ΕΥΕΛΙΞΙΑ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ Ή ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΤΕΜΠΕΛΙΑ




«μην δουλεύετε ποτέ»
Γκυ Ντεμπόρ

Από την ΕΕ μας έρχονται άσχημα μαντάτα για τα εργατικά
δικαιώματα. Οδηγία Μπόλκεσταϊν, προσπάθεια να αυξηθεί το
ευέλικτο ωράριο στις 65 ώρες. Πολιτική απόφαση να
εφαρμοστεί η γραμμή της ευελιξίας με ασφάλεια. Πως
μπορεί να αντιδράσει το εργατικό κίνημα , στο βαθμό που
είναι ακόμη ζωντανό; Μπορούμε να διεκδικούμε την πλήρη
απασχόληση ή θα πρέπει να συμβιβαστούμε στην πολιτική
αντίληψη της ευελιξίας με ασφάλεια; Υπάρχει μια άλλη
εναλλακτική πρόταση που συνδέεται με την τάση της
χειραφέτησης;; Για να προσεγγίσουμε μια απάντηση ας
κάνουμε ένα ταξίδι στο ιστορία.


Για πάνω από 3 δεκαετίες(1950-1980) σε πανευρωπαϊκό
επίπεδο η πειθάρχηση των εργαζόμενων και η κερδοφορία
του κεφαλαίου εξασφαλίζονταν μέσω των μεγάλων κρατικών
επενδύσεων, της σταθερής εργασίας σε 8ωρη βάση, της
κρατικής παρέμβασης στην αναπαραγωγή της εργατικής
δύναμης(κράτος πρόνοιας, επιδόματα ανεργίας), της
ταξικής συνεννόησης, μεταξύ εργοδοτών, κράτους,
συνδικάτων, του υπέρμετρου καταναλωτισμού, και της
ποινικοποίησης κάθε ανατρεπτικής συμπεριφοράς. Αυτό που
ονομάσθηκε το πειθαρχικό μοντέλο του κεϋσιανισμού
-τεϊλορισμού- φορντισμού.

Ήδη από το τέλος του 70 και ύστερα από την κρίση του
κεϋσιανισμού -τεϊλορισμού- φορντισμού, μια κρίση που
καθόλου τυχαία άρχισε απ’ το γραφειοκρατικό τεϊλορισμό
των «σοσιαλιστικών» κρατών ήδη από το δεύτερο μισό του
1950, γίνονται προσπάθειες για την συγκρότηση νέων
στρατηγικών του κεφαλαίου, που θα είχαν την δυνατότητα
να δώσουν νέα ώθηση στην καπιταλιστική κερδοφορία, αυτή
την φορά σε παγκόσμια κλίμακα. Μεγιστοποιώντας σε
απίστευτο βαθμό την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης,
παγκοσμιοποιώντας τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής,
ύστερα και από την κατάρρευση των «σοσιαλιστικών» κρατών
και την απαξίωση των αριστερών ιδεών.

Το νέο μοντέλο είχε και έχει ως πυλώνες: την κατάργηση
των παροχών του κράτους πρόνοιας, την εκμετάλλευση των
δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών, την αναδιάρθρωση των
παραγωγικών σχέσεων. Καταργώντας το κοινωνικό συμβόλαιο
του τεϊλορισμού-φορντισμού-κεϋσιανισμού και γενικεύοντας
την εργασιακή ανασφάλεια.

Η κινητικότητα, η περιπλάνηση, η προσωρινότητα γίνονται
τα όπλα για μια νέου τύπου πειθάρχηση των εργαζόμενων. Η
ευελιξία γίνεται η λέξη κλειδί τόσο στα νέα παραγωγικά
μοντέλα, όσο και στο τρόπο ζωής των εργαζόμενων. Την
θέση του «εξασφαλισμένου» εργάτη του φορντισμού παίρνει
ο ευπροσάρμοστος εργάτης του μεταφοντισμού και του
διεθνοποιημένου νεοτεϊλορισμού ο οποίος πρέπει συνεχώς
να ανανεώνει τις εργασιακές του ικανότητες (και είναι ο
ίδιος υπεύθυνος για αυτό), να κινείται ανάμεσα στα
διάφορα στάδια της παραγωγής, να συνεργάζεται παίρνοντας
μέρος σε ομάδες εργασίας και κύκλους ποιότητας, για την
βελτίωση της παραγωγικής μονάδας(τογιοτισμός),
εσωτερικεύοντας την επιτυχία ή την αποτυχία της. Κάτω
από μια διαρκή ανασφάλεια για το εάν μπορεί να
ανταποκριθεί στα πολύπλευρα καθήκοντά του, καθώς η
ανεργία καραδοκεί.

Ο εργαζόμενος εξατομικεύεται, δίχως ουσιαστικό και
τυπικό ελεύθερο χρόνο καθώς ο τελευταίος
αποδιοργανώνεται από τις ανάγκες της επιχείρησης και
αποικίζεται από το εμπόρευμα που καταπίνει τα
πάντα(χώρος, χρόνος, συμπεριφορές, αισθήματα ,
κοινωνικές σχέσεις ,γενετικό υλικό). Διευρύνοντας τα
πλαίσια της πολύμορφης αλλοτρίωσης που διαρρηγνύει τον
κοινωνικό ιστό. Ταυτόχρονα ο εργαζόμενος,
υπερμαζικοποιείτε, γίνεται αριθμός σε τράπεζες που
χρωστάει «τα άντερα του», για να συντηρείται ο
καταναλωτική μας καλοπέραση. Αριθμός θυμάτων του aids,
και «βαρβάρων» που ταξιδεύουν προς την δύση. Αριθμός
γονίδιων που οι πολυεθνικές θα ερευνούνε για να σου
δώσουν δουλειά και το μάρκετινγκ για να σου πασάρει
προϊόντα. Η νέα μορφή έλεγχου των προλεταριακών παθών
περνάει μέσα από την εξατομίκευση, που τα κάνει ξένα με
τα συλλογικά οράματα και την υπερμαζικοποιήση που τα
κάνει εμπορεύματα έτοιμα προς βρώση και τέρψη.

Συχνό είναι το φαινόμενο σε μια επιχείρηση, οι
εργαζόμενοι να έχουν τόσες διαφορετικές σχέσεις
εργασίας, αμοιβές, τυπικούς εργοδότες, που είναι δύσκολο
να ανακαλύψουν μια κοινότητα συμφερόντων, να
συγκεκριμενοποιήσουν τις διεκδικήσεις, να οριοθετήσουν
τον αντίπαλο και τους τρόπους αντίστασης και αγώνα.
Δημιουργώντας εργαζόμενους – λάστιχο που συχνά οι
απολαβές τους δεν ξεπερνάνε το επίδομα ανεργίας, δίχως
να γνωρίζουν ποιος είναι ο αντίπαλος.

Ενώ η εκμετάλλευση των ξένων εργατών σε ένα καθεστώς
συνεχούς ανασφάλειας , κυνηγητών, με την απειλή της
απέλασης, χρησιμεύουν στην διάσπαση της ήδη
κατακερματισμένης εργατικής τάξης, αναπαράγοντας τον
ρατσισμό και την ξενοφοβία.

Την ίδια στιγμή ο δευτερογενής τομέας με την βοήθεια των
νέων τεχνολογιών αποκεντρώνεται σε παγκόσμια κλίμακα
δημιουργώντας τόπους βιομηχανικής φεουδαρχίας και
εργασιακής δουλείας, που ρίχνουν ακομη και πιο χαμηλά τα
ήδη χαμηλά μεροκάματα και οι καπιταλιστικές μητροπόλεις
γίνονται οι τόποι που βιομηχανοποιείται ο χώρος των
υπηρεσιών, δημιουργώντας νέες«ανάγκες» και εμπορεύματα.
«Ανάγκες» και εμπορεύματα που παίζουν κάτι βάση με την
ανάγκη του ανθρώπου για ασφάλεια και αυτοπραγμάτωση.

Σε ένα τέτοιο άθλιο για τις εργατικές ανάγκες τοπίο, τα
συνδικάτα που παζάρευαν την εργατική δύναμη, αποτελώντας
ένα πυλώνα του κοινωνικού συμβολαίου δεν έχουν λόγο
ύπαρξης. Στο ιδιωτικό τομέα είναι σχεδόν ανύπαρκτα, στο
δημόσιο παίζουν ακόμη ένα ρόλο, ιδιαίτερα στα τμήματα
των μόνιμων εργαζόμενων, που όμως σταδιακά μειώνονται,
αφήνοντας ακάλυπτους τους εποχιακούς και τους
συμβασιούχους, που αποτελούν την πλειοψηφία των εργατών.


Οι εργαζόμενοι ζώντας στο πετσί τους αυτή την εργασιακή
αθλιότητα «αγωνίζονται» ο καθένας μόνος του ενάντια στο
άλλο για την ασφάλεια του δημοσίου τομέα, αποποιούμενοι
την ταξική τους ταυτότητα. Μια τάση που ενισχύεται και
από το κράτος με την μαζικοποιήση των πολύμορφων σωμάτων
ασφαλείας. Οι λόγοι προφανείς: Από την μια απαντάει στο
πρόβλημα της ανεργίας, δημιουργώντας πραιτοριανούς που
θα την προφυλάξουν από τους εσωτερικούς εχθρούς και από
την άλλη παίζουν με το ζήτημα της ασφάλειας
ενσωματώνοντας τις ανησυχίες των μικροαστικών στρωμάτων.


Φυσικά υπάρχει και μια άλλη εικόνα. Στην προσπάθεια του
ο κ.τ.π να υπερβεί την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους
μεγιστοποιεί τις αντιφάσεις του. Ας γίνουμε λίγο
αναλυτικοί. Το κεφάλαιο ζει μέσα σε μια μόνιμη αντίφαση,
την ίδια στιγμή που τοποθετεί τον χρόνο εργασίας σαν
μοναδικό μέτρο και πηγή του πλούτου, η αυτοματοποίηση
και η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας δημιουργεί
δυνατότητες για σταθερή αφθονία αγαθών, για δραστική
μείωση του εργάσιμου χρόνου απαξιώνοντας την άξια του
χρόνου εργασίας σαν μέσο μέτρησης του πλούτου.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, παρά τη συνεχιζόμενη
απόλυτη επέκταση τους συστήματος της μισθωτής εργασίας
και την απόλυτη αύξηση της εργατικής τάξης, το κεφάλαιο
περισσότερο από κάθε φορά, έχει την τάση να μειώνει τη
ζωντανή εργασία, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι μπορεί
να αυξάνει την εκμετάλλευση της. Στο βαθμό που η
οργανική σύνθεση κεφαλαίου όσο αυξάνεται ενσωματώνει
νεκρή εργασία που δεν δημιουργεί παραπάνω υπεράξια, με
αποτέλεσμα το μέσο ποσοστό κέρδους να πέφτει.

Για αυτό άλλωστε είναι πλέον συστηματική η προσπάθεια
από τα πολυεθνικά δίκτυα για μια εντατικότερη παρέμβαση
στο τομέα των βιοτεχνολογιών, των νέων πηγών ενέργειας,
στην τεχνολογική αυτοματικοποίηση(ρομποτική- σαιμπορκ),
στο επίπεδο του ανθρώπινου ψυχισμού. Στοχεύοντας στην
αναστολή της πτώσης του ποσοστού κέρδους.

Αυτή την κυρίαρχη αντίφαση, όσο και να βαθαίνει την
εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης είναι αδύνατο να την
υπερβεί. Ενώ η παγκοσμιοποίηση των καπιταλιστικών
σχέσεων δημιουργεί μια νέα εργατική φιγούρα που
ανασυγκροτεί τις δυνατότητες επικοινωνίας και δράσης σε
ένα παγκόσμιο σχεδόν επίπεδο. Κατέχοντας μέσω και της
γενικής νόησης και των αϋλων μορφών εργασίας την
δυνατότητα για έλεγχο της παραγωγικής διαδικασίας πάλι
σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η εργατική υποκειμενικότητα σταδιακά και αντιφατικά
ιχνηλατεί τόπους και δρόμους οργάνωσης της αντίστασης
της. Οι ευέλικτα απασχολούμενοι στην Ευρώπη και πιο
συγκεκριμένα στο χώρο των υπηρεσιών επηρεασμένοι από
ρεύματα κοινωνικού και εργατικου ανταγωνισμού , που
αποκτάνε το όνομα «πρεκάριοι» δεν αγωνίζονται να
επιστρέψουν στην 8ωρη βάρδια του φορντικου καπιταλισμού
αλλά να ‘χουν πρόσβαση στο κοινωνικό πλούτο που
παράγουν(δωρεάν στέγαση, μετακίνηση , υγεία και παιδεία
ελεύθερη πρόσβαση στην γνώση, άδειες , κοινωνικό μισθό).
Σε αυτούς η ευελιξία και η μερική απασχόληση δεν εχει
πάντα αρνητική χροιά. Διότι τους επιτρέπει να
καθορίζουν, ως ένα βαθμό, το χρόνο εργασίας τους σε
σύγκριση με τα πειθαρχημένα ωράρια του φορντικού
εργοστασίου. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα στις αναπτυγμένες
ευρωπαϊκές χώρες που συνδυάζουν την απελευθέρωση της
αγοράς με ένα μίνιμουμ κοινωνικού κράτους, όπως η
Ολλανδία και η Δανία οι ευέλικτοι εργαζόμενοι να φτάνουν
στο 46% του εργατικού δυναμικού.

Τα αιτήματα των «πρεκάριων» εύκολα ενσωματώνονται ακομη
και από την δεξιά ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Π.χ η
ευελιξία με ασφάλεια γίνεται το νέο μοτίβο της ΕΕ σε
σχέση με τις εργασιακές σχέσεις. Φυσικά το τι εννοεί ο
καθένας με την έκφραση ευελιξία με ασφάλεια είναι άλλο
θέμα που δεν αναιρεί την μερικότητα της πρότασης.

Παρόλα αυτά αναδεικνύει τις δυνατότητες που γεννάει η
αντιφατική επανασυγκρότηση της ανταγωνιστικής εργατικής
υποκειμενικότητας απέναντι στο «καθολικό πένθος της
ανθρωπότητας» για να θυμηθούμε και κάποιον παλαιό. Και
ταυτόχρονα τα καθήκοντα που γεννιούνται στην πτέρυγα των
κινημάτων που δεν επιθυμούν να ξαναμείνουν στα μισά του
δρόμου, κάνοντας μισές επαναστάσεις. Σπάζοντας την
πολύμορφη χειραγώγηση και πραγμοποίηση των ζωών μας από
τα σήμερα και από τα αύριο.

Απέναντι στην νέα εργασιακή καπιταλιστική βαρβαρότητα το
να πορευτούμε σε τετριμμένες συνδικαλιστικές πρακτικές
είναι χάσιμο χρόνου. Μάλλον αυτό θα ‘πρεπε να γίνει
είναι η οικοδόμηση μιας αντίληψης όπου οι ανάγκες μας
δεν θα έχουν καμιά σχέση με την ανάπτυξη της οικονομίας
τους.

Διεκδικώντας με βάση αυτά που θα καλύψουν τις σύγχρονες
ανάγκες μας και όχι αυτά που επιτρέπουν τα σύμφωνα τους.

Διεκδικώντας να μειωθεί ριζικότατα ο εργασιακός χρόνος,
για να βρίσκουν δουλειά όσοι το επιθυμούν, με μισθούς
που θα μας εξασφαλίζουν υψηλού επιπέδου ουσιαστικής
διαβίωσης, που δεν θα ικανοποιεί μόνο τις βασικές μας
ανάγκες αλλά θα οικοδομεί τις συνθήκες που θα υπάρξουν
κοινότητες αυτοπραγμάτωσης και αυτοσυνειδησίας.

Διεκδικώντας ένα καθολικό κοινωνικό μισθό στο καθένας
μας, είτε δουλεύουμε, είτε θέλουμε να δουλεύουμε , είτε
είμαστε άνεργοι. Καθώς με το ένα ή τον άλλο τρόπο, εμείς
είμαστε που παράγουμε τον πλούτο.

Η ίδια η ανάπτυξη τους καταργεί χιλιάδες θέσεις
εργασίας, κυρίως στο χώρο της βιομηχανίας δημιουργώντας
άλλες που ουσιαστικά παρασιτούν πάνω στο σώμα του
κόσμου. Είναι καθήκον μας να αγωνιστούμε να καταργηθούν
οι εκατομμύρια κακοπληρωμένες και καλοπληρωμένες
δουλειές πωλητών, στρατιωτών, μάνατζερ, μπάτσων,
χρηματιστών, ιερωμένων, τραπεζιτών, δικηγόρων,
καθηγητών, ιδιοκτητών γης, σεκιουριτάδων, διαφημιστών
και όλων αυτών που δουλεύουν γι΄ αυτούς. Δημιουργώντας
θέσεις εργασίας και όχι δουλειάς, στο τομέα της υγείας,
παιδείας, προστασίας του περιβάλλοντος , πολιτιστικής
έκφρασης. Το ζήτημα είναι η εργασία που κάνουμε να
μετατραπεί σε παιχνίδι και όχι σε καταναγκασμό, όπως
είναι σήμερα.

Είναι αναγκαιότητα η επαναστατημένη ενεργή καθολικότητα
να υπερβεί τους διαχωρισμούς που εισάγει το κεφαλαίο και
όχι να τους αναπαράγει σε ένα άλλο επίπεδο ή να τους
παζαρεύει. Να κινείται ένα βήμα πιο μπροστά από τι
κινείται το κεφάλαιο αλλά και η συνείδηση της εργατικής
τάξης. Στοχεύοντας όχι μόνο να υπάρξει η εργατική τάξη ,
τάξη για το εαυτό της αλλά να αυτοκαταργηθεί καταργώντας
το ίδιο το κεφάλαιο.


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ

Monday, December 04 2006

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις