονός ότι είχαμε να κάνουμε με
εργαζόμενους που παραμείναν άνεργοι για μακρό διάστημα,
τους καθιστούσε αδύναμους στο να αντισταθούμε στις
εργοδοτικές πιέσεις(βοά η πόλη για τις περιπτώσεις
εργαζόμενων των προγραμμάτων που αλλά υπογράφουν ότι
πληρώνονται και αλλά παίρνουν),οδηγώντας όμως σε
περαιτέρω υποχωρήσεις το σύνολο των εργαζόμενων. Τώρα
που τελειώνουν τα προγράμματα ετοιμάζονται μαζικές
απολύσεις, αυτό δεν συνεπάγεται ότι οι συγκεκριμένοι
εργαζόμενοι στην πλειονότητα τους θα πάψουν να
εργάζονται, απλά και ιδιαίτερα στο χώρο του εμπορίου θα
εργάζονται σε καθεστώς «μαύρης εργασίας» περιμένοντας το
επόμενο πρόγραμμα. Όπως π.χ τα προγράμματα stage που από
τις αρχές του χρόνου μπαίνουν σε εφαρμογή.
Τα προγράμματα επιδοτούμενης εργασίας από την λογική
τους έχουν σκοπό να προσφέρουν ζεστό χρήμα στις
επιχειρήσεις , ενισχύοντας την κερδοφορία τους , αντι να
γίνονται γενναίες επιδοτήσεις των άνεργων, κάτι που αν
συνέβαινε θα μεγάλωνε τις πιέσεις πάνω στο κεφαλαίο να
αυξήσουν τους μισθούς .
Την ίδια στιγμή οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους στο
θέμα των εργασιακών σχέσεων είναι ουσιαστικά ανύπαρκτοι.
Φυσικά εάν γίνει επώνυμη καταγγελία η επιθεώρηση
εργασίας θα επέμβει, αλλά ας μην γελιόμαστε, ποιος
εργαζόμενος θα καταγγείλει το αφεντικό του, όταν
κινδυνεύει να χάσει την εργασία του, μπαίνοντας σε μια
άτυπη «μαύρη λίστα» των αφεντικών, τα Ιωάννινα
ανεξάρτητα από την ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων
παραμένουν ένα «μεγάλο χωριό» που μια τέτοια καταγγελία
γλήγορα γίνεται γνωστή.
Όταν η επιθεώρηση εργασίας γράφει παραβιάσεις, συνήθως
οι επιπτώσεις είναι ανύπαρκτες έως αστείες για τους
εργοδότες. Συχνά φτάνουν στα αφτιά των συνδικαλιστών
καταγγελίες ότι παραβιάσεις σβήνονται με άνωθεν εντολές,
ή και με «συνεννοήσεις» μεταξύ υπάλληλων και εμπόρων.
«προϊστάμενε έλα από το μαγαζί να πάρεις το δώρο σου,
Χριστούγεννα έρχονται..».
Αυτό με την σειρά του δεν είναι καθόλου τυχαίο: Το
κράτος σαν εκφραστής των ανώτερων οικονομικών στρωμάτων
επιβάλει ένα πρωτοφανή οικονομικό και πολιτικο
καταναγκασμό στην μισθωτή εργασία , κάτω και από την
αδυναμία των υποτελών τάξεων να ορθώσουν το ανάστημα
τους. Στόχος η παραγωγή και η αναπαραγωγή του συστήματος
και της κερδοφορίας των αφεντικών.
Στην πόλη των Ιωαννίνων μια συστηματική εφαρμογή της
εργατικής νομοθεσίας θα προκαλούσε την συρρίκνωση των
μικρομεσαίων στρωμάτων, ραχοκοκαλιάς του οικονομικού
ιστού της πόλης. Είναι κοινό μυστικό ότι στην «μαύρη
εργασία » και οι άθλιες συνθήκες εργασίας βασίστηκε το
οικονομικό ελληνικό θαύμα της δεκαετίας του 1990(στα
Ιωάννινα αυτό έγινε ιδιαίτερα αισθητό),δίνοντας παράταση
ζωής στα μικροαστικά στρώματα.
Μια παράταση που φαίνεται να παίρνει τέλος, τουλάχιστον
για ένα σημαντικό κομμάτι αυτών των στρωμάτων. Στα
Ιωάννινα το τελευταίο διάστημα το σωματείο
εμποροϋπάλληλων και λοιπών ιδιωτικών υπάλληλων έχει
γίνει δέκτης παράπονων και διαμαρτυριών εργαζόμενων που
έχουν να πληρωθούν μήνες , που ακόμη και τώρα, δεν έχουν
πάρει την πενιχρή αύξηση της κλαδικής σύμβασης εργασίας
για το 2004 ή τα καθυστερούμενα της χρονιάς . Γεγονός
που αποδεικνύει ότι μια σειρά μικρομεσαία κεφάλαια έχουν
φτάσει στα όρια τους. Αυτή η κατάσταση είναι απόλυτα
λογική, όσο διεθνοποιείτε η καπιταλιστική παραγωγή τόσο
τα μεσοστρώματα θα μειώνονται, και οι αυτοαπασχολούμενοι
θα προλεταριοποιούνται, έστω και αν συνεχίζουνε να
κρατάνε τα μικρομάγαζα τους.
Αυτό που απουσιάζει επιτακτικά είναι η εργατική
παρέμβαση. Τα συνδικάτα ενώ έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο
όταν «παζάρευαν» την τιμή της εργατικής δύναμης, μέσα σε
ένα περιβάλλον συναίνεσης μιας προηγουμένης περιόδου,
στην σημερινή πραγματικότητα του νεοφιλελεύθερου
-αντεργατικού ολοκληρωτισμού έχουν χάσει τον
προσανατολισμό τους.
Θα ήταν εύκολο να διατυπώσω την άποψη ότι τα αιτία αυτής
της αδυναμίας του συνδικάτων βρίσκονται στις
ξεπουλημένες ηγεσίες τους, όχι γιατί αυτό δεν συμβαίνει
αλλά γιατί αυτό πατάει σε συγκεκριμένη υλική βάση. Το
ζήτημα είναι πολύπλοκο και χρειάζεται χρόνος και χώρος
να το αναπτύξουμε.
Για να εκφράσω την πολυπλοκότητα της κατάστασης θα πάρω
σαν παράδειγμα το σωματείο εμποροϋπάλληλων και λοιπών
ιδιωτικών υπάλληλων που η ηγεσία του ανήκει στο «ταξικό»
ΠΑΜΕ και δεν έχει καταφέρει έως τα τώρα να προβάλει μια
σοβαρή γραμμή άμυνας. Όχι μόνο εξαιτίας της μικροαστικής
ηγεμονίας σε αυτό το χώρο. Μια ηγεμονία που χαρίζει τα
εργατικά δικαιώματα στην «ουτοπική» σωτηρία των
μικρομεσαίων, στα πλαίσια του μετώπου που ονειρεύεται
ότι οικοδομεί. Αλλά και γιατί στο εργασιακό χώρο της
αγοράς των Ιωαννίνων κυριαρχούν οι νέοι εργαζόμενοι.
Νέοι-ες εργαζόμενοι-ες που δέχονται να δουλέψουν με
τέτοιες άθλιες συνθήκες, έχοντας την βοήθεια του
«οικογενειακού κράτους πρόνοιας» που από την μια τους
ενισχύει οικονομικά και από την άλλη ο συντηρητισμός του
«οικογενειακού θερμοκηπίου», τους εξωθεί να δέχονται τα
πράγματα ως είναι. Επίσης οι νεαροί-ες προλετάριοι-ες
συχνά βλέπουν την εργασία τους στα σούπερ μαρκετ και στα
καταστήματα σαν μια εργασία περιστασιακή που θα έχει
ημερομηνία λήξης, άλλο που μπορεί να κρατάει τελικά
αρκετά χρόνια. Όποτε θεωρούν ανούσια της εμπλοκή τους
στο σωματείο. Αυτή την κατάσταση την ενισχύει η εργασία
των φοιτητών-ιων. Ένα γεγονός βέβαια που κάτω από άλλες
περιστάσεις ίσως και να λειτουργούνε θετικά.
Την παρέμβαση των εργατικών σωματείων δυσκολεύει το
γεγονός ότι αυτή η συγκεκριμένη γενιά νέων εργαζόμενων
έχει αποκοπεί από κάθε συνδικαλιστή και εργατική
παράδοση,(με ακέραια την ευθύνη των παλαιών ηγεσιών του
εργατικού κινήματος), έτσι κάθε σωματείο που θα πρέπει
να κάνει μια δουλεία σε αυτό το παρθένο συνδικαλιστικά
έδαφος θα πρέπει να αρχίσει με την αλφαβήτα του
εργατικού κινήματος. Μέσα όμως σε ένα κλίμα όμως μια
συνολικής επίθεσης του κεφαλαίου που τα σωματεία ακόμη
και τα πλέον «ταξικά» αδυνατούν ή δεν επιθυμούν όπως
είπαμε να παρέμβουν ουσιαστικά προς όφελος των μελών
τους. Και αυτή η υποχώρηση της «τοξικότητας» δυστυχώς
δεν αφορά μόνο το τομέα των υπηρεσιών αλλά και τους
εργαζόμενους στον χώρο της μεταποίησης.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων υπάρχουν κάποια
πρωτοβάθμια συνδικάτα (σωματείο μέταλλου -Ιωαννίνων) και
εργατικές συσπειρώσεις που χάρη στην πολιτική δράση
συγκεκριμένων αγωνιστών, μαχητικά, παλεύουν για να
κρατήσουν κάποια δικαιώματα, κατάσταση που αντικειμενικά
έχει ημερομηνία λήξης. Ένας πόλεμος δεν κερδίσετε μόνο
από τους αξιωματικούς αλλά από τους στρατιώτες και τις
εφεδρείες. Εκεί βρίσκονται και το αίτια της πρόσφατης
απώλειας της έδρας της ταξικής ενότητας(παράταξη της
ριζοσπαστικής αριστεράς), στο Δ.Σ του Εργατικού κέντρου
Ιωαννίνων.
Η διέξοδος από το τέλμα βρίσκεται στο να στοχαστούμε την
ρίζα των προβλημάτων, την συνολική απάντηση που θα μας
πάει πέρα από το σύστημα του κεφαλαίου. Έτσι π.χ στο
επίπεδο των εργασιακών σχέσεων, μια ριζοσπαστική σκέψη
που μπορεί να αναζωογονήσει τον ανταγωνισμό της εργασίας
με το κεφαλαίο είναι να δούμε την εργασία σαν κάτι που
εκτείνεται σε όλο το επίπεδο του βίου, εξάλλου
προλετάριος σήμερα είναι αυτός που χάνει κάθε δυνατότητα
έλεγχου της ζωής του.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να διεκδικήσουμε την αυτονόμηση
του μισθού από την εργασία. Πρακτικά αυτό σημαίνει την
διεκδίκηση ενός «κοινωνικού μισθού» σε τέτοιο βαθμό που
να εξασφαλίζει στο κάθε πολίτη ένα αξιοσέβαστο επίπεδο
ζωής και όχι ένα χαρτζιλίκι πείνας όπως το φαντάζονται
και το προωθούνε οι καθεστωτικές δυνάμεις στην δυτική
Ευρώπη. Από κει και ύστερα η διεκδίκηση μας πρέπει να
συμπεριλάβει την γενναία αύξηση των μισθών σε συνάρτηση
με την γενναία μείωση του χρόνου εργασίας. Αλλά αυτό θα
μείνει γράμμα σε ένα χαρτί στα επαναστατικά μας κείμενα
ή θα καταντήσει προεκλογική εξαγγελία της ρεφορμιστικής
αριστεράς εάν δεν οικοδομηθεί ένα νέο εργατικό κίνημα
μάχιμο, ανατρεπτικό, αμεσοδημοκρατικό που θα γειώνει,
από τα σήμερα, την προοπτική να γίνει η εργατική τάξη ,
«τάξη για τον εαυτό της». Αυτό με την σειρά του στην
παρούσα στιγμή χρειάζεται μια γραμμή ενότητας των
κοινωνικών και πολιτικών αντικαπιταλιστικών δυνάμεων .
Είμαστε άραγε έτοιμοι για αυτό το άλμα ;

28/12/2004

Δημήτριος Αργυρός
- Μέλος του διοικητικού συμβουλίου του σωματείου
εμποροϋπαλλήλων και λοιπών ιδιωτικών υπαλλήλων ν.
Ιωαννίνων.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις