ΕΘΝΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ



«..Το προλεταριάτο, που εξεγέρθηκε ενάντια στο παλιό καθεστώς, επωμίστηκε δύο καθήκοντα, ένα πανεθνικό και ένα ταξικό: Την απελευθέρωση της Γαλλίας από τους Γερμανούς εισβολείς και τη σοσιαλιστική απελευθέρωση των εργατών από τον καπιταλισμό. Το πιο πρωτότυπο χαρακτηριστικό γνώρισμα της Κομμούνας βρίσκεται σ' αυτήν ακριβώς τη συνένωση των δύο καθηκόντων.
Η αστική τάξη είχε σχηματίσει τότε «κυβέρνηση εθνικής άμυνας» και το προλεταριάτο βρέθηκε υποχρεωμένο να παλέψει για την πανεθνική ανεξαρτησία κάτω από την ηγεσία της κυβέρνησης αυτής. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση αυτή ήταν κυβέρνηση «προδοσίας του λαού», που αποστολή της θεωρούσε την πάλη ενάντια στο προλεταριάτο του Παρισιού. Το προλεταριάτο, όμως, τυφλωμένο από πατριωτικές αυταπάτες, δεν το καταλάβαινε αυτό. Η πατριωτική ιδέα έχει προέλευσή της ακόμη από τη μεγάλη επανάσταση του XVIII αιώνα. Η ιδέα αυτή είχε υποτάξει τα μυαλά των σοσιαλιστών της Κομμούνας και ο Μπλανκί, λόγου χάρη, αναμφισβήτητα επαναστάτης και θερμός οπαδός του σοσιαλισμού, δε βρήκε πιο κατάλληλη ονομασία για την εφημερίδα του από την αστική κραυγή: «Η πατρίδα σε κίνδυνο!». Το μοιραίο λάθος των Γάλλων σοσιαλιστών βρισκόταν στη συνένωση αυτή των αντιφατικών καθηκόντων, του πατριωτισμού και του σοσιαλισμού. Ο Μαρξ ακόμη στο μανιφέστο της Διεθνούς, το Σεπτέμβρη του 1870, έκανε προσεκτικό το γαλλικό προλεταριάτο, τονίζοντάς του ότι δεν πρέπει να παρασύρεται από την ψεύτικη εθνική ιδέα: Βαθιές αλλαγές έχουν συντελεστεί από τον καιρό της μεγάλης επανάστασης, οι ταξικές αντιθέσεις έχουν οξυνθεί, κι αν τότε ο αγώνας ενάντια στην αντίδραση ολόκληρης της Ευρώπης είχε συνενώσει ολόκληρο το επαναστατικό έθνος, τώρα το προλεταριάτο δεν μπορεί πια να συνδέει τα συμφέροντά του με τα συμφέροντα των άλλων, των εχθρικών του τάξεων. Η αστική τάξη ας έχει την ευθύνη για την εθνική ταπείνωση, έργο του προλεταριάτου είναι ν' αγωνιστεί για τη σοσιαλιστική απελευθέρωση της εργασίας από το ζυγό της αστικής τάξης.»
Β. Ι. ΛΕΝΙΝ-Τα διδάγματα της Κομμούνας

Το 2007 κλείνουμε 90 χρόνια από την μεγάλη σοσιαλιστική Οκτωβριανή Επανάσταση που οδήγησε στην δημιουργία της ΕΣΣΔ. Του πρώτου κράτους των εργατών – αγροτών που οι εμπνευστές του πίστευαν πως ήταν η πρώτη σπίθα της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης που θα αγκάλιαζε όλο τον πλανήτη. Μια επανάσταση που θα έδινε τέλος στο βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα. «Αλλά άγνωστες οι βουλές του Αλλάχ», όπως λέει και ένα τραγούδι˙ η πρώτη απόπειρα για το πέρασμα σε μια ανώτερη κομμουνιστική κοινωνία έμεινε στα μισά του δρόμου και οι συντηρητικές γραφειοκρατικές δυνάμεις της ΕΣΣΔ επέλεξαν σε βάρος της συμμαχίας των εργατών – αγροτών, στο όνομα της «σοσιαλιστικής πρωταρχικής συσσώρευσης» κατά αρχήν και ύστερα του «σοσιαλισμού σε μια χώρα», να οικοδομήσουν ένα υβρίδιο γραφειοκρατισμού- καπιταλισμού- ολοκληρωτισμού με ημερομηνία λήξης. Μια λήξη που θα έρθει 70 χρόνια αργότερα που θα σήμανε και την ολοκλήρωση του βιοπολιτικού κύκλου του κομουνιστικού κινήματος του 20ου αιώνα.
Μια από τις αιτίες που καθόρισαν την μοίρα της σοσιαλιστικής Οκτωβριανής Επανάστασης όσο και των μετασοβιετικών εξελίξεων είναι το εθνικό ζήτημα. Είναι εξίσου γνωστό πως την κατάρρευση των γραφειοκρατικών καρικατούρων σοσιαλισμού την ακολούθησε μια όξυνση των εθνικιστικών παθών με αιματηρά αποτελέσματα. Το παράδειγμα της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας είναι πολλαπλά γνωστό. Εθνικιστικά πάθη που υποδαυλίσθηκαν από εξωτερικούς παράγοντες αλλά και από την ανάγκη των εθνικών γραφειοκρατιών να «σημαδέψουν» τον γεωγραφικό – εθνικό τους χώρο με στόχο την μετατροπή τους σε κλασικές αστικές τάξεις, ενσωματώνοντας τα λαϊκά στρώματα που αναζητούσαν και αναζητούν «εχθρούς» να ρίξουν τις ευθύνες των τραγωδιών τους.
Ύστερα από το «σωτήριο έτος» 1991, ο κόσμος για πολλούς μελετητές μπήκε σε μια νέα φάση που πρωτεύον χαρακτηριστικό της είναι η παγκοσμιοποίηση, κύρια των οικονομικών χαρακτηριστικών, αλλά και των πολιτικών και πολιτιστικών προκείμενων. Παγκοσμιοποίηση που καθορίζεται από τις ανάγκες της κερδοφορίας των πολυεθνικών, υποβοηθούμενη από την τεραστία ανάπτυξη νέων παραγωγικών δυνάμεων. Παγκοσμιοποίηση που αύξησε τις κοινωνικές αδικίες. Που έκανε τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους.
Αυτή η ριζικά νέα πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από την τάση υπέρβασης των εθνικών κρατών, από την κρίση ταυτότητας τους αλλά ταυτόχρονα από την ανάδυση νέων εθνικών κρατών και από τον αγώνα εθνοτήτων και εθνικών ομάδων για την συγκρότηση νέων εθνικών κρατών( Κούρδοι, παλαιστίνιοι.. κτλ). Την ίδια στιγμή εθνικές μεταεθνικές και κρυφοεθνικές ταυτότητες μετατρέπονται σε πεδία αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση, αλλά και τόποι επιστροφής σε προκαπιταλιστικά πολιτισμικά μοτίβα. Οπως γράφει και ο Ουμπέρτο ‘Εκο στο τελευταίο βιβλίο του «Με το βήμα του κάβουρα - Θερμοί πόλεμοι και λαϊκισμός των ΜΜΕ- Ελληνικά Γράμματα-2006» ειναι σαν η ιστορία να κουράστηκε απο την ξέφρενη πορεία και να επίστρεψε σε μια αντίληψη ταυτότητας.
Τι συμβαίνει άραγε; Πρόκειται για την τελευταία πράξη αντίστασης του εθνικού κράτους απέναντι στην ισοπεδωτική δυναμική της παγκοσμιοποίησης. Ή πρόκειται για μια ενότητα αντίθετων στην οποία η τάση της παγκοσμιοποίησης των οικονομικών, πολιτικών και παραγωγικών συντελεστών θα συνεπάρχει για μακρό διάστημα με την τάση της εθνικής συγκρότησης των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών; Και ποιος ο ρόλος μιας κομμουνιστικής επαναθεμελιωτικής πρότασης, εάν μπορεί να ξαναυπάρξει τέτοια, σε σχέση με τα εθνικά ζητήματα. Σε αυτή την μικρή εργασία θα δοκιμάσουμε να ιχνηλατήσουμε τις σχέσεις εθνικού και αριστεράς στις νέες συνθήκες της κατάρρευσης του κομμουνιστικού προτάγματος του 20ου αιώνα και της παγκοσμιοποίησης εν μέσω μιας αυτοκρατορικής και νεο-ιμπεριαλιστικής τρομοκρατικής υστερίας.

«Οι προλετάριοι δεν έχουνε πατρίδα» Κ.ΜΑΡΞ

Η σχέση του εθνικού ζητήματος και της κομμουνιστικής αριστεράς δεν ήταν και ούτε είναι εύκολη. Φύση και θέση διεθνιστική η κομμουνιστική αριστερά δυσκολεύεται να προσεγγίσει τα εθνικά ζητήματα τα οποία εν πολλοίς τα αντιμετωπίζει ως αγγαρεία που την βγάζουν από το σίγουρο(;;) αλλά και γνωστό(;;)μονοπάτι της κυρίαρχης αντίθεσης κεφάλαιο-εργασία. Κατά πολλούς θεωρητικούς, μια «μαύρη τρύπα» στην θεωρία της κομμουνιστικής χειραφέτησης. Παρόλο που κατά άλλους, υπήρξαν «σημαντικές και γόνιμες συνεισφορές» , που ιστορικοπολιτικά συντέλεσαν σε «ιστορικές διακλαδώσεις» το εθνικό να ανοίξει το δρόμο προς το ταξικό(κομμούνα 1871- Οκτώβρης 1917). Υπήρξαν όμως και αντίθετα γεγονότα που το εθνικό εγκλώβισε το ταξικό.( Δεκέμβριος 1944). Ενώ σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να ξεχνάμε το «μακεδονικό» και την Κύπρο που καθόρισαν την πορεία της ελληνικής αριστεράς. Προβλήματα που έως τα σήμερα στέκονται εμπόδιο στην αγωνιστική συνάντηση των λαϊκών τάξεων στην ευρύτερη βαλκανική.
Για αυτό το λόγο, σε αυτό το σημείο, με βάση τις ιστορικές και πολιτικές πηγές θα προσεγγίσουμε τις απόψεις των κομμουνισμών του 20ου αιώνα για το εθνικό ζήτημα. Εκκινώντας από τις σχέσεις εθνικού και μαρξισμού από την αρχή της τολμηρής και επικής περιπέτειας του μαρξισμού ως μάχιμου εργαλείο των καταπιεσμένων τάξεων.
Ο Κ. Μαρξ και ο Φ. Ένγκελς για την συντριπτική πλειοψηφία των μελετητών τους, δεν ανέπτυξαν μια ολοκληρωμένη θεωρία για το έθνος. Ιστορικά αισιόδοξοι για την δυνατότητα των προλεταρίων να υπερβούνε τον καπιταλισμό, μια αισιοδοξία που απόρρεε από την δυναμική του καπιταλισμού να ενοποιήσει τον πλανήτη, έδωσαν έμφαση στον ανταγωνισμό κεφάλαιο-εργασία. Θεωρώντας το προλεταριάτο,«ως παγκοσμια τάξη που δεν είναι πια εθνική και που έχει κοινά ιστορικά –παγκόσμια χαρακτηριστικά, μπορεί να οδηγήσει στην εδραίωση μιας παγκόσμιας κοινωνίας όπου θα σαρωθούν οι εθνικοί διαχωρισμοί» .
Ο εργατικός διεθνισμός του Κ. Μαρξ- Φ. Ένγκελς όχι μόνο δεν ταυτίζεται με τον αστικό κοσμοπολιτισμό αλλά έρχεται σε ανοικτή σύγκρουση μαζί του. Ο μαρξικός διεθνισμός απορρέει από μια ενεργή καθολικότητα που εχει την δυνατότητα να δημιουργήσει με υλικούς ορούς μια παγκόσμια κοινωνία αδερφοσύνης, ισότητας και ελευθερίας ενώ ο αστικός κοσμοπολιτισμός είναι μια ψευδοκαθολικότητα που βασίζεται στην δυναμική των αγορών και την αντικειμενική και παγκόσμια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Πρόκειται για το ένα κεφάλι ενός εμπορευματοποιημένου Ιανού, με το άλλο κεφάλι να είναι ο εθνικισμός που βάζει τους προλετάριους να σκοτώνονται για τα σύνορα και τα ψευδοεθνικά ιδεώδη.
Μόνο με την παγκόσμια κομμουνιστική επανάσταση το προλεταριάτο μπορεί να υπάρξει ως ενεργή και συγκεκριμένη καθολικότητα και η ιστορία να γίνει παγκόσμια. «Το προλεταριάτο μπορεί να υπάρξει μονάχα παγκοσμια-ιστορικά, όπως και ο κομμουνισμός , η δραστηριότητα του προλεταριάτου , μπορεί να έχει μονάχα μια ‘’παγκοσμια-ιστορική’’ ύπαρξη..»
Παίρνοντας υπόψην το γνωστό χώριο από το «κεφάλαιο» ο Κ. Μαρξ «Η βιομηχανικά πιο αναπτυγμένη χώρα δείχνει στην λιγότερο αναπτυγμένη απλώς την εικόνα του μέλλοντος της..» , καταλογίζουν στο Κ. Μαρξ-Φ. Ένγκελς, ιδιαιτερα αυτής της φάσης, ενα ριζοσπαστικοποιημένο ευρωκεντρισμό. Παρόλο που είναι γνωστό πως σε πολλά σημεία, είναι ιδιαιτερα οξυμένη η κριτική των Κ. Μαρξ- Φ. Ένγκελς απέναντι στον ευρωκεντρισμό, που παρουσίαζε «τις αποικιακές κατακτήσεις σαν ‘’εκπολιτιστικές αποστολές’’… Όσο αφορά την βρετανική αποικιοποίηση της Ινδίας, ο Μαρξ συνέκρινε την ‘’ανθρώπινη πρόοδο’’ με ένα ‘’απαίσιο ειδωλολατρικό θεό που ήθελε να πίνει το νέκταρ παρά μέσα από κρανία σφαγμένων ανθρώπων’’..»

Το σχήμα των «μη-ιστορικών λαών» : διαλεκτική ή γραμμικότητα

Αμφιλεγόμενη άποψη βέβαια για πολλούς μελετητές είναι η χεγκελιανή προελεύσεως, άποψη του Φ. Ένγκελς αλλά και ως ένα σημείο και του Κ.Μαρξ για τους μη-ιστορικά λαούς, αναφερόμενος κατά βάση στους νότιους σλάβους αλλά και στους Κέλτες, βρετόνους, βάσκους, τους «γίντις» εβραίους της Ανατολικής Ευρώπης. Θεωρώντας πως: «..’’Δεν υπάρχει χώρα στην Ευρώπη που να μην έχει σε κάποια γωνιά της ένα ή και περισσότερα ερείπια λαών.. τα απομεινάρια ενός αρχαιότερου πληθυσμού που καταπιέστηκε και υποδουλώθηκε από το έθνος που έγινε ο κύριος φορέας της ιστορίας.., όπως λέει και ο Χέγκελ, αυτά τα υπολείμματα των λαών πάντα θα γίνονται φανατικοί σημαιοφόροι της αντεπανάστασης..’’» Με αυτό τον τρόπο ο Φ. Ένγκελς κριτίκαρε την αντεπαναστατική στάση των σλάβων να στηρίξουν το τσάρο κατά την διάρκεια της επανάστασης του 1848.
Ένα λάθος που κατά τους επικριτές του Φ. Ένγκελς οφείλετε στην υποταγή του στο γραμμικό εξελικτισμό και στο ευρωκεντρισμό του. Ο Μ.Λεβί αλλά και πιο πριν ο Ρ. Ροσντόλσκι θεώρησαν πως «Αντί να συλλάβει, με την μαρξιστική μέθοδο, τις κοινωνικές ρίζες του πανσλαβικού κινήματος, ο Ένγκελς χάραξε ένα χάρτη της Ευρώπης βασισμένο σε δυο κατηγορίες: «τα επαναστατικά έθνη» και τους «λαούς χωρίς ιστορία»..»
Ο Αντώνης Λιάκος, στο βιβλίο του: «Πώς στοχάστηκαν το έθνος αυτοί που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο» πάει ακόμη πιο μακριά την κριτική για τα «μη-ιστορικά έθνη» όπως μεταφράζει την άποψη του Φ. Ένγκελς «για μη ιστορικούς λαούς» , σημειώνοντας πως αυτές οι απόψεις «δεν γίνεται να διαβαστούν χωρίς την κατοπινή εμπειρία των Ολοκαυτώματος και των γενοκτονιών του 20ου αιώνα…Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να σκεφτούμε ότι η χεγκελιανή σκέψη εμφανίζει και δικαιολογεί μια ισχυρή ιεραρχία λαών και πολιτισμών η οποία καθορίζει και την μορφή και το περιεχόμενο της φιλοσοφίας της ιστορίας..» Εκφραζωντας την άποψη ο Αντώνης Λιάκος πως: «έχουν δίκαιο όσοι υποστηρίζουν ότι οι εξαιρέσεις αυτές[για τους νότιους σλάβους] υπονομεύουν την θέση ότι οι Μαρξ και Ένγκελς είχαν μια ολοκληρωμένη θεωρία για τα έθνη . Αντίθετα δείχνουν ότι καθόριζαν την στάση τους με βάση την πολιτική στρατηγική» . Κάτι που δεν είναι ολότελα λάθος αλλά δεν βρίσκεται εκεί η ουσία των πραγμάτων.
Μια τελείως διαφορετική άποψη εκφράζει ο έλληνας στοχαστής και επαναστάτης Σάββας Μιχαήλ στο άρθρο του «Ο Ένγκελς και η μη γραμμική αντίληψη της ιστορίας. Για το ζήτημα των ‘’μη ιστορικών λαών’’» . Σε αυτό το άρθρο ο συγγραφέας υποστηρίζει πως: «η θεωρία των ‘’μη-ιστορικών λαών’’ ..ενισχύει τον μη-γραμμικό χαρακτήρα της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας και ακόμη , αποκτά ιδιαίτερα επίκαιρη αξία σήμερα ,μπροστά στο φαινόμενο της αναζωπύρωσης των εθνικισμών, μετα τις καταρρεύσεις του 1989-91 και την τραγωδία στην Γιουγκοσλαβία κα τα βαλκάνια» Ας μείνουμε για λίγο παραπάνω σε αυτή την καινοτόμα επαναστατική σκέψη που μας φέρνει κοντά σε προβληματικές που επηρέασαν καθοριστικά το «σύντομο» 20ο αιώνα.
Εκεί που οι επικριτές του Φ. Ένγκελς στην θεωρία των «μη-ιστορικών λαών» βλέπουν μια γραμμική ιδεαλιστική ιστορική εξελικτικότητα ο Σάββας Μιχαήλ βλέπει την ανισόμερη και συνδυασμένη ανάπτυξη, όπως έλεγε ο Λ. Τρότσκι. Μια έκφραση της θεωρίας της διαρκούς επανάστασης, που πρώτος ο ίδιος ο Κ.Μαρξ ανάπτυξε μέσα από το έπος της Ευρωπαϊκής επανάστασης του 1848.
Για τον Μαρξ και τον Ένγκελς σύμφωνα με τον Σάββα Μιχαήλ:«οι μη-ιστορικοί λαοί ως φορείς καθυστερημένων μορφών παραγωγικής οργάνωσης, εγκλωβισμένοι στο σύγχρονο διεθνές καπιταλιστικό περιβάλλον, βρίσκονται όχι στο αδιέξοδο αλλά στο σταυροδρόμι:είτε θα προσπαθούσαν να ξεπεράσουν την πτώση τους από την σύγχρονη ιστορία στρεφόμενοι σ’ ό,τι πιο αντεπαναστατικό με μια μάταιη προσπάθεια ανάστροφης του ρού της ιστορίας- κι αυτό κάνανε τα περισσότερα σλαβικά εθνικά κινήματα το 1848-49 –είτε θα βρίσκαν τη μόνη διέξοδο με την είσοδο τους σε μια ‘’νέα επαναστατική ιστορία’’ …οι μη ιστορικοί λαοί ή θ’ άρχιζαν μια νέα επαναστατική ιστορία στο δρόμο της διεθνούς διαρκούς επανάστασης και έτσι θα απόδειχναν και θ’ αποκτούσαν βιωσιμότητα ή θα μετατρέπονταν οι εθνικισμοί τους σε όργανα της αντεπανάστασης και των μεγάλων δυνάμεων»
Στην συνέχεια του άρθρου του ο Σάββας Μιχαήλ συνδυάζει την επαναστατική σκέψη του Ένγκελς για τους «μη-ιστορικούς λαούς»με την αιματηρή διάλυση της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, αναδεικνύοντας την αντίληψη του Λ. Τρότσκι για μια Βαλκανική Ομοσπονδία . Θεωρώντας πως στην εποχή των Βαλκανικών Πολέμων η μόνη πραγματικά ιστορική προοπτική για την πλειοψηφία των βαλκανικών λαών δεν είναι η οικοδόμηση εθνικών κρατών αλλά η Βαλκανική Ομοσπονδία.
Για τον Σάββα Μιχαήλ η γιουγκοσλαβική τραγωδία με τους αναζωπυρωμένους εθνικισμούς δεν αποτελούν «νεκρανάσταση των εθνικών αστικοδημοκρατικών επαναστάσεων. Αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των εθνικών γραφειοκρατικών ελίτ ενός διαλυμένου συστήματος, που προσπαθούν να διασωθούν με την ενσωμάτωση στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά...Αν η [σοσιαλιστική] επανάσταση ύψωσε τους βαλκανικούς λαούς από το μη-ιστορικό, στο ιστορικό επίπεδο, η αντεπανάσταση τώρα φέρνει την κατολίσθηση στο μη-ιστορικό , στην βάρβαρη κι ανέφικτη απόπειρα αναστροφής όλης της Ευρωπαϊκής και Παγκόσμιας Ιστορίας…Η πτώση από το ιστορικό στα Βαλκάνια είναι η έκφανση της βαρβαρότητας για την οποία προειδοποιούσε η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Μόνη διέξοδος – αυτή που έδειχναν ο Ένγκελς και ο Τρότσκι: η Διαρκής Επανάσταση» .
Επίσης ο ΜΙΣΕΛ ΛΕΒΙ σημειώνει πως ανεξάρτητα με την αντίληψη των «μη-ιστορικών λαών» ο Ένγκελς δεν διαπνέεται από σλαβοφοβία. Γραφει: «Σε ένα άρθρο του που γράφτηκε πριν την επανάσταση του 1848 ζητούσε την ήττα της αυστριακής αυτοκρατορίας, προκειμένου να ‘’απομακρυνθούν τα εμπόδια από το δρόμο της ελευθερίας για τους σλάβους και τους ιταλούς΄΄».
Η αντίληψη των «μη-ιστορικών λαών» εάν τις δούμε σε ένα πολύ στενό πλαίσιο μιας ιστορικής εξελικτικότητας, τότε σίγουρα μας οδηγεί σε ένα ευρωκεντρισμό που στο όνομα της διαλεκτικής της αρνητικότητας δικαιολογεί κάθε βιαιότητα στο όνομα της προόδου, του εκσυγχρονισμού και της δημοκρατίας. Θα έβρισκε σίγουρα δικαιολόγηση η επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Σερβία ή ο πόλεμος των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και στο Ιρακ, καταπατώντας το δικαίωμα στην εθνική αυτοδιάθεση. Από την άλλη, σε αυτή την ύστερη φάση της ιμπεριαλιστικής παγκοσμιοποίησης και της αμερικανικής αυτοκρατορικής διακυβέρνησης τα εθνικά κινήματα δύσκολα ολοκληρώνουν την αυτοδιάθεση τους με όρους οικονομικής και πολιτικής ανεξαρτησίας. Στην καλύτερη των περιπτώσεων μετατρέπονται σε «πρακτορεία» των αυτοκρατορικών και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Μόνο η ενοποίηση τους σε ομοσπονδίες ή συνομοσπονδίες τους δίνει την δυνατότητα να «παίξουν» στο παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας με σοβαρούς όρους.
Τα νέα κράτη, που δημιουργήθηκαν ύστερα από το 1989-91, ιδιαιτερα στην βαλκανική χερσόνησο, δύσκολο μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως δύναται να επιβιώσουν σαν πραγματικά ανεξάρτητα κράτη και όχι ως προτεκτοράτα, μεγάλων δυνάμεων (ΕΕ- ΗΠΑ-ΡΩΣΙΑ). Πέφτοντας με μια έννοια στην φάση του μη-ιστορικού. Ο Λένιν από την δική του πλευρά υποστήριζε πως : «Τίποτε άλλο , εκτός από την υποστήριξη της σαπίλας και της στασιμότητας, εκτός από γραφειοκρατικά εμπόδια στην ελευθερία , δεν φέρνει στα Βαλκάνια ακόμη και η πιο ‘’φιλελεύθερη’’ αστική Ευρώπη» Κάτι που συμβαίνει και σήμερα, με όλες τις επιπτώσεις στις βαλκανικές κοινωνίες.(πορνεία, μαφία, μαύρο χρήμα , παρακμή)
Θα ηταν άδικο τελικά να δούμε στην θεωρία του Κ. Μαρξ-Φ. Ένγκελς ένα γραμμικό ευρωκεντρισμό. Εάν μελετήσουμε την τελευταία φάση της ζωής του Κ. Μαρξ θα δούμε πως « εξέταζε το ενδεχόμενο της άμεσης μετάβασης από την ‘’ομπτσίνα’’ (την ρωσική αγροτική κοινότητα)στον κομμουνισμό , χωρίς την διέλευση από όλες τις «τρομερές ανακατατάξεις» του καπιταλισμού, με την προϋπόθεση ότι η αγροτική επανάσταση στην Ρωσία θα συμβάδιζε με μια σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη» . Ενώ στα 1881 σε ένα γράμμα στην Βέρα Ζάσουλιτς «παρουσιάζει την παραδοσιακή αγροτική κοινότητα ως ‘’το σημείο εκκίνησης για την κοινωνική αναγέννηση της Ρωσίας’’» .Ένα γεγονός που αντιβαίνει σε ένα ευρωκεντρικό σχήμα. Φέρνοντας τον κοντά στις εξελίξεις του 20ου αιώνα.(Οκτωβριανή Επανάσταση).
Αυτό που με σιγουριά μπορούμε να διατυπώσουμε είναι πως «ο Μαρξ και ο Ένγκελς δεν είχαν για το εθνικό ζήτημα καμιά apriori σχηματική φόρμουλα ..Το έβλεπαν πάντα στα πλαίσια της γενικότερης ιστορικής ανάπτυξης και σε σύνδεση με το κριτήριο των συμφερόντων της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης» . Ενώ θα’ ναι παράληψη να μην επισημανθεί πως στα κείμενα του για την Ιρλανδία ο Κ.ΜΑΡΞ «έδειξε πως η αστική τάξη όχι μόνο υποθάλπει τους εθνικισμούς αλλά και τείνει να τους οξύνει…» . Ένα γεγονός που θα το ζήσουμε έντονα στην ιστορία του 20ου αιώνα.
Κατά συνέπεια φτάνοντας σε κάποια συμπεράσματα για την διαλεκτική σχέση εθνικής αυτοδιάθεσης και προλεταριακού διεθνισμού θα δούμε πως:«..α)μόνο η εθνική απελευθέρωση του καταπιεσμένου έθνους καθιστά δυνατή την υπέρβαση των εθνικών διακρίσεων και ανταγωνισμών και επιτρέπει στην εργατική τάξη και των δύο χωρών να ενωθεί ενάντια στον κοινό εχθρό , τους καπιταλιστές˙ Β) η καταπίεση ενός αλλού έθνους βοηθά στην ενίσχυση της ιδεολογικής ηγεμονίας της αστικής τάξης πάνω στους εργάτες του έθνους-καταπιεστή:’’κάθε έθνος που καταπιέζει ένα άλλο σφυρηλατεί τις ίδιες του τις αλυσίδες’’˙ γ) η χειραφέτηση του καταπιεσμένου έθνους εξασθενεί τις οικονομικές , πολιτικές, στρατιωτικές και ιδεολογικές βάσεις των κυρίαρχων τάξεων στο έθνος καταπιεστή και αυτό ενισχύει τον επαναστατικό αγώνα της εργατικής τάξης αυτού του έθνους.» Συμπεράσματα που όχι μόνο καθόρισαν τον διεθνιστικό κομμουνιστικό λόγο τον 20ο αιώνα αλλά εν πολλοίς θα κρίνουν τον χειραφετικό επαναστατικό λόγο του 21ο αιώνα. Αλλά νομίζω πως έφτασε η ώρα να ασχοληθούμε με μια άλλη μεγάλη μορφή του επαναστατικού κινήματος του 20ου αιώνα τον Β.Ι.ΛΕΝΙΝ και την τεράστια συνεισφορά του στη σχέση εθνικού ζητήματος και αριστεράς.

«κανένα απολύτως προνόμιο σε κανένα έθνος και καμιά γλώσσα.
Ούτε η παραμικρή αδικία σε βάρος μιάς εθνικής μειονότητας:
να ποιες είναι οι αρχές της εργατικής δημοκρατίας.»

Ο Λένιν θα αναπτύξει στο υπέδαφος της τσαρικής Ρωσίας σε σημαντικό βαθμό τα μαρξιστικά συμπεράσματα που άνωθεν αναφέραμε. Ανεπιφύλακτα μπορούμε να πούμε πως η «λενινιστική διδασκαλία ήταν πολύ πιο προωθημένη από τις θέσεις άλλων μαρξιστών της ίδιας περιόδου» .
Η αφετηρία της ανάλυσης του Λένιν βρίσκεται στον προλεταριακό διεθνισμό. Τον οποίο τον συνδέει διαλεκτικά με το δικαίωμα στην εθνική αυτοδιάθεση σε μια τσαρική Ρωσία που ήταν μια απέραντη φυλακή των εθνών και των εθνοτήτων. Αλλά και με την ιστορική περίοδο του ιμπεριαλισμού. Έγραφε ο Λένιν: «Ιμπεριαλισμός σημαίνει ότι το κεφάλαιο ξεπέρασε τα πλαίσια των εθνικών κρατών , σημαίνει επέκταση και επιδείνωση της εθνικής καταπίεσης πάνω σε νέα ιστορική βάση..» Ήταν αυτός που«..κατ’ εξοχήν διατύπωσε την επαναστατική θεωρία για το εθνικό ζήτημα-εθνικό κίνημα στο στάδιο του Ιμπεριαλισμού..»
Ο Λένιν θεωρούσε σημαντικότατη την διαφορά μεταξύ του έθνους- καταπιεστή και του καταπιεζόμενου έθνους. Δεν ισοσκέλιζε τους δύο εθνικισμούς, για να υποστηρίξει ένα γενικόλογο ανθρωποκεντρικό διεθνισμό. Έγραφε ο Λένιν : «Έγραψα ήδη στις εργασίες μου για το εθνικό ζήτημα ότι δεν έχει καμία θέση η αφηρημένη τοποθέτηση του ζητήματος για τον εθνικισμό γενικά. Είναι απαραίτητο να ξεχωρίζουμε τον εθνικισμό του έθνους που καταπιέζει από τον εθνικισμό του έθνους που καταπιέζεται, τον εθνικισμό του μεγάλου έθνους από τον εθνικισμό του μικρού έθνους…Γ’ αυτό ο διεθνισμός του έθνους που καταπιέζει…δεν πρέπει να σημαίνει μόνο την τήρηση μιάς τυπικής ισοτιμίας των εθνών, αλλά πρέπει να σημαίνει και μια τέτοια ανισότητα που θ’ αντιστάθμιζε από την πλευρά του έθνους-καταπιεστή, του έθνους του μεγάλου την ανισότητα εκείνη πού διαμορφώνεται πραγματικά στην ζωή».
Αντίθετα η επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, θεωρούσε πως:«η απελευθέρωση της Πολωνίας είναι το ίδιο ουτοπική όσο και η απελευθέρωση της Τσεχοσλοβακίας, της Ιρλανδίας ή της Αλσατίας-Λωρραίνης… Ο ενιαίος πολιτικός αγώνας του προλεταριάτου δεν θα πρέπει να υποσκελιστεί από ‘’μια σειρά εθνικών αγώνων’’..». Πως το δικαίωμα στην αυτοδιάθεσης είναι γενικό και αφηρημένο και πως «η υποστήριξη του δικαιώματος του αποχωρισμού για κάθε έθνος(μικρού ή μεγάλου)σήμαινε στην πραγματικότητα υποστήριξη του αστικού εθνικισμού». Παρ’ όλα αυτά η Ρόζα Λούξεμπουργκ δέχεται πως τα έθνη της παρακμάζουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχουν δικαίωμα δημιουργίας κράτους. Για να τεκμηριώσει την άνωθεν διεθνιστική της άποψη της χρησιμοποιεί την μεθοδολογία του Ένγκελς στην άποψη του περί «μη-ιστορικών λαών» πιστεύοντας πως η μεθοδολογία του ηταν σωστή « και εγκωμίασε το ‘’νηφάλιο και απαλλαγμένο από κάθε συναισθηματισμό ρεαλισμό’’ του..»
Ο Λένιν υπερασπίστηκε με σθένος, την ελευθερία αποχωρισμού κάθε έθνους και την αναγνώριση της εθνικής αυτοδιάθεσης. Μια πολιτική που θα βοηθούσε στην συνεργασία των λαών και των εθνών, με στόχο την συνένωση του προλεταριάτου του έθνους-καταπιεστή με το προλεταριάτο του καταπιεσμένου έθνους. Έτσι ώστε οι εθνικοί αγώνες των καταπιεσμένων εθνών να γίνουν οι αντικειμενικοί σύμμαχοι του αγώνα του συνειδητοποιημένου προλεταριάτου και των κομμουνιστών. Ιδιαίτερα στις καθυστερημένες χώρες οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες στην εποχή του ιμπεριαλισμού είναι μία αναγκαία βαθμίδα της διαρκούς και παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Μια βαθμίδα που αντικειμενικά διαλύει την συμμαχία της αστικής τάξης με την εργατική τάξη στα πλαίσια του κοινωνικού σχηματισμού στο κράτος καταπιεστή και αποικιοκράτη. Σπάζοντας την ιμπεριαλιστική αλυσίδα στο πιο αδύνατο κρίκο της. Με τα λόγια του Λένιν:«…έχουμε την υποχρέωση να συνδέσουμε την επαναστατική πάλη για το σοσιαλισμό με το επαναστατικό πρόγραμμα πάνω στο εθνικό ζήτημα».
Σε μια εποχή όπου θεωρούσε πως οι εθνικοί πόλεμοι των αποικιών μετατρέπονται σε αντιιμπεριαλιστικοί και εθνικοαπελευθερωτικοί . Δίχως να έχει καμιά αυταπάτη για τις αστικές ηγεσίες των αντιαποικιακών κινημάτων που ήθελαν συνεργασία με το ιμπεριαλισμό . Γ’ αυτό στην λογική της볅διαρκούς επανάστασης έγραφε: «Η Κομμουνιστική Διεθνής πρέπει να επεξεργαστεί και να θεμελιώσει θεωρητικά την θέση πως οι καθυστερημένες χώρες μπορούν, με την βοήθεια του προλεταριάτου των προηγμένων χωρών, να περάσουν στο σοβιετικό καθεστώς και ύστερα από ορισμένες βαθμίδες ανάπτυξης, να περάσουν στον κομμουνισμό, παρακάμπτοντας το καπιταλιστικό στάδιο ανάπτυξης..» .
Σύμφωνα και με τον ΝΙΚΟ ΨΥΡΟΥΚΗ ο Λένιν, προς το τέλος της ζωής του, «διαβάζοντας» σωστά το αντεπαναστατικό τέλμα των δυτικών ιμπεριαλιστικών μητροπόλεων είδε πως η επαναστατική τάση τραβάει προς την ανατολή(π.χ Κίνα). Έγραφε:«…Και η Ανατολή, από τα άλλο μέρος , μπήκε σε επαναστατική κίνηση λόγω ακριβώς του πρώτου αυτού ιμπεριαλιστικού πολέμου και τραβήχτηκε οριστικά στην γενική δίνη του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος…Εμάς μας ενδιαφέρει η τακτική που πρέπει να ακολουθήσουμε σαν κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσίας, σαν Σοβιετική Εξουσία για να εμποδίσουμε τα δυτικοευρωπαϊκά αντεπαναστατικά κράτη να μας συντρίψουν, για να εξασφαλίσουμε την ύπαρξη μας ως την επόμενη πολεμική σύγκρουση ανάμεσα στην αντεπαναστατική Δύση και στην επαναστατική εθνικιστική Ανατολή ». Ιστορικά αποδείχτηκε σωστή η πρόβλεψη του Λένιν, ανεξάρτητα εάν δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων η ηγεσία του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Η Κινεζική επανάσταση νίκησε εκεί που οι άλλες επαναστάσεις έχασαν, γιατί αν και σταλινικός ο Μάο δεν ακολούθησε δουλικά διαταγές του Στάλιν. Ενώ η κινεζική επανάσταση εκφυλλίστηκε γατί η εθνικιστική λογική του «σοσιαλισμού σε μόνο μια χώρα» έθαψε το διεθνιστικό κομμουνιστικό σχέδιο, δημιουργώντας μια νέα γενιά κόκκινων ελίτ.
Εν κατακλείδα: Αντίθετα με τους περισσότερους μαρξιστές στην εποχή του που έβλεπαν το έθνος μέσα από «…την οικονομική, πολιτιστική και ψυχολογική διάσταση του προβλήματος» ο Λένιν την έβλεπε μόνο μέσα από την πολιτική του οπτική. Η «αναγνώριση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης εχει πρωταρχική σημασία για την δημιουργία των όρων της διεθνιστικής ενότητας» . Στόχος του παρέμεινε αυτό που εξυπηρετούσε τους όρους του σοσιαλιστικού επαναστατικού μετασχηματισμού που εμποδίζονταν από εθνικισμό και τον σωβινισμό αλλά και ως ένα σημείο από το αφηρημένο διεθνισμό και τον αστικό κοσμοπολιτισμό.
Ο Λένιν αντιμετώπιζε με απόλυτο ρεαλισμό το εθνικό ζήτημα. Κατά συνέπεια αντι να το κρύβει κάτω από το χαλάκι, θεωρώντας το ένα άλυτο πρόβλημα, αποπειράθηκε αντί για πρόβλημα να γίνει όπλο στα χέρια των κομμουνιστικών επαναστατικών δυνάμεων. Αντί να εμμείνει στην κυρίαρχη αντίθεση κεφάλαιο-εργασία, αγνοώντας τις δευτερεύουσες αντιθέσεις, αποπειράθηκε με την βοήθεια της διαλεκτικής να τις «στρατεύσει» στην υπηρεσία της κυρίαρχης αντίθεσης.
Ο Τρότσκι υποστήριζε και αυτός το δικαίωμα στην εθνική αυτοδιάθεση ως ένα από τους όρους για να ενοποιηθεί το έθνος των καταπιεσμένων απέναντι στο έθνος των καταπιεστών. Ταυτόχρονα αναδείκνυε την αντικειμενική δυνατότητα για την ευρύτατες χωρικές και κρατικές συνενώσεις, μιλώντας για την βαλκανική ομοσπονδία ή και τις «δημοκρατικές Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης»
Η συγκεκριμένη προλεταριακή διεθνιστική πολιτική βοήθησε τα μέγιστα στο να συνδυαστεί διαλεκτικά το εθνικό με το ταξικό κατά την διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης, με αποτέλεσμα στο να απονευρωθούν οι μικροί και μεγάλοι εθνικισμοί. Μια πολιτική όμως που, όπως ξαναείπαμε δεν είχε συνέχεια. Ήδη από τα πρώτα χρόνια ο μεγαλορώσικος εθνικισμός με την βοήθεια ενός αφηρημένου ταξικισμού πήρε ξανά κεφάλι με εκφραστή τον Στάλιν. Είναι γνωστό πως η τελευταία μάχη του Λένιν ήταν ενάντια στο Στάλιν με αφορμή το Γεωργιανό ζήτημα .
Η μάχη δεν ήταν καθόλου τυχαία. Ούτε έκφρασε απλώς αντιθέσεις στο πολιτικό εποικοδόμημα. Είχε την βάση της στο μπλοκάρισμα της επαναστατικής διαδικασίας στα στενά εθνικά όρια της καθυστερημένης Ρωσίας. Από την μία εκφραζόταν η παράδοση του Οκτώβρη που εν τέλει θα ηττηθεί ολοκληρωτικά στις δίκες της Μόσχας και από την άλλη ήταν το γραφειοκρατικό μπλοκ του εθνικιστικού«σοσιαλισμού σε μόνο μια χώρα». Της νεο-τσαρικής σταλινικής αντεπανάστασης που πάτησε πάνω στην ήττα της σοσιαλιστικής επανάστασης στην δύση για να δυσφημήσει ανεπανόρθωτα την επαναστατική διεθνιστική παράδοση του Οκτώβρη.
Ήδη από το 1929 ο Στάλιν με ένα ανοικτά αντιμαρξιστικά τρόπο μιλάει με για σοσιαλιστικά έθνη , λες και το έθνος είναι μια κατηγόρια που θα υπάρχει στην κατώτερη και ανώτερη φάση του κομμουνισμού. Αλλά επίσης και στην μεταβατική φάση της δικτατορίας του προλεταριάτου που οι ταξικές αντιθέσεις είναι οξυμένες είναι αδιανόητο να μιλάμε για «σοσιαλιστικά έθνη» καθώς είναι ιδιαιτερα δύσκολο να μιλάμε για ολοκληρωμένο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Εκείνη την στιγμή το ιδεολόγημα των «σοσιαλιστικών εθνών» εξυπηρετούσε απόλυτα την κυριαρχη ιδεολογία της γραφειοκρατικής σταλινικής ελίτ, ενσωματώνοντας τις εργατικές μάζες, κύρια των Ρώσων, σπέρνοντας το εθνικιστικό δηλητήριο. Ενισχύοντας την αντεπαναστατική τάση στο χώρο της ΕΣΣΔ αλλά και παγκόσμια.
Κανείς βέβαια δεν μπορεί να μηδενίσει την τεράστια συνεισφορά των ηρωικών σοβιετικών μαζών στο παγκόσμιο αντιφασιστικό αγώνα κατά την διάρκεια του β΄ Παγκόσμιου πολέμου. Ένας αγώνας που στοίχισε στις σοβιετικές μάζες 20 εκατομμύρια νεκρούς. Ταυτόχρονα όμως σήμανε και την ολοκληρωτική και οριστική κυριαρχία του μεγαλορώσικου εθνικισμού και της αντικομουνιστικής σταλινικής και στην συνέχεια μετα-σταλινικής κλίκας πάνω στην κομμουνιστική διεθνιστική προοπτική. Μεγάλος πατριωτικός πόλεμος ονομάστηκε η αντίσταση των σοβιετικών μαζών και αυτό καθόλου τυχαία. Μια πολιτική που τους έφερε πολύ κοντά με τις ηγεσίες των ιμπεριαλιστικών κρατών. Βάζοντας στην άκρη την προοπτική της παγκόσμιας κομμουνιστικής επανάστασης.

«στα άρματα, στα άρματα, εμπρός στον αγώνα…. »

Ο συνδυασμός του εθνικισμού, της λογικής των συμμαχιών της εργατικής τάξης και του κομμουνιστικού κινήματος με τμήματα της αστικής τάξης και η υποταγή στην εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ έκανε μέγιστο κακό στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Ας δούμε την τραγική περίπτωση της Εαμικής Αντίστασης και της ελληνικής κομμουνιστικής αριστεράς.
Είναι ιστορικά τεκμηριωμένο πως το εθνικό ζήτημα στην Ελλάδα πήρε σε πολλές στιγμές αντιιμπεριαλιστικό και αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα. Ας τα πάρουμε με την σειρά: Μια εθνικοκοινωνική επανάσταση (1821) που ήταν από τις πλέον ριζοσπαστικές στην Ευρώπη. Μια επανάσταση που ανάγκασε την ντόπια αστική τάξη των παροικιών και των Φαναριωτών αλλά και τους ξένους πάτρωνες, σε συμβιβασμό με τις καταπιεζόμενες τάξεις στην ελληνική ενδοχώρα. Ένα κοινωνικό ρήγμα που οι κρατούντες θα το έβρισκαν μπροστά τους όλο τον 20ο αιώνα. Με κορυφαία στιγμή την εποποιία 1940-49.
Ταυτόχρονα στις αρχές του 20ου αιώνα η ιμπεριαλιστική πολιτική του Βενιζέλου - Βασιλιά οδήγησε στην ενοποίηση της Ελλάδας στα σημερινά σύνορα της, αλλά και στην εθνοκάθαρση της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας και της Μικράς Ασίας, με την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Μένοντας ανοικτό όμως το ζήτημα πληθυσμών σλαβικής προέλευσης που είχαν αποκτήσει μια ιδιαίτερη εθνική ταυτότητα και συνείδηση που τους διαχώριζε από τους Σέρβους και τους Βούλγαρους αλλά και από τους Έλληνες. Πληθυσμοί που ύστερα από το β’ παγκόσμιο πόλεμο δημιούργησαν την «Δημοκρατια της Μακεδονιας» στα πλαίσια της Ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Μεταφέροντας έως τα σήμερα ένα απόηχο του μακεδονικού ζητήματος με την άρνηση της Ελλάδας να αναγνωρίσει την «Δημοκρατία της Μακεδονιας».
Μια εθνικιστική πολιτική που έχει εγκλωβίσει πλέον και την αστική τάξη της Ελλάδας που αρνείται να αναγνωρίσει το δικαίωμα του εθνικού προσδιορισμού. Μια αδιέξοδη πολιτική που βάζει φωτιά στα εθνικιστικά μίση, την ίδια στιγμή που η ελληνική αστική τάξη εχει αποικίσει οικονομικά την «Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Εξαιτίας του «Μακεδονικού», είναι νομίζω αναγκαιότητα να αναφερθούμε στην στάση της ελληνικής κομμουνιστικής αριστεράς που δυστυχώς δεν ξεκαθάρισε και δεν ξεκαθαρίζει την θέση της. Δεν ακολούθησε και δεν ακολουθεί τα Λενινιστικά μοτίβα που συνδέουν το εθνικό ζήτημα με την προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Ίσως γιατί δεν πιστεύει πλέον σ αυτήν. Δηλαδη να επιλέξει την πολιτική που σπάει το εθνικιστικό δηλητήριο και εδώ και εκεί. Την πολιτική που αναγνωρίζει την συνταγματική ονομασία της διπλανής χώρας. Όχι γιατί ιστορικά έχουν δίκαιο οι εθνικιστές της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» ή αντίθετα οι έλληνες εθνικιστές αλλά γιατί το πολιτικό διακύβευμα είναι το σπάσιμο του εθνικιστικού δηλητηρίου.
Αλλά ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε λίγο με την κορυφαία στιγμή που το εθνικό ζήτημα απέκτησε αντιιμπεριαλιστικό–αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα. Την ΕΑΜική Αντίσταση. Μελετώντας τα γεγονότα , που τόσα έχουν γραφτεί για αυτά, δεν μπορούμε να τα δούμε αποκομμένα από την ολότητα των γεγονότων, των δυνατοτήτων, και την υλική βάση δημιουργίας αυτών που έγιναν και αυτών που θα μπορούσαν να ꀀίνουν. Από την εξέλιξη της ενότητας των αντίθετων, όπως είναι το εθνικό-διεθνικό ή το εθνικό-ταξικό. Όπως επίσης πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψην όχι απλώς τα θεωρητικά εργαλεία των πολιτικών δυνάμεων αλλά πρώτιστα τις ίδιες τις επιθυμίες των λαϊκών μαζών, και των οργανωμένων δυνάμεων οι οποίες τελικά καθόρισαν την έκβαση των γεγονότων.
Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένα το τι θέλουμε να πούμε: Η περίοδος 40-49 ήταν η στιγμή που η ιστορία προχώρησε με άλματα, ρήξεις, τομές αλλά και πισωγυρίσματα. Όπου οι συσσωρευμένες αντιθέσεις μετατράπηκαν στην σκηνή ενός αιματηρού θέατρο του δρόμου. Μιας “comedia de larte”, των ανεκπλήρωτων λαϊκών επιθυμιών και των ανολοκλήρωτων κοινωνικών μετασχηματισμών. Με «ηθοποιούς»τον απλό λαϊκό άνθρωπο που κατανόησε έστω και για λίγο πως αυτός μπορεί να γίνει ο πρωταγωνιστής των ιστορικών εξελίξεων. Και με μια αδήριτη διαλεκτική αναγκαιότητα «που εμπεριέχει ως ουσιώδες συστατικό την τυχαιότητα και την επαναστατική ανατρεπτική δράση για την ελευθερία».
Η περίοδος 40-49 ως τομή του χωροχρονικού συνεχές άνοιξε τον δρόμο με τα υλικά του παρόντος που όμως είχαν κληροδοτηθεί από το παρελθόν, έχοντας το άρωμα του αύριο. Το άρωμα της ουτοπίας. Το υπόβαθρο της έκρηξης των αντιθέσεων βρίσκεται στην βιο-ιστορία του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός στην περίοδο του μεσοπολέμου ήταν από κάθε άποψη ένας σχετικά αναπτυγμένος καπιταλισμός ενταγμένος στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, σαφώς σε κατώτερη θέση. «Έτσι αυτή η οικονομία αναγκαστικά έχει μέσα της συνθεμένες και ιστορικώς αδιάλυτα συμπλέγματα και τις δύο τάσεις, της καπιταλιστικής ανατολής και της καπιταλιστικής δύσης μαζί. Μιας διπλής ‘βαρβαρότητας’ : ‘απολίτιστης’ μαζί και ΄πολιτισμένης’ …» .
Με αλλά λόγια δεν έχουμε να κάνουμε με ένα καθυστερημένο αστικό σχηματισμό με ανοικτά εθνικά ζητήματα που ήταν αναγκαίο να περάσει από μια αστικοδημοκρατική επανάσταση, αλλά με ένα ολοκληρωμένο καπιταλιστικό σχηματισμό όπου οι προκαπιταλιστικοί οικονομικοί και πολιτισμικοί κόμβοι εξυπηρετούν απόλυτα τις προϋποθέσεις καπιταλιστικής συσσώρευσης. Ενώ την ίδια στιγμή η διευρυμένη μικρή ιδιοκτησία ήταν μέσο ενσωμάτωσης των λαϊκών στρωμάτων, απόρροια αντιθέσεων που εκκινούνε από το λαϊκό ριζοσπαστισμό που ανέδειξε η ανολοκλήρωτικη εθνοκοινωνική επαναστατική διαδικασία του «1821».
Κατά συνέπεια η μόνη επανάσταση που ήταν δυνατή στην Ελλάδα ήταν η σοσιαλιστική επανάσταση. Αντίθετα αυτή η πολιτική που επικράτησε ήταν του ΚΚΕ με την 6 ολομέλεια του 1934. Διακηρύσσοντας πως η επανάσταση στην Ελλάδα «θα έχει αστικο-δημοκρατικό και όχι σοσιαλιστικό χαρακτήρα. Πρόκειται για την θεωρία των ‘’σταδίων’’ : οι συνθήκες δεν είναι ‘’ώριμες’’ για τον σοσιαλισμό , η εργατική τάξη πρέπει πρώτα να κάνει στην άκρη τα ‘’μισοφεουδαρχικά κατάλοιπα’’ της κοινωνίας.. και μόνο μετά από όλα αυτά θα μπορούσε να διεκδικήσει για λογαριασμό της την εξουσία» .
Μια ολότελα λαθεμένη αντίληψη στο κρίσιμο σημείο, όπου οι δευτερεύουσες αντιθέσεις όπως είναι το εθνικό , έμπαιναν στην γωνία και η κυρίαρχη αντίθεση εκφραζόταν σε όλη την ολότητα της, αυτή η πολιτική όχι μόνο αναδείχτηκε ανεπαρκής αλλά και εγκληματική.
Στην ουσία της αυτή η πολιτική ήταν η απάρνηση της επαναστατικής ανεξαρτησίας του προλεταριάτου και των συμμάχων του, που οδήγησε το ΚΚΕ και το ΕΑΜ να γίνουν ουρά των ελλήνων αστών και των ξένων πατρώνων. Η πολιτική των αντιφασιστικών αγώνων που υπότασσε το ταξικό στο εθνικό.
Τα αποτελέσματα γνωστά. Σφαγή του πνέον προχωρημένου επαναστατικού κινήματος στην Ευρώπη. Ενός κινήματος που για πάνω από 3 χρόνια δημιούργησε δομές δυαδικής εξουσίας. «Περνώντας από το σχολείο του βουνού, πλατειές εργατικές, αγροτικές και μικροαστικές μάζες έμαθαν να κάνουν πόλεμο ενάντια στο καθεστώς. Έμαθαν να πυροβολούν ενάντια στις οπλισμένες δυνάμεις της μπουρζουαζίας. Έμαθαν να καταπατούν τους νόμους και να σπάζουν την καπιταλιστική πειθαρχία…Έμαθαν να κατακτούν περιοχές και να τις κυβερνούν , να δικάζουν…Έμαθαν ότι η κατάληψη της εξουσίας δεν είναι πράγμα αδύνατο» .
Είναι πλέον ιστορικά εξακριβωμένο πως οι πρώτες ανταρτικές ομάδες φτιάχτηκαν «στην αρχή αυθόρμητα , χωρίς καθοδήγηση. Κανένα κόμμα δεν είχε πάρει απόφαση για ένοπλο αγώνα» Στην αρχή οι αντιδράσεις ηταν ατομικές , στην συνέχεια έχουμε τις πρώτες αντάρτικες ομάδες. Μόνο η «επέμβαση του ΕΛΑΣ υπό την ηγεσία του Άρη Βελουχιώτη έστρεψε αυτό το δυναμικό σε επαναστατική κατεύθυνση» .
Ένα κίνημα που μετατράπηκε σε εθνική επαναστατική δύναμη. Και είναι ιστορικά καθορισμένο πως όταν ένα λαϊκό επαναστατικό κίνημα φτάσει σε αυτό το σημείο «ο αγώνας πρέπει να ολοκληρωθεί είτε με την πιο λαμπρή νίκη είτε με την πιο τρομακτική ήττα», όπως γράφει και ο Τρότσκι στο:«η Γαλλική επανάσταση άρχισε» το 1934. Ένας συμβιβασμός ανάμεσα στα μπλοκ ήταν αδύνατος και η επανάσταση του Δεκέμβρη αναπόφευκτη.
Ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος ήταν ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος, μια «σύγκρουση ανάμεσα σε δύο ιμπεριαλισμούς για το ξαναμοίρασμα του κόσμου» αλλά η σταλινική ΕΣΣΔ παίζοντας ανοικτά τα ταξικά συμφεροντα της το μετέτρεψε σε αντιφασιστικό πόλεμο «παίρνοντας στο λαιμό της» τις ηγεσίες των επαναστατικών κινημάτων , όπως ηταν του ΕΑΜ.
Εκεί που χρειαζόταν μια ξεκαθαρη ηγεσία με στρατηγικό επαναστατικό προσανατολισμό, την σοσιαλιστική επανάσταση, υπήρχε μια ηγεσία με ένα μικροαστικό εθνικιστικό πρόγραμμα , ουρά της εξωτερικής σοβιετικής πολιτικής.«Οι μάζες στην Ελλάδα φλέγονταν από επαναστατική αποφασιστικότητα και επιθυμούσαν να προετοιμάσουν την ανατροπή όλων των καταπιεστών, ναζί και ελλήνων. Αντι να δώσουν στο μαζικό κίνημα ένα επαναστατικό πρόγραμμα παρόμοιο με το 1917, και να προετοιμάσουν τις μάζες για την κατάληψη της εξουσίας, οι σταλινικοί οδήγησαν το κίνημα στο αδιέξοδο του λαϊκομετωπισμό».
Μόνο ο Άρης Βελουχιώτης προσέγγιζε μια επαναστατική προοπτική. Στο λόγο του στην Λαμία συναντάμε την απόπειρα να γονιμοποιηθεί η κομμουνιστική αντίληψη με την παραδοσιακή εθνοκεντρική αντίληψη. Αρχαία Ελλάδα, Εικοσιένα με «στόχο να συνεγείρει την παραδοσιακή/αγροτική κοινωνία» με στόχο οι τελευταίοι ν ‘ρθουν πρώτοι, να μετατραπούν σε υποκείμενο της ιστορίας. Γράφει: «..τον κομουνισμό θα τον επιβάλετε εσείς και όχι το ΚΚΕ..». Μια απόπειρα έκφρασης της ανισόμερης και συνδυασμένης ανάπτυξης στο επίπεδο της ιδεολογικής επαναστατικής συγκρότησης. Πως δηλαδή στοιχεία από το παρελθόν θα μετουσιωθούν σε μια μοντέρνα επαναστατική ταυτότητα. Πως το εθνικό γεννοβολάει το ταξικό. Ένα γεγονός που θα το συναντήσουμε τόσο στην Επαναστατημένη αγροτική Κίνα όσο και στην επαναστατική αριστερά της Νοτίου Αμερικής.
Ο Άρης όμως ήταν μόνος του. Και απομονωμένος. Το ΚΚΕ δεν κατείχε μια ξεκάθαρη στρατηγική. Αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην επαναστατική διέξοδο και στο συμβιβασμό με την αστική τάξη και τους ξένους πάτρωνες. Ένας συμβιβασμός από κάθε άποψη αδύνατος.«Η ισχύς του ΕΑΜ αποτελούσε εμπόδιο για τους βρετανούς, ενώ για τα ελληνικά αστικά κόμματα, τα οποία είχαν ήδη απολέσει σημαντικό μέρος της επιρροής και των ερεισμάτων, η προσδοκία της ανάκαμψης έκανε αναγκαία τη συσπείρωση τους στο πλευρό της Βρετανίας, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το ΕΑΜ με ένα ενιαίο πολιτικό μέτωπο» . Αντίθετα το ΚΚΕ από την μία, στην γραμμή της εθνικής ενότητας στο Δεκέμβρη «κατέφυγε σε μια περιορισμένης έκτασης στρατιωτική κινητοποίηση…για να εξασφαλιστεί ένας πολιτικός συμβιβασμός» , υπογράφοντας την Βάρκιζα, παραδίδοντας τα όπλα του αγωνιζόμενου λαού στον εχθρό. Ενώ από την άλλη, η αποχή από τις εκλογές το 1946 , έδωσε την εύκαιρα στο αντικομουνιστικό μπλοκ να βγάλει «εκτός νόμου» τον κόσμο του ΕΑΜ.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί πως ακόμη και στην φάση του εμφύλιου, ενώ επρόκειτο για ένα καθαρά κοινωνικό πόλεμο, το ΚΚΕ, σε μια εθνοκεντρική λογική, επιλέγει να μιλήσει για ένα «πατριωτικό», «αντιφασιστικό», «αντιιμπεριαλιστικό» ένοπλο αγώνα ενάντια στην άγγλους και την ελληνική ολιγαρχία, αδύνατο να συντάξει μια λενινιστική γραμμή πάνω στην σχέση εθνικού-ταξικού.
Ενώ δεν πρέπει να ξεχνούμε πως μεγάλες ευθύνες έχει και η ΕΣΣΔ που δεν στήριξε τον ένοπλο αγώνα των ελλήνων κομμουνιστών. Όπως γράφει και ο Θ. Σφήκας «κατά το τελευταίο έτος του εμφυλίου η ελληνική κυβέρνηση απολάμβανε την στήριξη των ΗΠΑ και της Βρετανίας, ενώ το ΚΚΕ το υποστήριζε μόνο η Αλβανία..»
Κάπως έτσι, χάθηκε η τελευταία επαναστατική κατάσταση στην Ελλάδα τον 20ο αιώνα. «Καταστρέφοντας» τις κοινωνικές δυνάμεις που μπορούσαν όχι μόνο να αλλάξουν την χώρα αλλά και να διαφοροποιήσουν γεωπολιτικά το στάτους της Γιάλτας. Αλήθεια εάν επικρατούσε το ΕΑΜ τι διαφοροποιήσεις και αλλαγές θα’ χαμε στην παγκοσμια αρένα. Μήπως την επικράτηση των Εαμικών δυνάμεων την φοβόταν εξίσου οι έλληνες και ξένοι καπιταλίστες, όσο και σοβιετικοί γραφειοκράτες;;

«,,,Ο χαρακτηρισμός του ΕΑΜ σαν ένα κίνημα που αποτελεί προέκταση του αγγλοσαξονικού μετώπου επιχειρήσεων στο εσωτερικό της χώρας, είναι όχι μόνο στείρος,
μα και αντικειμενικά αντεπαναστατικός…» Γιώργος Βιτσώρης
Η γοητεία του τροτσκισμού είναι η καθαρή του αρνητικότητα˙ η κατηγορηματική άρνηση του εθνισμού σε μία περίοδο εθνικής κατοχής˙ η ένταση του διεθνισμού του˙…»

Δεν θα’ ταν ιστορικά και πολιτικά πρέπον να μην αφιερώσουμε λίγο χρόνο στο ηρωικό ελληνικό τροτσκισμό. Και στο πως αυτός αντιμετώπισε την αντίθεση εθνικού-ταξικού στην φάση της κατοχής. Εάν η σταλινική ηγεσία του ΕΑΜ υπόταξε το ταξικό στο εθνικό, αντίθετα ο ελληνικός τροτσκισμός αυτονόμησε το ταξικό από το εθνικό. Επιλέγοντας μια «καθαρή επαναστατική γραμμή» που αδυνατούσε να προσεγγίσει τις μεγάλες λαϊκές μάζες. Μπορεί «ο πόλεμος και λιμός[να] είχαν ριζοσπαστικοποιήσει την λαϊκή κοινή γνώμη» και για αυτό άλλωστε «το ΕΑΜ εστίασε στα καθημερινά παράπονα του κόσμου» και όχι σε ένα γενικόλογο πατριωτισμό αλλά τούτο δεν μείωνε καθόλου το εθνικό πρόβλημα που προέκυψε με την κατοχή της Ελλάδας από το Ναζί. Και σε αυτό δεν απαντούσαν οι τροτσκιστικές ομάδες. Επαναστατικά οπτιμιστές, που «θεμελιωνόταν στην πίστη ότι ο καπιταλισμός την εποχή εκείνη είχε αγγίξει τα όρια των δυνατοτήτων του και οποιαδήποτε παραπέρα ανάπτυξη ηταν αδύνατη..» , έβλεπαν μια νέα επαναστατική κατάσταση σε ανατολή και δύση, ύστερα από το πέρας του πολέμου. Αρνούνταν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με ένα διαλεκτικό μάτι. Να δουν πως το καθήκον τους ήταν «όχι να γυρίσουμε την πλάτη στις μάζες και να μείνουμε “πάνω από το ρεύμα”, αλλά να μπούμε μέσα στον αγώνα με το πρόγραμμα και τα συνθήματα μας και να προσπαθήσουμε να του δώσουμε ένα ταξικό και διεθνιστικό χαρακτήρα. “Ενάντια στο ρεύμα” δεν σημαίνει “πάνω από το ρεύμα» .
Συνεπάγεται, όπως γραφει και επαναστάτης κομμουνιστής Γιώργος Βιτσώρης «Ποια θα έπρεπε να είναι η πολιτική των τμημάτων της Τέταρτης Διεθνούς; Να αναγνωρίσουν το κίνημα των μαζών ενάντια στον ντόπιο καπιταλισμό και ενάντια στην ξένη καταπίεση σαν ένα κίνημα γεννημένο αυθόρμητα μέσα στις συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την κατοχή. Να καταγγείλουν τη συμμαχία των εργατικών κομμάτων με τις εθνικές αστικές οργανώσεις “αντίστασης”. Να καταγγείλουν το σοβινιστικό χαρακτήρα της σταλινικής και σοσιαλιστικής πολιτικής. Να της αντιτάξουν ένα πρόγραμμα πάλης βασισμένο πάνω στην πάλη των τάξεων και το διεθνισμό. Στο σύνθημα “Θάνατος στους γερμαναράδες”!, να αντιτάξουν το σύνθημα της συναδέλφωσης με τους γερμανούς στρατευμένους εργάτες.» . «Το ζήτημα δεν είναι να διακηρύσσουμε αφηρημένα και γενικά το σοσιαλιστικό πρόγραμμα, την αναγκαιότητα της προλεταριακής επανάστασης και τον αντιδραστικό χαρακτήρα της φύσης και της πολιτικής του σταλινισμού, αλλά να τα αποδείξουμε όλα αυτά στις μάζες μέσα από τη δική τους συγκεκριμένη εμπειρία.» . Εάν είναι αλήθεια πως η κρίση της εποχής μας είναι «κρίση της επαναστατικής ηγεσίας» τότε και οι τροτσκιστικές οργανώσεις φάνηκαν και αυτές να ‘ναι ανάξιες ηγεσίες για το ένοπλο λαό, που πίεζε τις ηγεσίες του ΕΑΜ να προωθήσουν μέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης και σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Φυσικά είναι άδικο να απαιτούμε από ένα πολιτικό κίνημα λίγων εκατοντάδων αγωνιστών, που λειτουργούσαν σε διπλή παρανομία (από τους φασίστες και από τους σταλινικούς) και που είχε εκατοντάδες εκτελεσμένους και από το φασισμό και από τους σταλινικούς να μετατραπούν στην φυσική ηγεσία του ένοπλου λαού.
Η αποτυχία του ελληνικού αλλά και διεθνούς τροτσκισμού, βρίσκεται στο γεγονός πως η διαλεκτική της ιστορίας δεν κινείται με ιστορικές αναλογίες. Ανεξάρτητα απο γεγονός πως όντως ο πόλεμος αλλά και η επανάσταση ειναι αποτέλεσμα της έκρηξης της αντίφασης ανάμεσα στις παγκόσμιες παραγωγικές δυνάμεις και της αναχρονιστικής μορφής του έθνους-κράτους. «Ο πόλεμος είναι κατά βάση μια στυγερή εξέγερση των παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στην πολιτική μορφή του έθνους-κράτους και φανερώνει την κατάρρευση του έθνους-κράτους σαν ανεξάρτητη μονάδα…Το έθνος- κράτος , η σημερινή πολιτική του μορφή , είναι πολύ μικρή για την εκμετάλλευση αυτών των παραγωγικών δυνάμεων..».
Καθώς μαζί με τον άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, εκφράστηκαν εθνικοαπελευθερωτικές συνιστώσες, ως συνέπεια των ιμπεριαλιστικών πολεμικών παρεμβάσεων που υποτίμησαν οι διεθνιστικές τροτσκιστικές δυνάμεις. Ας μην ξεχνάμε πως σύμφωνα και με το Λένιν στην εποχή του Ιμπεριαλισμού, ένας εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος είναι ένας δίκαιος πόλεμος που έχει την άνευ όρων στήριξη των κομμουνιστικών δυνάμεων και του εργατικού κινήματος. Γράφει ο Ε.ΜΑΝΤΕΛ: «Ας υπογραμμίσουμε εδώ μονάχα το ιδιαίτερο καθήκον του εργατικού κινήματος των ιμπεριαλιστικών χωρών να υποστηρίζουν χωρίς όρους κάθε κίνημα και κάθε πραγματική δράση των μαζών στις αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση στις οποίες υποβάλλονται από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις…» Στο ΕΑΜ, όπως και στην Κίνα το εθνικοαπελευθερωτικό και το ταξικό συνδυαζόταν. Στην πρώτη περίπτωση το εθνικό έπνιξε το ταξικό , στην δεύτερη ως ένα σημαντικό βαθμό το ταξικό καθόρισε το εθνικό , ενάντια και στον Στάλιν, και νίκησε, αν και όχι συνολικά.
Κατά συνέπεια ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος δεν μπορούσε να είναι μια επανάληψη του α΄ παγκόσμιου πολέμου. Η λενινιστική διαλεκτική του εθνικού-ταξικού, η διαλεκτική πόλεμου-επανάστασης έπρεπε να επανακαθοριστεί. Παίρνοντας υπόψην τόσο τον αναδυόμενο καπιταλιστικό ολοκληρωτισμό, όσο και το κακέκτυπο του στην ανατολή, τον σταλινισμό. Το γεγονός πως όντως η επαναστατική διαλεκτική έβλεπε προς την ανατολή και η αντεπαναστατική τάση καθόριζε τις εξελίξεις στην Δύση. Πως στην ιστορική εξέλιξη δεν χωράνε ντετερμινισμοί και βολονταρισμοί. Να πάρει υπόψην το γεγονός πως το παγκόσμιο επαναστατικό πνεύμα εχει πολύ δρόμο μπροστά του.
Απο την πλευρά του ο Λ.Τρότσκι σαν μεγάλος διαλεκτικός «στο τελευταίο χρόνο της ζωής του είδε την πιθανότητα μιας άλλης ιστορικής πορείας: υποθέτοντας την αδυναμία του προλεταριάτου να ανατρέψει τη σταλινική γραφειοκρατία και να πραγματοποιήσει την επανάσταση στην Δύση κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου , έθεσε υπό ερώτημα την απελευθερωτική δύναμη του προλεταριάτου και το ρεαλιστικό του σοσιαλιστικού προτάγματος, δύο βασικές παραδοχές του μαρξισμού:’’Έαν το παγκόσμιο προλεταριάτο αποδεικνυόταν ανίκανο να πραγματοποιήσει την αποστολή του που του ανατέθηκε από την πορεία της εξέλιξης , τότε τίποτα άλλο δεν θα απέμενε παρά να αναγνωρίσουμε ανοικτά ότι το σοσιαλιστικό πρόγραμμα που βασίστηκε στις εσωτερικές αντιφάσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας τελείωσε ως ουτοπία..» Η δολοφονία του από τον Στάλιν τον απότρεψε να εξάγει τα αναγκαία συμπεράσματα απο τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Από ένα παγκόσμιο πόλεμο που κατέρριψε κάθε είδους γραμμική αισιοδοξία. Αυτό δεν κάνει την σοσιαλιστική προοπτική απαραίτητα ουτοπία εκτός και αν ουτοπία είναι «αυτό που δεν υπάρχει ακόμη», όπως το όρισε και ο Ε.ΜΠΛΟΧ.
Ο συνεπής, αδιάλλακτος και εν πολλοίς αντιδιαλεκτικός διεθνισμός των τροτσκιστών στην κατοχή , τους μετατρέπουν σε ένα από τους τελευταίους εκφραστές του διεθνιστικού κομμουνιστικού ρεύματος. Ενός ρεύματος που γεννήθηκε με το κομμουνιστικό μανιφέστο και ξεψύχησε στα χαλάσματα του Β΄ Πολέμου. Με την επικράτηση του εθνικισμού στο κομμουνιστικό κίνημα. Σε αυτό το εθνικιστικό κλίμα γεννήθηκε η αντίληψη του Σβορώνου για το «αντιστασιακό χαρακτήρα του ελληνικού έθνους» . Όπως γράφει και ο Α. ΝΕΓΚΡΙ και το αναφέρει ΜΑΡΙΟΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛΙΔΗΣ « ..’’η έννοια της κομμουνιστικής επανάστασης – το απεδαφικοποιημένο φάντασμα που είχε στοιχειώσει την Ευρώπη και τον κόσμο και…που είχε κατορθώσει να συνενώσει αποστάτες , διεθνιστές παρτιζάνους , απεργούς εργάτες και κοσμοπολίτες διανοούμενους–μετατράπηκε εν τέλει σε ένα επανεδαφικοποιημένο καθεστώς εθνικής κυριαρχίας’’…» . Στην άνευ όρων υπεράσπιση της «πρώτης σοσιαλιστικής πατρίδας» Μια αντίληψη που δεν είχε να κάνει με το Λενινιστικό διεθνιστικό σχέδιο, ανεξάρτητα εάν κυριάρχησε ως μαρξισμός-Λενινισμός, που δεν είναι τίποτε άλλο από σκέτα- νέτα Σταλινισμός!!!!!
Ενός επαναστατικού ρεύματος που τις παραδόσεις του ίσως και να πρέπει να ξαναδούμε στα πλαίσια μιάς διεθνιστικής κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Για να καταφέρουμε να διαχωριστούμε τόσο από το εθνοκομμουνιστικό ρεύμα όσο και από το αστικό κοσμοπολιτισμό. Σε μια εποχή που η παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός στην πλέον ολοκληρωτική φάση του συνυπάρχει ανταγωνιστικά και συγκρουσιακά με μορφές εθνικιστικής αναδίπλωσης. Όπως είναι το ρεύμα του ισλαμικού θεμελιωτισμού.

Προς τον 21ου αιώνα

Θα είναι λάθος να νομίζουμε πως έφτασε η εποχή να ξεμπερδεύουμε με την έννοια του έθνους , όσο κι αν κάποιοι το επιθυμούν ή το φοβούνται. Το έθνος δεν είναι απλώς μια ψευδής συνείδηση που κατασκευάστηκε από το κράτος του κεφαλαίου που η παγκοσμιοποίηση του θα αφήσει πίσω του. Το έθνος αντανακλά μια κοινότητα υλικών όρων και προσδιορισμών και στο βαθμό που αυτοί οι υλικοί όροι εκφράζονται με την μία ή την άλλη μορφή , θα υπάρχει και το έθνος. Ενα έθνος είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Τα χαρακτηριστικά που το απαρτίζουν αλλάζουν καθημερινά -γεννιούνται και πεθαίνουν Τα ίδια τα "χαρακτηριστικά" του έθνους -οι αντιλήψεις, η γλώσσα κλπ- αλλάζουν. Το "έθνος", όπως και κάθε ζωντανός οργανισμός που βρίσκεται διαρκώς κάτω από την διαδικασία του μετασχηματισμού, δεν "χωράει" στην τυπική λογική. Ούτε όμως και στα διάφορα «διαλεκτικά» σχήματα που κατασκεύασαν κατά καιρούς οι «καντιανοί» φορμαλιστές της αριστεράς.
Το ίδιο δεν μπορεί ακριβώς να διατυπωθεί με το έθνος-κράτος. Το τελευταίο αλλάζει χαρακτήρα. Π.χ σήμερα αποδυναμώνεται σε παραγωγική βάση, ενισχύει όμως τα κατασταλτικά του χαρακτηριστικά. Με την βοήθεια και των αντιτρομοκρατικών δομών με ηγεσία την νέα Ρώμη , τις ΗΠΑ. Αλλά σε τελευταία ανάλυση αυτό πραγματοποιείται στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Είναι δύσκολο το έθνος-κράτος να μπορεί να συνεχίζει να υπάρχει στην παγκοσμιοποιημένη κοινότητα της πρώτης φάσης του κομμουνισμού. Το ίδιο δεν ισχύει απόλυτα για την εθνοτική ταυτότητα. Οι εθνoτικές ταυτότητες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα συνεχίσουν να συντροφεύουν την ανθρώπινη κοινότητα μέχρι την ανώτερη, καθολικοποιημένη κομμουνιστική κοινότητα. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό.
Με την γλώσσα του Β.Α. Βαζιούλιν και της «Λογικής της Ιστορίας»: «Η ανάδειξη της λογικής της ιστορίας επιτρέπει την θεώρηση της ιστορικής διαδικασίας ως αντιφατικής πορείας βαθμιαίου μετασχηματισμού των κατ’ εξοχήν φυσικών (γεωγραφικών, οικολογικών, κλιματολογικών, βιολογικών κ.λ.π.) δεσμών σε καθ’ εαυτώ κοινωνικούς,…Στην πορεία αυτή συγκροτούνται, ανασυγκροτούνται, μετασχηματίζονται, αλληλεπιδρούν, είτε ακόμα και εξαλείφονται ποικίλα μορφώματα και κατηγοριοποιήσεις του πληθυσμού…..Οι ταξικοί σχηματισμοί συνιστούν διαβαθμίσεις αλληλεπίδρασης - μετασχηματισμού της κοινότητας από την ιδιωτική ιδιοκτησία, μέχρι την ουσιαστική «άρση» της πρώτης, όταν η δεύτερη αποκτά αντίστοιχη του εαυτού της βάση (κεφαλαιοκρατία), οπότε και οι τάξεις αποκτούν την πλέον ανεπτυγμένη μορφή τους. Σε αυτούς τους σχηματισμούς μορφοποιητικό διαρθρωτικό ρόλο διαδραματίζουν εναλλασσόμενες στον ιστορικό χώρο και χρόνο πληθυσμιακές ομάδες - ιστορικές κοινότητες: αγέλες - γένη - φυλές - λαοί - εθνοτικές (ethnic) ομάδες – έθνη...»
Κατά συνέπεια η σύγχρονη αριστερά, εάν επιθυμεί να παίξει σημαίνοντα ρόλο στον 21ο αιώνα θα πρέπει να μελετήσει διαλεκτικά το εθνικό ζήτημα στην ολότητα του και να ερευνήσει σε βάθος την σχέση του με την κυρίαρχη αντίθεση κεφάλαιο-εργασία. Ιδιαίτερα σε μια ιστορική στιγμή όπου η «απουσία άμεσα ορατής και συνεγείρουσας προοπτικής (στην κατεύθυνση της επαναστατικής απελευθέρωσης - χειραφέτησης της ανθρωπότητας) ωθεί στο επίπεδο της καθημερινής συνείδησης σε προσφυγή σε (αυθεντικά ή επίπλαστα) αρχέγονα, παραδοσιακά και κατά το δυνατόν άμεσα αντιληπτά και δεδομένα ερείσματα - κριτήρια ομαδοποιήσεων, αντιπαλοτήτων, εντάξεων και αποκλεισμών. Αυτή η εν πολλοίς ασυνείδητη προσφυγή στο (συχνά απρόβλεπτο και λόγω του υπερβάλλοντος ζήλου των κονδυλοφόρων) παρελθόν, συνιστά και υπαρξιακή ανάγκη επιβίωσης μέσω «συλλογικών εγωισμών» (ψευδοσυλλογικότητες) σε συνθήκες εκ πρώτης όψεως ανυπέρβλητης κυριαρχίας του αδυσώπητου ανταγωνισμού, σε μια κατακερματισμένη και σπαρασσόμενη από αντιφάσεις ανθρωπότητα (βλ. ιδεολογήματα περί εθνικών δικαίων και ζωτικών συμφερόντων, περί «συγκρούσεως πολιτισμών» τύπου Σ. Χάντικτον).»
Στην αρχή του 21ου αιώνα δυο τάσεις συγκρούονται ανοικτά. Η τάση υποταγής της Αμερικάνικη παγκοσμιοποίηση και η τάση της υπεράσπισης των εθνικών χαρακτηριστικών και κρατών απέναντι στην παγκοσμιοποίηση Η τάση αφομοίωσης στο δυτικό τρόπο ζωής και η τάση της αυτόνομης έκφρασης διαφορετικών πολιτισμικών και θρησκευτικών στοιχείων. Φυσικά η δεύτερη τάση γεννιέται ως άρνηση και απάντηση της κυρίαρχης τάσης, που είναι η τάση της παγκοσμιοποίησης. Ενώ η σύγκρουση των δυο τάσεων δεν μπορεί να δοθεί αυτόνομα από τις γεωπολιτικές ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Ιδιαιτερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Νοτίου Αμερικής.
Ένα είναι το σίγουρο, ο Ανατολικός και ο Νότιος άνεμος έχουν ανεβάσει τον πήχη της αντιπαράθεσης με το παγκόσμιο καπιταλιστικό πλέγμα, ενώ η «Ευρώπη» πρέπει να αναδείξει τον άλλο χειραφετικό λόγο, για να μην εκπέσει στην κατηγορία των «μη-ιστορικών λαών», πιστός ακόλουθος του παγκόσμιου αυτοκράτορα, των ΗΠΑ. Που μοιάζει με την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, στην αρχή της παρακμής της.
Την ίδια στιγμή, η αποεδαφικοποίηση του κεφαλαίου και της εργασίας διαρρηγνύει τις δομές του έθνους κράτους και του διαφωτιστικού μοντέλου. Αποδομώντας τις κατακτήσεις των αστικών επαναστάσεων. Μεταφορτώνοντας την γη σε ένα σε ένα παγκόσμιο στρατόπεδο συγκέντρωσης . Πως εξελίσσεται η σχέση εθνικού- ταξικού σε αυτές τις συνθήκες;; Αυτό είναι ένα ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσει με κάθε σοβαρότητα και διαλεκτική επάρκεια μια σύγχρονη επαναστατική αριστερά

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ

Ιωάννινα 21/3/07

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Κ. ΜΑΡΞ- «Κεφάλαιο» –Σύγχρονη Εποχή
2. Κ. ΜΑΡΞ -«Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», Σύγχρονη Εποχή- 2000
3. ΜΑΡΞ- Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ –«Γερμανική ιδεολογία»- Gutenberg- 1979
4. ΑΠΑΝΤΑ ΛΕΝΙΝ- «Σύγχρονη Εποχή»
5. Β. Ι. ΛΕΝΙΝ- «Τελευταία γράμματα και άρθρα»-Σύγχρονη Εποχή-1982
6. Λ. ΤΡΟΤΣΚΙ –«Τα Βαλκάνια και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-13»- θεμέλιο- 1993
7. Λ. ΤΡΟΤΣΚΙ – «Ο Πόλεμος και η Τετάρτη διεθνής»- αλλαγή-1984
8. Λ. ΤΡΟΤΣΚΙ- «Η θανάσιμη αγωνία του καπιταλισμού και τα καθήκοντα της Τετάρτης διεθνούς.(Το Μεταβατικό πρόγραμμά)»- Αλλαγή- 1985
9. Ε.ΜΑΝΤΕΛ- «Εισαγωγή στον Μαρξισμό»-Εργατική Πάλη –2001
10. ΜΙΣΕΛ ΛΕΒΙ –« Το εθνικό ζήτημα»- Στάχυ – 1993
11. L. και A. Chabry, «Oι Μειονότητες , Εθνικές και Θρησκευτικές στη Μέση Ανατολή». Αθήνα, Θετίλη 1987
12. Μ.ΧΑΡΝΤ- Α. ΝΕΓΚΡΙ- «Αυτοκρατορία»-scripta- 2002
13. TONI NEGRI– «Το πλήθος και η Μητρόπολη» Ελευθεριακή Κουλτούρα- 2003
14. GIORGIO AGAMBEN –«Homo sacer Κυριαρχία και γυμνή ζωή»- scripta-2005
15. Μ. ΜΑΖΑΟΥΕΡ- «Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της κατοχής»-Αλεξάνδρεια-1994
16. Φ.ΧΑΛΛΙΝΤΑΙΗ – «Η Αραβία χωρίς σουλτάνους» -Στοχαστής-1984
17. Φ.ΦΑΝΟΝ-«Της γης οι κολασμένοι» -Κάλβος-1982
18. ΝΙΚΟΣ ΣΒΟΡΩΝΟΣ-« Το Ελληνικό Έθνος- Γέννηση και διαμόρφωση του νέου ελληνισμού»- Πόλις -2004
19. ΝΙΚΟΣ ΨΥΡΟΥΚΗΣ- «Το εθνικό ζήτημα»- Αιγαίον- κουκίδα –2003
20. ΝΙΚΟΣ ΨΥΡΟΥΚΗΣ – «Αραβικός κόσμος και ελληνισμός»-Αιγαίον Λευκωσία –1992
21. Π ΝΟΥΤΣΟΣ – «Κόμβοι στη συζήτηση για το έθνος»- Ελληνικά Γράμματα-2006.
22. ΑΝΤΩΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ- «Πώς στοχάστηκαν το έθνος αυτοί που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο»- Πόλις – 2005
23. ΘΑΝΑΣΗΣ ΣΦΗΚΑΣ –«Πόλεμος και Ειρήνη στην στρατηγική του ΚΚΕ 1945-49»- Φιλίστωρ
24. ΜΑΡΙΟΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛΙΔΗΣ-«Αιρετικές Διαδρομές- ο ελληνικός τροτσκισμός και ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος»- Φιλίστωρ-2001
25. «ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ ΚΑΙ 4Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» - Εργατική Πάλη- 2005
26. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΟΣ –«Πόλεμος των Χωρικών και Κοινωνική Επανάσταση»-ΛΕΩΝ –2003
27. ΛΕΑΝΔΡΟΣ ΜΠΟΛΑΡΗΣ-«Αντίσταση Η Επανάσταση που χάθηκε» - Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο- 2002
28. «Ο Άρης στη Λαμία»- Φιλίστωρ-2006
29. «Μύθοι και πραγματικότητα την εποχή της παγκοσμιοποίησης Διεπιστημονική προσέγγιση» Πατάκη-2003
30. ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ «Καθεστώς Έκτακτης Ανάγκης» Futura- 2005


περιοδικά
ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ – Θεωρητικό πολιτικό περιοδικό της κε του Εργατικού Επαναστατικού Κόμματος- τ1 Νοέμβρης 1995

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις