ΜΕ ΤΟΥΣ «ΑΚΡΟΒΑΤΕΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ»

Με πιο τρόπο αλήθεια θα ξεπεραστεί, εάν είναι δυνατό πλέον να ξεπεραστεί, ο καρκίνος του κεφαλαιοκρατικού μηδενισμού που έχει μολύνει το σώμα της σύγχρονης κοινωνίας; Με πιο τρόπο θα αντιμετωπιστούν οι «μυθολογίες» που παράγονται και αναπαράγονται από την καταθλιπτική ηγεμονία του εμπορεύματος, που όλο και αυξάνεται , καταπίνοντας τα πάντα στο διάβα , την στιγμή και όλο και πιο δύσκολα η πλειοψηφία του κόσμου της εργασίας μπορεί να τα αποκτήσει;

Ένας «κομμουνισμός» ανταλλακτικών αξιών που όχι μόνο καταδυναστεύουν τις αξίες χρήσης αλλά και συχνά αυτονομούνται από τις τελευταίες- άχρηστα εμπορεύματα- με τεραστία φετιχιστική αξία για να δώσουν μια αίσθηση «ευτυχίας» στο μοντέρνο άνθρωπο.

Ο καθένας, μέσα στο «επίχρυσο» και χρυσοπληρωμένο παράδεισο του, προσπαθεί να δώσει νόημα στην ζωή του , αν προλαβαίνει από τις δουλείες που κάνει, για να τα βγάλει πέρα, για να ζήσει την οικογένεια του και να πληρώσει τα χρέη στα πραγματικά αφεντικά μας τις τράπεζες.

Ο πολιτισμός του εμπορεύματος όμως λειτουργεί παντός καιρού, δεν είμαστε όμως ακόμη σίγουροι αν λειτουργεί με την δυνατότητα του φυσικού περιβάλλοντος να αυτορυθμιστεί δίχως να έχουμε φυσικές και περιβαντολογικές καταστροφές που θα βάλουν τον πλανήτη γη αλλά και το ανθρώπινο γένος σε κίνδυνο.

Ούτε είμαστε σίγουροι πως μπορεί να λειτουργήσει με την δυνατότητα του ανθρώπου να ρυθμίσει τα «χρέη» με την ύπαρξη του , την εσωτερική του φύση, με την ουσία του, με τον εαυτό του και με την ιστορία του.

Εάν κάπου έχει νικήσει, σε αυτή την φάση, το καπιταλιστικό σύστημα δεν είναι τόσο στο επίπεδο της οικονομίας και της παραγωγής, που η τεράστια άνιση κατανομή του παραγόμενου πλούτου δημιουργεί ταξικές αντιθέσεις, αλλά στο επίπεδο του πολιτισμού και της ιδεολογίας.

Κατάφερε να σπείρει το δηλητήριο του ατομικιστικού μηδενισμού στο σώμα των άμεσων και έμμεσων παραγωγών με αποτέλεσμα την αποκοπή των τελευταίων από την κοινότητα και την προοπτική βελτίωσης της κοινωνίας.

Κατάφερε με εργαλείο και τον ορθολογισμό, έναν εργαλειακό ορθολογισμό, να αποκόψει τον μοντέρνο άνθρωπο από ένα κόσμο, ένα σύμπαν, από παιδευτικούς «μύθους», ουτοπίες και ιστορικά καθήκοντα που δοκίμαζαν τον άνθρωπο και τον οδηγούσαν στην γνώση του κόσμου και στην δική του αυτογνωσία.

Επί της ουσίας αυτό που κατάφερε ο καπιταλιστικός μηδενισμός είναι να διαλύσει την όποια κοινότητα που στηρίζεται στην κοινωνική σχέση ελεύθερων ανθρώπων που έχουν ως ένα βαθμό συναίσθηση των πολιτικών , κοινωνικών και ιστορικών καθηκόντων τους.

Αυτό σήμερα δεν υπάρχει και τούτο αποτελεί ήττα όχι μόνο της αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της αλλά και ήττα του διαφωτισμού, ως το πολιτικό πρόταγμα που αναδείχτηκε από την ένδοξη Γαλλική Επανάσταση.

Ο αμοραλισμός, ο κυνισμός , η βαρβαρότητα των σύγχρονων νεοαστών που συχνά κοιτάνε μόνο τα δικά τους συμφέροντα και όχι τα συλλογικά στρατηγικά συμφέροντα της κοινωνικής τους τάξης, δεν έχουν τίποτε κοινό με τον πολιτισμό των αστών που ονειρεύτηκαν ένα άλλο κόσμο- στα μέτρα τους βέβαια – ένα νέο κόσμο ελευθερίας- ισότητας – δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας, αδιάφορα πως όριζαν και τι εννοούσαν με αυτές τις λέξεις.

Ακριβώς αυτός ο στενός ορίζοντας ορισμού τόσο της ελευθερίας , της ισότητας, της δικαιοσύνης , της αξιοπρέπειας είναι και το κύριο αίτιο που γλήγορα τα ανθρώπινα πάθη δεν τέθηκαν στην υπηρεσία του απόλυτου πνεύματος στην πορεία του προς την αυτογνωσία του και την ελεύθερη πολιτική κοινωνία , όπως θα ήθελε ο Χέγκελ.

Αλλά τα ανθρώπινα και εγωιστικά πάθη εξυπηρέτησαν και εξυπηρετούν τα απολύτως ιδιοτελή και κοντόθωρα συμφέροντα και βίτσια, αυτό που ο λαός με σοφία λέει: «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι μαζέψει ο ….».

Μια κατάσταση που εκ των πραγμάτων έχει πολύ κοντά ποδάρια, δημιουργώντας μια κοινωνία ανασφαλών και φοβισμένων ανθρώπων που ο καθένας είναι «λύκος για τον διπλανό», μια κοινωνία που θέλει ένα Λεβιάθαν, ένα ισχυρό κράτος να κανονίζει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, όπως π.χ πίστευε ο Χομπς.

Κατά συνέπεια το αρχικό ερώτημα παραμένει ανοικτό και πολλοίς αναπάντητο στην παρούσα συγκυρία , μόνο που η ιστορία κάθε άλλο παρά τέλειωσε όπως θέλουν οι απολογητές του υπάρχοντος συστήματος και πάντα η ελευθερία θα στοιχειώνει τους αφέντες γιατί γνωρίζουν πολύ καλά πως αυτοί υπάρχουν γιατί κάποιοι φοβούνται να είναι ελεύθεροι. Ο φόβος επομένως σήμερα δεν είναι τι θα γινόμασταν χωρίς βαρβάρους, αλλά τι θα γινόμασταν δίχως αφέντες και εξουσία; Χωρίς κάποιους να αποφασίζουν για εμάς δίχως εμάς. Χωρίς κάποιους να διατάζουν και εμείς να εκτελούμε. Το να ονειρευτούμε πως θα υπάρξει μια κοινωνία που αφέντες θα είμαστε εμείς, φαντάζει στην κοινή λογική που έχει μάθει απλώς να εκτελεί , να γκρινιάζει και σπάνια να επαναστατεί, το λιγότερο ουτοπικό και αφύσικο και το περισσότερο επικίνδυνο.

Σπάνια ο άνθρωπος σηκώνει το ανάστημα του και γκρεμίζει βασιλιάδες και πιο σπάνια δεν βάζει άλλους στην θέση του και γίνεται ο ίδιος βασιλιάς , κύρης στο τόπο του. Στο άνθρωπο το να αναμετρηθεί με την δυνατότητες να ζει ολοκληρωτικά ελεύθερος συνήθως του είναι το ίδιο δύσκολο με το να κοιτάξει κατάματα τον ήλιο.

Μόνο που όταν τα καταφέρνει έστω και για λίγο, πάει την ιστορία τόσο μπροστά που δεν έχει μετέπειτα επιστροφή. Κάπως έτσι φτάσαμε στο να θεωρούνται- άσχετα με το πόσο είναι αλήθεια- όλοι οι άνθρωποι ίσοι..

Και πάντα την αρχή την κάνανε κάποιοι, σοφοί που ξέφυγαν από το σπήλιο του Πλάτωνα, κάποιοι εραστές του απόλυτου, κάποιοι τρελοί ποιητές, κάποιοι «ακροβάτες του ονείρου». Χωρίς αυτούς οι ανθρωπότητα λίγο θα είχε προχωρήσει. Αλλά και μόνο με αυτούς και δίχως τον κόσμο που 9 στις 10 περιπτώσεις σκύβει το κεφάλι, αλλά στην μια και καθοριστική περίπτωση κόβει το κεφάλι των βασιλιάδων και των αρχόντων και πάλι η ανθρωπότητα δεν θα είχε προχωρήσει.

Πρέπει όμως να είμαστε καθαροί και ρεαλιστές για να ονειρευόμαστε το αδύνατο: Το παλαιό στοίχημα της απελευθέρωσης της ανθρωπότητας δεν θα έρθει με μια νέα φορεσιά για να εκδικηθεί τους νεκρούς των καταπιεσμένων, αλλάζοντας μόνο κάποια πράγματα , παραμένοντας ίδιο στην ουσία του.

Αυτό που θα έρθει- όταν και όποτε έρθει- θα είναι ένα νέο ουσιαστικά και πραγματικά καινοτόμο κίνημα- πρόταγμα. Μόνο η ποίηση του μέλλοντος, κτισμένη με ολότελα νέα υλικά, θα εκδικηθεί και για τους καταπιεσμένους. Κανείς δεν περνάει από το ίδιο νερό δυο φορές και ας είναι φαινομενικά το ίδιο ποτάμι, ούτε πατάει στις ίδιες όχθες.

Το νέο καινοτόμο κίνημα- πρόταγμα δεν μπορεί παρά να φτιάξει τα δικά του μονοπάτια και να μην πατήσει στα πάλαια εάν θέλει να πάει μακρύτερα από τα παλαιά. Όποτε το να δοκιμαστεί μια παραλλαγή παραδόσεων του 20ού αιώνα ή διαφωτιστικών παραδειγμάτων μάλλον δεν οδηγεί πουθενά, απεναντίας κάνει τον μεταμοντέρνο καρνάβαλο να γελάει με την καρδία του.

Αλήθεια όμως σε μια φάση μετάβασης που το παλαιό δεν έχει αποσυρθεί και το νέο δεν έχει εμφανιστεί ακόμη πια τα καθήκοντα αυτών που επιθυμούν να παραμείνουν «ακροβάτες του ονείρου»; Η απάντηση εξίσου δύσκολη. Το πρώτο ίσως καθήκον είναι σαν «ακροβάτες» να αντέξουν πάνω στο σκοινί και να μην πέσουν είτε στο κυνισμό και στον αμοραλισμό, είτε στον σεχταρισμό και στον εστετισμό.

Και στην συνέχεια μέσα από έναν διαλεκτικό συνδυασμό πολέμου κινήσεων-θέσεων να ανασύρουν όλα όσα έχουν ξεχαστεί στο συλλογικό ασυνείδητο των λαϊκών «μύθων» και παραδόσεων που αναδεικνύουν τον άνθρωπο ως ένα ιστορικό υποκείμενο που αγωνίζεται για την ελευθέρια του, δίχως να περιμένει από άλλους να τον «σώσουν». Μια εκμαίευση πραγμάτων που η σκόνη του χρόνου, των προδοσιών και των ηττών έχει κρύψει. Οι «ακροβάτες του ονείρου», ως οι συλλογικοί διανοούμενοι ενός κινήματος χειραφέτησης δεν θα είναι αυτοί που θα αναλάβουν να οικοδομήσουν το όνειρο, αλλά αυτοί που θα ετοιμάσουν το δρόμο στις μάζες να το κάνουν πράξη.

Δημήτριος Αργυρός

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις