ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ



Η νίκη του ελληνικού αστισμού στην ένοπλη σύγκρουση το 1946-49 προκάλεσε ένα βαθύ διχασμό εντός του ελληνικού έθνους. Δημιουργώντας ένα κράτους διαρκούς έκτακτης ανάγκης, εμφυλιοπολεμικό, αντικομμουνιστικό και ανοικτά αντεργατικό και αντισυνδικαλιστικό.
Η συγκρότηση του εν λόγω κοινωνικού σχηματισμού αποτελεί μια έκφραση του εμφύλιου πόλεμου με αλλά μέσα. Μια έκφραση μιας υπερπολιτικοποίησης του κράτους με την Καρλ-Σμιθιακή λογική του απόλυτου διχασμού φίλου και εχθρού.
Αυτό βέβαια δεν συνεπάγεται πως το μοναδικό όπλο στα χέρια του ελληνικού αστισμού ενάντια στα απείθαρχα τμήματα των λαϊκών τάξεων ήταν το «μαστίγιο» της κρατικής και παρακρατικής βίας και τρομοκρατίας. Όπλο αποτέλεσε και το «καρότο» της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, η αναπαραγωγή της μικροιδιοκτησίας και της μικρής εμπορευματικής παραγωγής στο χωριό και στην πόλη. Επρόκειτο για κοινωνικά «διάκενα» στο αυταρχικό πλέγμα του μεταεμφυλιακό κράτος που το εκμεταλλεύτηκαν οι κοινωνικές δυνάμεις που είχαν αναφορά στο χώρο της αριστεράς. Με θετικά για τότε αποτελέσματα- ήταν μαζί με την νεολαία τα κοινωνικά στηρίγματα της ΕΔΑ- αλλά και αρνητικά για αργότερα και για σήμερα με την ηγεμονία των μικροαστικών και συχνά φοβικών και νομιμοφρόνων αντιλήψεων στην ελληνική αριστερά.
Στο μεταεμφυλιακό κράτος στην συγκυρία των Ιουλιανών του προκλήθηκαν καθοριστικές ρωγμές που προκάλεσαν τεραστία πολιτική κρίση διακυβέρνησης. Η είσοδο των μαζών στο προσκήνιο της ιστορίας μπλόκαραν κάθε σκέψη για ένα αστικό εκσυγχρονισμό που δεν θα υπολόγιζε τον κόσμο που το μεταεμφυλιακό κράτος είχε στο περιθώριο και στην «παρανομία». Μιλάμε κατά βάση για εργατικές και νεολαιίστικες μάζες που βγήκαν από το καμίνι της ταξικής πάλης στα γιαπιά και τα εργοστάσια την δεκαετία του 60, με την τεραστία οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη αλλά και την μαζικοποίηση της εργατικής τάξης. Οι οικοδόμοι εκείνης της εποχής- όπως αναφέρουν οι ιστορικοί του εργατικού κινήματος - εφάρμοζαν από μόνοι τους το 7ωρο.
Η ορμητική και εν πολλοίς ανεξέλικτη είσοδος των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο της ιστορίας έχει ως αποτέλεσμα η ενσωμάτωση των λαϊκών μαζών να μην μπορεί να γίνει με τον τρόπο που γινόταν έως τώρα. Ο φόβος ως μοντέλο ενσωμάτωσης αδυνατούσε να λειτουργήσει όπως λειτουργούσε πριν, αλλά την ίδια στιγμή κάθε άλλο παρά είχαν διαμορφωθεί διαφορετικοί, κοινοβουλευτικοί τρόποι για να ενσωματωθούν και να πειθαρχήσουν οι λαϊκές και εργατικές μάζες.
Μέσα σε αυτή την καθοριστική συγκυρία για τον ελληνικό αστισμό η λύση της χούντας ήταν μια απάντηση για την αναπαραγωγή του. Χούντα που έβαλε στο παιχνίδι της ενσωμάτωσης των λαϊκών μαζών τον κρατικό προϋπολογισμό και τις δημόσιες επενδύσεις παράλληλα με την καταστολή και την ποινικοποίηση της αριστεράς και των λαϊκών και φοιτητικών αγώνων.
Ο κρατικοδίαιτος κορπορατισμός της χούντας έφτασε στα όρια του με την κρίση των πετρελαίων με αποτέλεσμα να επιχειρηθεί ένα ελεγχόμενο κοινοβουλευτισμό πείραμα που η οικονομική κρίση , η δυναμική των λαϊκών μαζών με το πολυτεχνείο το έστειλαν στο κάλαθο των αχρήστων. Τέλος η τραγωδία του Κυπριακού έδωσε το χαριστικό κτύπημα στην Χούντα και άνοιξε την περίοδο της μεταπολίτευσης που οι σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών τάξεων συγκροτούνται σε μια νέα βάση.
Το κράτος της μεταπολίτευσης ήταν σαφώς λιγότερο πολιτικοποιημένο και περισσότερο ταξικά ουδέτερο- με ένα πιο ουσιαστικό τρόπο παρά τυπικά - καθώς έτσι θεωρούσε πως εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ελληνικού αστισμού. Η εξέλιξη της ιστορίας απέδειξε πως ήταν μια σοφή στρατηγική κίνηση των κυρίαρχων τάξεων που ενσωμάτωσε στο εσωτερικό του τα κοινωνικά και πολιτικά στρώματα και κομμάτια που ήταν οι ηττημένοι του εμφυλίου πολέμου και μια αριστερά που είχε εγκαταλείψει πολύ καιρό πριν την προοπτική της ένοπλης επανάστασης.
Χαρακτηριστικά γεγονότα αυτής της νέας φάσης είναι η νομιμοποίηση του ΚΚΕ και της αριστεράς, η αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, ο επαναπατρισμός των πολιτικών προσφύγων(ατελής βέβαια, γιατί απαγορεύτηκαν να επαναπατριστούν οι Σλαβομακεδόνες) και η κατάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ.
Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που συνολικοποίησε σε μια κυβερνητική διαχειριστική – εντός του συστήματος – προοπτική όλη την ελληνική αριστερή ιδεολογία από το ΕΑΜ και εντεύθεν. Εθνική ανάπτυξη από το λαό(εργατική τάξη, μικροαστοί , αγρότες, μεσόστρωματα και εθνική αστική τάξη) απέναντι στους ξένους και την αστική τάξη που εξυπηρετεί τα συμφέροντα τους. Λες και η Ελλάδα ήταν ποτέ «μπανανιά» που την έκανε ο ιμπεριαλισμός ότι ήθελε. Μια αντίληψη που την είχε η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής αριστεράς, κοινοβουλευτική και μη( από το ΠΑΣΟΚ έως την 17Ν ), εκτός κάποιον δυνάμεων του τροτσκισμού ή το περιοδικό «Θέσεις», και πάνω σε αυτή οικοδομήθηκαν κοινωνικές συμμαχίες, τακτικές και στρατηγικές.
Την ίδια στιγμή το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να ενσωματώσει εντός των αστικών πλαισίων την πλειοψηφία των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που πρωτοστάτησαν στους μαχητικούς λαϊκούς αγώνες της περιόδου 75-79. Αγώνες που ανέδειξαν μια μαχητική, συγκρουσιακή λογική αλλά αδυνατούσαν να συνολικοποιήσουν πολιτικά τα προτάγματα των μάχιμων εργατικών και λαϊκών αγώνων, με αποτέλεσμα να γίνουν «βούτυρο στο ψωμί του ΠΑΣΟΚ», π,χ η λαϊκή συμμετοχή, η αυτοδιαχείριση, η κοινωνικοποίηση ή ο εργοστασιακός συνδικαλισμός.
Κύριο όμως αποτέλεσμα της πρώτης ιδιαίτερα 4ετίας του ΠΑΣΟΚ ήταν μια αρκετά διευρυμένη αναδιανομή του πλούτου, η δημιουργία ενός κράτους πρόνοιας- δίχως όμως γερά οικονομικά στηρίγματα- και μιας εργατικής αριστοκρατίας στις ΔΕΚΟ και στις «κοινωνικοποιημένες» προβληματικές.
Το ΠΑΣΟΚ οικοδομούσε με αυτό τον τρόπο ένα κράτος πρόνοιας και ένα σοσιαλδημοκρατικό κοινωνικό συμβόλαιο σε μια εποχή που είχε αρχίσει να ανατέλλει η εποχή του μονεταρισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η δεύτερη τετραετία του να ξεκινήσει με μια απόπειρα πλήρους προσαρμογής στα κελεύσματα του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού. Δίχως να ξεχνούμε την απόσυρση του «έξω οι βάσεις», έξω από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ», που πολύ νωρίς μπήκαν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Και δίχως να ξεχνούμε την δημιουργία μιας νέας κομματικής και αστικής ελίτ που επιχείρησε μέσω και από το ΠΑΣΟΚ να καθορίσει τις εξελίξεις εντός του ενδοαστικού παιχνιδιού. Με κορύφωση το σκάνδαλο Κοσκωτά. Φυσικά ότι απέτυχε την πρώτη περίοδο του ΠΑΣΟΚ, την θεωρητικά αριστερή έγινε κατορθωτό την περίοδο της διακυβέρνησης Σημίτη με κορύφωση την κλεψιά του Χρηματιστηρίου.
Αλλά ας επιστρέψουμε στην δεκαετία του 1980 οπου τα μέτρα σταθεροποίησης του Σημίτη το 1985 γλήγορα αποσύρθηκαν μέσα από την δράση ενός εργατικού κινήματος που έβρισκε την ενότητα του στους δρόμους του αγώνα, μόνο που οι παγκόσμιοι άνεμοι φυσάγανε προς τα δεξιά και νεοσυντηρητικά.
Άνεμοι που επηρέασαν και την αριστερά που είχε γοητευτεί από την προσέγγιση της ανατολής και της Δύσης, σε μια νέα εκδοχή ειρηνικής συνύπαρξης και επέλεξε λίγο πριν την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» να κάνει «χωριό» με τους σφαγείς της αριστεράς και του λαϊκού κινήματος.
Κατά πολλούς το 1990 ήταν το πέρας του μεταπολιτευτικού κράτους και η οικοδόμηση ενός κράτους πιο ταξικά καθορισμένου δίχως να χάνει την επίφαση της ουδετερότητας του αλλά και εκ νέου ιδιόμορφα πολιτικοποιημένου απέναντι στις κατώτερες τάξεις που οι δρόμοι της ενσωμάτωσης αρχίζανε να στενεύουν αλλά και απέναντι στο κολασμένο 10% του εργατικού δυναμικού, τους μετανάστες.
Άλλοι πάλι βλέπουν αυτή την ημερομηνία στο αντιτρομοκρατικό και νεοχομπσιανό(διαχείριση του κοινωνικού φόβου και της ανασφάλειας) κράτος που οικοδομήθηκε ύστερα από την τραγωδία των δίδυμων πύργων σε παγκόσμια κλίμακα.
Στην Ελλάδα χαρακτηριστικό γεγονός οικοδόμησης ενός τέτοιου κράτους αλλά και ξεκαθαρίσματος των ανοικτών- αν και ξεχασμένων λογαριασμών της μεταπολίτευσης- αποτελεί η εξάρθρωση των υπολειμμάτων της ένοπλης αριστεράς(17Ν- ΕΛΑ) και η απόπειρα περιθωριοποίησης των πολιτικών φωνών που επιμένανε και επιμένουν στην προοπτική της επανάστασης, σε μια εποχή που συνεχίζει να είναι εποχή των πολέμων, των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων.
Παρόλο που οι πολύμορφες σχάσεις των υπολειμμάτων της ιστορικής αριστεράς του 20ού αιώνα αδυνατούν να καθορίσουν μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική η αποποινικοποίηση της επαναστατικής προοπτικής αποτελεί στρατηγική επιδίωξη του κεφαλαίου
Σε γενικές πάντως γραμμές ο ελληνικός αστισμός, είτε με τον ΝΔ , είτε με το Σημιτικό ΠΑΣΟΚ σε αυτή την νέα ιστορική φάση ακολούθησε τους παρακάτω άξονες: 1) Οικονομική και πολιτική επέκταση στα Βαλκάνια και όχι μόνο σε συνεργασία αλλά και αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ , την ΕΕ ή την Ρωσία. 2) Ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας στις πολυεθνικές και όχι μόνο. Εμπορευματοποίηση κάθε δραστηριότητας , χώρου , φύσης και χρόνου. 3) Διάλυση κάθε εργατικού δικαιώματος που θα ενοποιούσε την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους.
Δυστυχώς για την εργατική τάξη και το εργατικό κίνημα σε μεγάλο βαθμό οι επιδιώξεις του ελληνικού αστισμού έγιναν πραγματικότητα με την ανοχή ή την αδυναμία και της αριστεράς ή μερίδας της εργατικής αριστοκρατίας και του εργατικού κινήματος.
Η κορύφωση της δράσης του εργατικού κινήματος την περίοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν είχε συνέχεια. Η νεοφιλελεύθερη βιαιότητα της κυβέρνησης Μητσοτάκη ξύπνησε τα ταξικά αντανακλαστικά μιας εργατικής τάξης που την περίοδο 1985- 1988 έδειχνε τα δόντια της στις προσαρμογές στο νεοφιλελευθερισμό της δεύτερης κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ. Αυτή όμως η ταξική αφύπνιση δεν είχε ταξικό βάθος και στρατηγικό εύρος για να απαντήσει στην επίθεση του ελληνικού αστισμού. Ότι με βιαιότητα απέτυχε να το περάσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη το πέρασε μέσα από συνεργασία με μικροαστικά και εργατικά στρώματα η κυβέρνηση Σημίτη. Για αυτό και η πλήρη απαξίωση και χρεοκοπία του νεοΠαπανδρεικού ΠΑΣΟΚ.
Η συνέχιση της επιθετικότητας της κυβέρνησης Καραμανλή του νέου δεν αποτελεί τομή στην στρατηγική των κυβερνήσεων του αστισμού. Αποτελεί όμως μια προσαρμογή σε μια εποχή που ο νεοφιλελευθερισμός δεν αποτελεί πνέον το πιο αξιόπιστο εργαλείο του παγκόσμιου καπιταλισμού. Σε αυτά τα πλαίσια έχουμε ένα ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό που έχει ξαναμπεί σε κρίση αντιπροσώπευσης και στρατηγικής.
Ότι έχει πράξει ως τώρα αμφισβητείτε και ο επίσημος δικομματισμός αδυνατεί να μαντρώσει τα απείθαρχα τμήματα του λαού και της εργατικής τάξης που δεν βλέπουν πολιτική διέξοδο, κτυπημένα αλύπητα από τον νεοφιλελευθερισμό.
Θέλουμε, δεν θέλουμε έχουμε μπει σε μια νέα φάση. Από την αριστερά και το λαϊκό και εργατικό κίνημα εξαρτάτε εάν είναι μια νέα φάση του έργου που βιώνουμε από το 1990 ή μια τελείως νέα ιστορική φάση με όλα τα δεδομένα ανοικτά!!!
Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται να μείνουμε θεατές!!!


ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΡΓΥΡΟΣ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις