ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΑΡΣΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ


Να λοιπόν  ένα βιβλίο του Σ. Ζίζεκ που δεν χάνεται ανάμεσα στο πραγματικό, συμβολικό και φαντασιακό του Λακάν, διαμέσου του κινηματογράφου, της τζαζ  και του Χέγκελ.   Ένα βιβλίο που εκκινώντας από τον ουτοπικό πυρήνα της καπιταλιστικής ιδεολογίας και των αδιεξόδων του καπιταλιστικού συστήματος, οδηγείται με συνέπεια στο να αναστοχαστεί την επιστροφή της κομμουνιστικής  υπόθεσης .

 Καλώντας την αριστερά να επανεφεύρει τον εαυτό της, ξεκινώντας από την αρχή. Σε μια στιγμή  που η τραγωδία και η φάρσα του υπαρκτού καπιταλισμού εναλλάσσονται με ιλιγγιώδης ρυθμούς καταστρέφοντας βεβαιότητες και πραγματικότητες  που είχαν κατακτηθεί με αγώνες από το παγκόσμιο προλεταριάτο και δεν χαρίστηκαν, όπως σωστά επισημαίνει ο Σ. Ζίζεκ.

 Το τελευταίο βιβλίο του Σ. Ζίζεκ μεταφρασμένο στα Ελληνικά :  “Πρώτα σαν τραγωδία και μετά σαν φάρσα”- Scripta-2009 το διάβασα σε μια περίοδο που το «πράγμα βράζει», δίχως όμως να γνωρίζουμε πότε ακριβώς θα τιναχτεί το καπάκι- μετατρεπόμενη η ποσότητα σε ποιότητα- σύμφωνα πάντα με το διαλεκτικό μοτίβο.


 Το διάβασα ανάμεσα στην κατάληψη σε λειτουργία της κρατικοσυνεταιριστικής ΔΩΔΩΝΗΣ και στο ειρηνικό- ως αυτή την στιγμή- και ως σημείο δημιουργικό ξέσπασμα των «αγανακτισμένων» στις πλατείες. Γεγονότα που κατά την ταπεινή μου γνώμη ξαναφέρνουν στην ιστορική επικαιρότητα  την κομμουνιστική υπόθεση.

Ο κομμουνισμός και οι κυρίαρχες αντιθέσεις

Η τρέχουσα κατάρρευση του υπαρκτού καπιταλισμού δεν προσφέρει επαρκή απάντηση σε μια σειρά από προβλήματα. Πως διάολε η ανθρωπότητα θα απαντήσει στο ζήτημα της λειψυδρίας, της φτώχιας, της πείνας, του aids, το ενεργειακό, της παγκόσμιας υπερθέρμανσης. Ο καπιταλισμός φάνηκε αδύναμος να δώσει οικουμενικές απαντήσεις η λύση που δίνει ο συγγραφέας είναι ο κομουνισμός.

 Ο κομμουνισμός  όχι ως μια καντιανή «κανονιστική αρχή» βρισκόμενη στο πεδίο της ηθικής φιλοσοφίας αλλά- όπως σωστά γράφει και ο Ζίζεκ – ως μια κίνηση που απορρέει από τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς, με στόχο την άρση τους. Και τέτοιου είδους γεγονότα θα έχουμε ουκ ολίγα από δω και πέρα, άρα να η χρυσή ευκαιρία για την αριστερά με τόλμη να ξαναπιάσει το νήμα από την αρχή, επηρεάζοντας καθοριστικότατα τα γεγονότα. 

Ο Ζίζεκ δίνει ξεχωριστή και ιδιαίτερη σημασία στην επανεκκίνηση της κομουνιστικής υπόθεσης και όχι στο να ξαναπιαστεί το νήμα από κει που το άφησε ο κομμουνισμός του 20ού αιώνα.   Ο κομμουνισμός ως μια πάλαια υπόθεση, ως μια «αιώνια» Ιδέα, ως τα φάντασμα που στοιχειώνει τον ύπνο των αφεντικών- λειτουργώντας σαν «συγκεκριμένη οικουμενικότητα», ως μια «ενεργή καθολικότητα»- εμφανίζεται πάντα στο προσκήνιο της ιστορίας με νέα ρούχα.  Μόνο έτσι μπορεί να επιδράσει με τις νέες συνθήκες και αντιθέσεις  που εμφανίζονται, μόνο έτσι μπορεί να άρει την κάθε φορά υπάρχουσα τάξη πραγμάτων.   

Εμμένοντας ο συγγραφέας σε ένα λενινιστικό ιακωβίνικο σχέδιο με τον αναγκαίο βολονταρισμό και επαναστατική πιστή. Αναζητώντας όμως αυτές τις σύγχρονες αντιθέσεις και ανταγωνισμούς που θα έδιναν στην κομμουνιστική ιδέα την αίσθηση του επείγοντος.

Κατά αυτόν πάλι  και σωστά σε ένα μεγάλο βαθμό, αυτοί οι ανταγωνισμοί που θα κάνουν επίκαιρη την κομουνιστική υπόθεση είναι: «η επικείμενη απειλή μιας περιβαλλοντολογικής  καταστροφής η ακαταλληλότητα της έννοιας της ατομικής ιδιοκτησίας όσο άφορα τη λεγόμενη «πνευματική ιδιοκτησία» κοινωνικοηθικές συνέπειες των νέων τεχνοεπιστημονικών εξελίξεων( ιδιαιτέρα στην βιογενετική) και , τελευταίο αλλά όχι λιγότερο καθοριστικό-[μάλλον για τον συγγραφέα καίριο]- η δημιουργία νέων μορφών απαρτχάιντ, νέων Τειχών και φτωχογειτονιών»(σ:135).

Εάν οι τρεις πρώτες μένουν στα όρια της «περίφραξης» των «κοινών κτημάτων», των «κοινού» πλούτου η τελευταία με ένα άρρητο τρόπο επαναφέρει το ζήτημα στην κεντρική διαλεκτική  αντίθεση κεφάλαιο-εργασία. Και τούτο το κατανοούμε  πολύ καλύτερα στην κριτική που ασκεί στο Νέγκρι και το Χαρντ σε σχέση με το ζήτημα της γενικής διάνοιας. Θεωρώντας πως η ροη του παραγωγικού πλήθους δεν κινείται σε μια κομμουνιστική κατεύθυνση, αλλά οι παραγωγικές ροές του πλήθους έχουν ανάγκη τον παρασιτισμό του κεφαλαίου και τις καπιταλιστικές σχέσεις. 

 Η γενίκευση των περιφράξεων σε όλα τα επίπεδα του  «κοινωνικού είναι» δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα στις κοινωνικές σχέσεις και ανταγωνισμούς, αλλάζοντας τον χαρακτήρα και την ποιότητα του προλεταριακού υποκειμένου, μετατρέποντας μας σε μια υποβαθμισμένη ανούσια υποκειμενικότητα, εκεί που πρέπει να μετατραπούμε σε μια συγκεκριμένη οικουμενικότητα.

Προλεταριάτο που έχει διαιρεθεί στα τρία, με το κάθε μέρος να στρέφεται απέναντι στα άλλα δύο.  Από την μια έχουμε τους εργάτες της γενικής διάνοιας- τους πνευματικούς εργάτες- με την  φιλελεύθερη πολυπολιτισμικότητα της, την παραδοσιακή εργατική τάξη με τις ανασφάλειες και τους φόβους που γίνονται υποχείρια λαϊκίστικων κύκλων και τους απόβλητους, φοβικοί και εχθρικοί απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία. Πως αλήθεια πολιτικά μπορείς να ενοποιήσεις  αυτό το τριχοτομημένο προλεταριακό πλήθος;           

  δυο οι επιλογές, μια η λύση…

Η κρίση, τα αδιέξοδα, δυνητικά ανοίγει για το Ζίζεκ  τον δρόμο σε τρεις απαντήσεις. Οι δυο κινούνται εντός του καπιταλιστικού συστήματος, με την τρίτη να είναι ο κομμουνισμός.
 Για το Ζίζεκ ο μόνος δρόμος για να επιβιώσει το καπιταλιστικό σύστημα αποφεύγοντας την κομμουνιστική λύση είναι ο σοσιαλισμός, με το ένδυμα του κοινοτισμού ή του λαϊκισμού, ή ο καπιταλισμός που ακολουθεί τις αυταρχικές λιτοδίαιτες ασιατικές αρχές. Που ας σημειωθεί προσιδιάζουν με το καπιταλισμό της πρώτης πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου, το καπιταλισμό του καλβινικού σεχταρισμού.

Ο Ζίζεκ κάνει μια αξιοπρόσεκτη και ενδιαφέρουσα διάκριση μεταξύ του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, ακολουθώντας τον Χαρντ και Νέγκρι. Ο σοσιαλισμός δεν είναι  το κατώτερο στάδιο του κομμουνισμού, ούτε τον ταυτίζει με την δικτατορία του προλεταριάτου. Ο σοσιαλισμός σημαίνει κρατική ιδιοκτησία που εν τέλει δεν υπερβαίνει την κεφαλαιοκρατική σχέση. Αντίθετα ο κομμουνισμός σημαίνει υπέρβαση της ιδιοκτησίας, σημαίνει κατοχύρωση  των «κοινών κτημάτων», σημαίνει την ουσιαστική ιδιοποίηση του «κοινού» πλούτου και της ανθρώπινης ουσίας.   

Πρόκειται για μια διάκριση που απορρέει από τη κατάληξη των σοσιαλιστικών πειραμάτων του 20ού αιώνα και όχι από την σχετική μαρξική φιλολογία  Αν όμως είναι έτσι τα πράγματα πως συμβιβάζεται  στην λογική του Ζίζεκ η δικτατορία του προλεταριάτου με τον κομμουνισμό; Ας σημειωθεί πως εμμέσως πλην σαφώς ο Ζίζεκ αποδέχεται την έννοια της δικτατορίας του προλεταριάτου, δίνοντας την και αρχαιοελληνική χροιά.

 Η εναλλαγή στις δομές της προλεταριακής εξουσίας στην δικτατορία του προλεταριάτου  δεν θα γίνονται με εκλογές αλλά με κλήρωση, έτσι μόνο θα ξεφύγουμε από τον πλατωνισμό του φιλόσοφου-βασιλιά, μετατρεπόμενοι όλοι μας και εναλλάξ σε φιλόσοφοι βασιλιάδες. Αυτό βέβαια δεν συνεπάγεται βίαιη κατάργηση των αστικών  αλλά ολοκλήρωση τους. Για αυτό το λόγο και δεν απορρίπτει τις εκλογές ως διαδικασία κατάκτησης της εξουσίας, φέρνοντας ως παραδείγματα την κυβέρνηση Μοράλες στην Βολιβία, τους Μαοϊκούς στο Νεπάλ και τον Αριστίντ στην  Αϊτή . Με την επισήμανση όμως πως η άσκηση της εξουσίας θα γίνεται με μη-κρατικίστικο τρόπο κινητοποιώντας τις πλατειές μάζες.

Σε μια κατεύθυνση «θεϊκής βίας»- κατά τον Μπένγιαμιν- που θα σταματήσει το τραίνο της προόδου που μας οδηγεί στην καταστροφή.  Με την ίδια την ιστορία να είναι ένα ανοικτό πεδίο μετασχηματισμών και επιλογών, μια συνεσταμένη πολλών δυνατών κόσμων που όλα κρίνονται όμως από τις ενέργειες μας και την δράση. Είμαστε ο κόσμος που θέλουμε να γίνουμε. Ο Ζίζεκ χρησιμοποιεί το απόφθεγμα του Γκάντι: «Γίνε εσύ ο ίδιος η αλλαγή που θέλεις να δεις στον κόσμο»(σ:222).  Και αυτό είναι μια αρχή να ξεκινήσεις ξανα το ταξίδι

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις