Ο "μετάνθρωπος", ελπίδα ή εφιάλτης;

Γ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ

Η ιδέα της «υπέρβασης» της ανθρώπινης φύσης δεν είναι καινοφανής και μας καταδιώκει από πολύ παλιά, πότε ως όνειρο και πότε ως εφιάλτης. Η πρώτη στιγμή υπήρξε εκείνη του μύθου και της θρησκείας… Ο ημίθεος, ο ήρωας, αποτελούν ήδη μια εκδοχή ενός μυθολογικού μετανθρώπου, από τους Ινδιάνους της Αμερικής μέχρι τους Ομηρικούς ήρωες και τον Ηρακλή. Ο ήρωας εμφανίζεται ως η σύμμειξη θεού και ανθρώπου ως ένα προείκασμα της μετάβασης στη μετανθρώπινη κατάσταση. Όσο για τις θρησκείες, ο άνθρωπος υπερβαίνει τη θνητή, ζωώδη και πεπε ρασμένη φύση του μέσω της ένωσής του με τον θείο «πατέρα» του («πατέρας θεών και ανθρώπων»), και την πίστη σε μια «άλλη ζωή» που θα του εξασφαλίσει την αθανασία.

Η δεύτερη «στιγμή» θα είναι η «παιδευτική»-πολιτισμική. Μέσω της «παιδείας», ο άνθρωπος υποτίθεται πως θα «υπερβεί» τη φύση του και θα κατασκευάσει μια νέα ταυτότητα, εξολοκλήρου πολιτισμική. Ο διαφωτισμός και η ακρότατη συνέπειά του ο κρατικός μαρξισμός, θα θέσει ως προμετωπίδα του το αίτημα της δημιουργίας του «νέου ανθρώπου», που πλέον θα έχει υπερκεράσει κάθε φυσικό ή ενστικτικό «προκαθορισμό». Φύση και ιστορία δια­χωρίζονται ριζικά και απόλυτα, ο «άνθρωπος», μέσω του πολιτισμού, υπερβαίνει αμετάκλητα τη φύση.

Η αποτυχία των «παιδευτικών» ιδεολογιών, η διόγκωση των οικολογικών προβλημάτων, η κατάρρευση των κοινωνικών πειραματισμών του 20ού αιώνα, υπονόμευσαν την πίστη στις πολιτισμικές και παιδευτικές διαδικασίες. Μπροστά στα αδιέξοδα που πολλαπλασιάζονται, προετοιμάζεται μια νέα «στιγμή», τεχνολογική, που θα υπερβεί «οριστικά» την αντίφαση Φύση-Ιστορία και θα οδηγήσει, κυριολεκτικά, σε ένα «νέο είδος ανθρώπου». Η τεχνολογική μηχανική του ανθρώπου διήνυσε, μέσα σε μερικά εκατομμύρια χρόνια, την απόσταση που τον χωρίζει από τη λάξευση του πυριτόλιθου έως τη σύντηξη του πυρήνα του υδρογόνου και τη μικροηλεκτρονική και βρίσκεται πλέον στο κατώφλι ενός ποιοτικού άλματος χωρίς προηγούμενο, το οποίο υποστασιοποιείται σε περισσό τερες από μία κατευθύνσεις:

1. Πρώτον, στην κατασκευή του «μετανθρώπου», την παρέμβαση στην ίδια την ανθρώπινη φύση, όχι πλέον μέσω του πολιτισμού, της θρησκείας, της ιδεολογίας, αλλά πάνω στο ίδιο το βιολογικό «υλικό».

Η μετάλλαξη των ζώντων οργανισμών είναι εφικτή και πραγματοποιήσιμη. Ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, ο άνθρωπος θα επιτύχει, μέσα από αλλεπάλληλες διασταυρώσεις, τη δημιουργία νέων ποικιλιών φυτών και ρατσών ζώων, ενώ από τον 19ο αιώνα θα δημιουργήσει νέα υβρίδια και με τη βιογενετική θα επέμβει και γονιδιακά στη δημιουργία νέων ποικιλιών και γιατί όχι –σύντομα– και στην κατασκευή νέων ειδών.
Η χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, που ολοκληρώθηκε το 2003, και οι απαρχές της γονιδιακής παρέμβασης και της κλωνοποίησης ζώντων οργανισμών έρχονται να προστεθούν στη φαρέτρα της ευγονικής (ακόμα και αν πρόκειται στην πραγματικότητα για «δυσγονική»)[iii].

2. Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά στην επέκταση της τεχνητής νοη μοσύ νης και της δημιουργίας νέων τεχνολογικών πλασμάτων που σε λίγες δεκαετίες θα «ανταγωνίζονται» τον ίδιο τον ανθρώπινο εγκέφαλο σε όλα τα επίπεδα, όπως το κάνουν ήδη π.χ. στο σκάκι.
Αυτή η εξέλιξη έχει αρχίσει να διαγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες με την προσθετική ιατρική, τις μεταμοσχεύσεις, τη θυελλώδη εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, της ρομποτικής και της πληροφορικής ή τη «νανοτεχνολογία» που ανατέλλει. Τεχνητά μέλη και μαλλιά, τεχνητοί νεφροί και καρδιές, οδοντοστοιχίες, ενέσεις σιλικόνης και μετατροπή φύλου, λίφτιν και φαρμακευτική «υποστήριξη» της καθημερινότητας, ντόπινγκ και σκευάσματα. Ο κόσμος μας αποτελείται ήδη από τους «τελευταίους ανθρώπους» και ίσως τους πρώτους μετανθρώπους. Ο Vernon Vinge, μαθηματικός που θεωρεί δυνατή και ευκταία την έλευση του μετανθρώπου, διαγράφει ως εξής το πρόγραμμα του τεχνολογικού μετασχηματισμού που οραματίζεται:
Η επιτάχυνση της τεχνολογικής προόδου ήταν το κεντρικό χαρακτηριστικό αυτού του αιώνα. Υποστηρίζω σ' αυτό το κείμενο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια αλλαγή που συγκρίνεται μόνο με την εμφάνιση της ανθρώπινης ζωής στη Γη. Τα επακριβή αίτια αυτής της αλλαγής είναι η επικείμενη δημιουργία, μέσω τεχνολογίας, οντοτήτων με μεγαλύτερη νοημοσύνη από τον άνθρωπο. [ ]
Μπορεί να υπάρξουν «ξύπνιοι» και υπεράνθρωπα ευφυείς κομπιούτερ. [ ] Μεγάλα δίκτυα κομπιούτερ (και οι συνδεδεμένοι χρήστες τους) μπορεί να «ξυπνήσουν» σαν υπεράνθρωπα ευφυείς οντότητες.
Η συνεπαφή (interface) κομπιούτερ και ανθρώπου μπορεί να γίνει τόσο στενή που οι χρήστες τους να θεωρούνται δικαιολογημένα πως έχουν υπερανθρώπινη ευφυΐα. Οι βιολογικές επιστήμες μπορεί να προσφέρουν τα μέσα για τη βελτίωση της ανθρώπινης ευφυΐας[iv].
Και είναι προφανές ότι βρισκόμαστε μόλις στο πρελούδιο[v], διότι σε είκοσι ή τριάντα χρόνια θα έχουν δημιουργηθεί μοριακοί «νανοσυναρμολογητές[vi]» οι οποίοι θα παρεμβαίνουν στο μοριακό επίπεδο και θα μπορούν να συνθέτουν από οποιοδήποτε υλικό πρώτες ύλες, τρόφιμα, κλπ. με την «απλή» αναδόμηση των μορίων. Οι νανοσυναρμολογητές, σύμφωνα με τον άνθρωπο που τους επινόησε, τον Έρικ Ντρέξλερ, θα μπορούσαν να θεραπεύσουν ασθένειες –από τη γρίπη έως τον καρκίνο– επεκτείνοντας το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, θα παρήγαγαν εξαιρετικά φθηνή ηλιακή ενέργεια, θα αποκαθιστούσαν ολοκληρωτικά τις ζημιές που έχουμε προκαλέσει στο περιβάλλον, θα επέτρεπαν την παραγωγή υπερ-υπολογιστών τσέπης, θα μετέβαλλαν σε ταξίδι ρουτίνας τις διαστημικές πτήσεις και θα μας επέτρεπαν να αποκαταστήσουμε τα εξαφανισμένα ζωικά και φυτικά είδη.
Πρόκειται ίσως για τη δραματικότερη «στιγμή» στην ανθρώπινη ιστορία. Ο άνθρωπος αναλαμβάνει το ρίσκο της αυτομετατροπής του σε «μετάνθρωπο», δια της ηλεκτρονικής, της βιογενετικής και της νανοηλεκτρονικής οδού. Θα μπορέσει όμως να ελέγξει παρεμβάσεις στο γονιδιακό υλικό που μπορούν να αποβούν καταστροφικές και να οδηγήσουν ακόμα και σε τερατογενέσεις; Ή μήπως τα «βιολογικά ρομπότ» και οι μηχανές της τεχνητής νοημοσύνης, της συνεπαφής (interface) ζωικών ιστών και μηχανών, που ευαγγελίζονται ορισμένοι ρομποτικο-γενετιστές, μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε μια «ανεξέλεγκτη εξέγερση των ρομπότ», τέτοια που έχει ήδη περιγράψει ο Ασίμωφ και οι άλλοι πατέρες της επιστημονικής φαντασίας; Και όχι υποχρεωτικά με τη μορφή της εξέγερσης των μηχανών, που προαναγγέλλει η επιστημονική φαντασία, αλλά, τουλάχιστον, αρχικώς με τη μορφή ενός ανεξέλεγκτου και εκθετικού πολλαπλασιασμού των μηχανών και των υπολογιστών;

Η τεχνητή νοημοσύνη

Όσο περισσότερο εδραιώνονται και επεκτείνονται αυτές οι νέες κατευθύνσεις, τόσο πολλαπλασιάζονται οι αμφισβητήσεις των επιστημόνων και των στοχαστών –μαθηματικών, νευροψυχιάτρων, βιολόγων, φιλοσόφων– που αντιστρατεύονται ή απλώς αμφισβητούν αυτή τη νέα ανθρώπινη και μετανθρώπινη μηχανική.
Κατ' αρχάς, είναι πλέον εφικτή μία κατά προσέγγιση εκτίμηση της «υπολογιστικής ισχύος» του εγκεφάλου. Είναι όμως εξ ίσου εφικτή και η δημιουργία υπολογιστών, και κατ' επέκταση ρομπότ, οι οποίοι να μπορούν να φθάσουν και να «ξεπεράσουν» τις υπολογιστικές δυνατότητες του ανθρώπινου εγκεφάλου;
Ο εγκέφαλος αποτελείται από 100 δισεκατομμύρια νευρώνες περίπου, έκαστος εκ των οποίων συνδέεται μέσω συνάψεων με 1000 γειτονικούς νευρώνες. Συνολικά πρόκειται για 100 τρισεκατομμύρια συνάψεις, που λειτουργούν εν παραλλήλω. Αν θεωρήσουμε ότι κάθε σύναψη έχει δυναμικότητα 100 «υπολογισμών» το δευτερόλεπτο, προκύπτει το ισοδύναμο 10.000 teraFLOP[vii] για το σύνολο του εγκέφαλου. Ο πλέον σύγχρονος υπερ-υπολογιστής στις αρχές της χιλιετίας ήταν ο white ASCI της IBM, με συνολική απόδοση 12.3 teraFLOP. Αυτός ο υπολογιστής βρισκόταν μόλις σε εκατονταδικές τάξεις μεγέθους απόσταση από τον ανθρώπινο εγκέφαλο, αλλά χρειάστηκαν εικοσιοκτώ φορτηγά αυτοκίνητα για τη μεταφορά του. Τον Νοέμβριο του 2003, ο Earth Simulator της Hewlett-Packard είχε φθάσει ήδη τα 35.6 teraflops ισχύος, ενώ η IBM κατασκεύασε το 2008 τον Roadrunner, έναν υπολογιστή που έσπασε το φράγμα του ενός petaFLOP[viii] και θα χρησιμοποιηθεί από την αμερικανική κυβέρνηση[ix], ενώ η NEC και η ιαπωνική κυβέρνηση ανήγγειλαν τον Ιούνιο του 2008 την κατασκευή ενός υπολογιστή 10 petaFLOP που θα τεθεί σε λειτουργία το 2010, δηλαδή θα διαθέτει την υπολογιστική ισχύ του… ανθρώπινου εγκεφάλου![x]
Ο καθηγητής Χανς Μόραβετς (Hans Moravec), ιδρυτής του «Ινστιτούτου Ρομποτικής» στο Πανεπιστήμιο Κάρνετζι-Μέλλον των ΗΠΑ και κατασκευαστής ρομπότ, υποστηρίζει πως, μέσα στα επόμενα πενήντα χρόνια, θα κατασκευαστούν υπερ-ευφυή ρομπότ που θα φθάσουν ή και θα ξεπεράσουν την ανθρώπινη ευφυΐα και η ανθρώπινη εργασία θα αντικατασταθεί από τα αυτόματα. Σύμφωνα με τον Μόραβετς, η πρώτη γενιά των ρομπότ, με επίπεδο ευφυΐας παρόμοιο με εκείνο των ερπετών, θα έχει ήδη κατασκευαστεί το 2010, ενώ τριάντα χρόνια μετά θα έχει ήδη κατασκευαστεί η «τέταρτη γενεά... η οποία θα διαθέτει ανθρωπίνου επιπέδου αισθητηριακές και κινητικές δυνατότητες και ανώτερες δυνατότητες υπολογισμού. Θα μας αντικαταστήσουν σε κάθε βασική εργασία και θα μπορούν, κατ' αρχήν, να θέτουν σε λειτουργία την κοινωνία μας δίχως τη δική μας παρέμβαση»[xi]. «Αυτό που μας μέλλεται.... είναι ένας κόσμος στον οποίο η ανθρώπινη φυλή θα σαρωθεί από ένα κύμα πολιτισμικών μετασχηματισμών, και θα υποκατασταθεί από τους ίδιους τους τεχνητούς απογόνους της»[xii].
Ο πλέον διαπρύσιος κήρυκας της έλευσης των ρομπότ υψηλής νοημοσύνης είναι ο Ρέυ Κουρτσβάιλ (Ray Κurzweil), εφευρέτης πολλών ηλεκτρονικών συστημάτων και ιδιοκτήτης ενός μεγάλου δικτύου συναφών επιχειρήσεων. Για τον Κουρτσβάιλ, οι επιτραπέζιοι υπολογιστές, σύμφωνα με τον «Νόμο του Μουρ», θα φθάσουν στο επίπεδο της ανθρώπινης ευφυΐας ήδη από το 2020, στις δε αμέσως επόμενες δεκαετίες θα καταστεί δυνατή η αντιγραφή (το «σκανάρισμα») του ανθρώπινου εγκεφάλου και η μεταγραφή των εγκεφαλικών δεδομένων σε αυτούς τους εξελιγμένους υπολογιστές, ώστε να αποκτήσουν ανθρώπινες ικανότητες λογικής επεξεργασίας και, παράλληλα με την υψηλή τους ταχύτητα, να ξεπεράσουν σύντομα τους ανθρώπους. Η μεταβίβαση της πληροφορίας από τον ανθρώπινο εγκέφαλο στον υπολογιστή θα προσφέρει στον άνθρωπο ένα είδος «αθανασίας», ενώ βέβαια το ανθρώπινο είδος, όπως το γνωρίζουμε, θα οδηγηθεί σε εξαφάνιση...[xiii]
Όσο για την περιβόητη «συνεπαφή» μεταξύ ανόργανων και οργανικών συστημάτων, οι λεγόμενοι «υπολογιστές DNA» έχουν ήδη αναπτυχθεί σε πειραματικό στάδιο. Οι «υπολογιστές» αυτοί βασίζονται σε μια νέα τεχνολογία που έχει στόχο να εκμεταλλευτεί τη χωρητικότητα του DNA, τα βιολογικά μόρια του οποίου μπορούν να αποθηκεύσουν πολύ περισσότερες πληροφορίες από οποιοδήποτε συμβατικό κύκλωμα[xiv].
Ωστόσο, απέναντι στους ενθουσιώδεις οπαδούς μιας μετανθρώπινης εξέλιξης του ανθρωπίνου είδους[xv] και της δυνατότητας κατασκευής ευφυών ρομπότ, πολλαπλασιάζονται και όσοι απορρίπτουν ως ανέφικτη ή επικίνδυνη την τεχνητή νοημοσύνη. Σύμφωνα με τον μαθηματικό Ρότζερ Πένροουζ (Roger Penrose), η αιτία για την αδυναμία δημιουργίας ηλεκτρονικών συσκευών υψηλής ευφυΐας δεν βρίσκεται στην κατασκευαστική αδυναμία των εταιρειών αλλά στην ύπαρξη «περιοχών» της υψηλής νοημοσύνης που είναι αδύνατον να προσεγγίσει οποιαδήποτε από τις γνωστές μορφές τεχνητού λογισμού. Oι υπολογιστές μπορεί να ξεπεράσουν τον άνθρωπο στο σκάκι αλλά δεν μπορούν να κατανοήσουν την εσώτερη λογική του παιγνιδιού. Στο κλασικό του βιβλίο για το ζήτημα[xvi], παραθέτει μια σειρά από μαθηματικούς και φυσικούς κανόνες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην κβαντομηχανική και τη λειτουργία του εγκεφάλου, που κάνουν απαγορευτική την ταύτιση εγκεφάλου και μηχανής. Ο Πένροουζ απορρίπτει τη λογική εκείνων που, όπως οι Ντόουκινς (Dawkins) και Ντένετ (Dennett), υποστηρίζουν ότι «η συνείδηση είναι ένας απλός μηχανισμός»:
Υποστηρίζω ότι χρειάζεται να ανακαλύψουμε κάποια μη-υπολογιστική φυσική διαδικασία εάν θέλουμε κάποτε να εξηγήσουμε τους μηχανισμούς της συνείδησης. Αλλά δεν βλέπω να υπάρχει σήμερα μια παρόμοια θεωρία. Νομίζω ότι στο μόνο μέρος που μπορεί να ενταχθεί η μη-υπολογιστική λογική είναι σε αυτό που αποκαλείται «μέτρηση κβαντικού χαρακτήρα»... Αλλά πρόκειται για κάτι που αφορά στο μακρινό μέλλον.
Πολλά από όσα κάνει ο εγκέφαλος μπορούν να γίνουν με τον υπολογιστή. Δεν ισχυρίζομαι ότι η δράση του εγκεφάλου είναι εντελώς διαφορετική απ' ό,τι κάνεις με έναν υπολογιστή. Ισχυρίζομαι απλώς ότι οι λειτουργίες της συνείδησης είναι κάτι το διαφορετικό. Ούτε ισχυρίζομαι ότι η συνείδηση είναι πέραν της φυσικής – πιστεύω ωστόσο ότι είναι πέραν της φυσικής που γνωρίζουμε σήμερα[xvii].
Με τα σημερινά δεδομένα είναι απολύτως ανεδαφική κάθε απόπειρα αναγωγής της ψυχολογίας στη νευροεπιστήμη, ώστε να συνάγονται τα ψυχονοητικά αντικείμενα από τις δραστηριότητες των νευρώνων. Το μοντέλο της δυαδικότητας το οποίο μπορεί να στηρίζεται πιθανώς και στην «κβαντικού» τύπου λειτουργία του εγκεφάλου, σύμφωνα με την υπόθεση του Πένροουζ, μοιάζει το πλέον ικανοποιητικό, τουλάχιστον σε περιγραφικό επίπεδο. Όπως καταλαβαίνουμε, η συζήτηση αυτή, με τα σημερινά εμπειρικά και πειραματικά δεδομένα, παραμένει χωρίς τέλος και ίσως –ως συνέπεια και του θεωρήματος του Γκέντελ (Gödel)– να παραμείνει για πολύ ή και εσαεί με αμφισβητούμενη έκβαση.
Το ισχυρότερο μαθηματικο-λογικό επιχείρημα για την αδυναμία κατασκευής μιας μηχανής η οποία να υποκαθιστά τον άνθρωπο το προσφέρει το Θεώρημα της μη-πληρότητας του Γκέντελ, μία από τις μεγαλύτερες επιστημονικές αλλά και φιλοσοφικές κατακτήσεις της εποχής μας.
Ο Γκέντελ απέδειξε ότι, σε οποιοδήποτε μαθηματικό κλάδο, θα υπάρχουν πάντοτε κάποιες προτάσεις που δεν θα μπορούν να αποδειχτούν αληθείς ή ψευδείς, σύμφωνα με τους κανόνες και τα αξιώματα του συγκεκριμένου μαθηματικού κλάδου (π.χ. Ευκλείδια γεωμετρία). Μπορείς να αποδείξεις ο,τιδήποτε σχετικά με ένα σύστημα μόνο εάν βρίσκεσαι έξω από το σύστημα αυτό και δημιουργήσεις ή εφαρμόσεις νέους κανόνες και αξιώματα, αλλά έτσι κατασκευάζεις ένα νέο ευρύτερο μετα-σύστημα με τις δικές του αναπόδεικτες διαπιστώσεις. Κατά συνέπεια, οποιοδήποτε λογικό σύστημα μιας ορισμένης πολυπλοκότητας είναι εξ ορισμού ατελές και περιέχει περισσότερες αποφάνσεις από εκείνες που μπορεί κανείς να αποδείξει σύμφωνα με τους ίδιους του κανόνες του συστήματος.
Το θεώρημα του Γκέντελ, το οποίο δεν έχει αμφισβητηθεί μέχρι σήμερα, αποτελεί τη θεωρητική βάση για την απόρριψη της δυνατότητας της κατασκευής υπολογιστών ταυτόσημης ευφυΐας με τον άνθρωπο, γιατί οι γνώσεις του περιορίζονται από έναν συγκεκριμένο αριθμό αξιωμάτων, ενώ οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύπτουν αναπάντεχες αλήθειες. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο άνθρωπος πίστευε ότι θα κατάφερνε να εντάξει σε έναν κατάλογο όλα τα αξιώματα που θα μας επέτρεπαν να αποφανθούμε για την αλήθεια ή το ψεύδος κάθε πρότασης. Ο Γκέντελ μας έδειξε ότι ο κατάλογος αυτός είναι άπειρος. Αν ένας τέτοιος κατάλογος υπήρχε, τότε θα μπορούσαμε να τον απομνημονεύσουμε σε έναν υπολογιστή και έτσι θα ήταν δυνατό να αποδειχθούν όλα τα πιθανά θεωρήματα. Χάρις στο θεώρημα της μη πληρότητος, αυτό είναι αδύνατο να συμβεί και συνεπώς επιβεβαιώνεται το αξίωμα πως ο άνθρωπος ποτέ δεν θα κατανοήσει πλήρως τον εαυτό του, διότι θα έπρεπε να διαθέτει ένα μετα-σύστημα που να βρίσκεται έξω από τον ίδιο τον άνθρωπο[xviii].
Αν όμως αυτό το θεώρημα συνομολογεί με όλες τις άλλες διαπιστώσεις της λογικής και της φιλοσοφίας πως η ανθρώπινη συνείδηση είναι αδύνατον να μεταγραφεί σε κάποια μηχανική κατασκευή, αυτό δεν πρέπει να μας καθησυχάζει, ίσως θα πρέπει μάλλον να μας εμβάλλει σε μεγαλύτερη ανησυχία: Επειδή είναι βέβαιο πως η λογική του κέρδους και της επιστημονικής μεγαμηχανής δεν πρόκειται να παραιτηθούν από τις απόπειρες κατασκευής ευφυών μηχανών, αντίθετα μάλιστα, είναι πολύ πιθανό να οδηγήσουν στη δημιουργία μηχανικών τεράτων με υψηλή υπολογιστική ισχύ αλλά μη ελέγξιμων ως προς τις κατευθύνσεις τους.

Από την ευγονική στις γονιδιακές παρεμβάσεις

Η δεύτερη μεγάλη κατεύθυνση, παράλληλα με τη δημιουργία νοη μόνων μηχανικών συστημάτων, είναι η ευγονική και η γενετική τροποποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος:
Ποιος άραγε θα ελέγχει τις δυνάμεις που απελευθερώνει το γενετικό κουτί της Πανδώρας; Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι μηχανισμοί της ευγονικής δεν εμφανίστηκαν με τη γενετική μηχανική, αλλά αποτέλεσαν την έκφραση ενός κοινωνικού δαρβινισμού ήδη στις πρωτόγονες και τις αρχαίες κοινωνίες: Οι ανήμποροι ρίχνονται στον Καιάδα από τους Λακεδαιμονίους, οι φεουδάρχες επιλέγουν τις καταλληλότερες νύφες και γαμβρούς για τους βλαστούς τους, οι σημερινές άρχουσες τάξεις επιλέγουν τη φυλή και το παρουσιαστικό των συνεύνων των κατιόντων τους. Η βιομηχανική Δύση θα στειρώνει μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τους αποκλίνοντες και τους στιγματισμένους από ανίατες ασθένειες κ.ο.κ. Η ιστορία της «επιστημονικής» ευγονικής στη Δύση, η οποία προετοιμάζει την αναδυόμενη γενετική ευγονική, αρχίζει στον 19ο αιώνα παράλληλα με την ανάπτυξη του επιστημονισμού και του ορθολογισμού και θεωρείται άμεση συνέπεια του Δαρβινισμού [xix]. Η «αρνητική ευγονική» περιόριζε τους γάμους των ανεπιθύμητων πληθυσμιακών ομάδων και προχωρούσε σε στειρώσεις, ενώ η «θετική ευγονική» προσπαθούσε να ενισχύσει την τεκνογονία των επιθυμητών γονέων.
Στις ΗΠΑ, το Διάταγμα του Περιορισμού της Μετανάστευσης του 1924 περιόριζε την είσοδο από περιοχές που θεωρούνταν «βιολογικά κατώτερες» και ενίσχυε τη μετανάστευση από τη Βόρεια Ευρώπη ενώ, μεταξύ του 1907 και του 1937, τριάντα δύο Πολιτείες θέσπισαν την εφαρμογή των στειρώσεων για πολίτες που χαρακτηρίζονταν ως ανεπιθύμητοι, ψυχικά ασθενείς, καθώς και για όσους είχαν καταδικαστεί για χρήση αλκοόλ ή σεξουαλικές παρεκκλίσεις κ.λπ. Στη Γερμανία, το 1905, ιδρύθηκε η «Γερμανική Εταιρία Φυλετικής Υγιεινής», ενώ το αντίστοιχο ναζιστικό πρόγραμμα εγκαινιάστηκε με την υποχρεωτική στείρωση και κατέληξε στη γενοκτονία. Το 1933, εξεδόθη ο Νόμος για την Πρόληψη του Πολλαπλασιασμού των εκ Γενετής Ασθενών και στειρώθηκαν 350.000 σχιζοφρενείς και ψυχικά ασθενείς. Στη συνέχεια στειρώθηκαν τουλάχιστον 30.000 Γερμανοί τσιγγάνοι ενώ, μέχρι το 1945, παράλληλα με τους 6 εκατομμύρια Εβραίους και τους εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές από όλη την Ευρώπη, εξοντώθηκαν 700.000 Τσιγγάνοι και 70.000 ψυχικά ασθενείς[xx].
Ωστόσο, οι υποστηρικτές της ευγονικής δεν περιορίζονταν μόνο ανάμεσα στους φασιστικούς και συντηρητικούς κύκλους αλλά έφθαναν μέχρι τη Ρωσία (όπου το 1922 ιδρύθηκε το «Γραφείο Ευγονικής» της Ακαδημίας Επιστημών), την αγγλική Αριστερά και κυρίως τη σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία Ο «Νόμος για τη Στείρωση» ψηφίστηκε το 1935 από το Σουηδικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, ενώ μεταξύ του 1934 και του 1976, όταν τελικώς ανεκλήθη, στειρώθηκαν 62.000 άνθρωποι, εκ των οποίων 90% γυναίκες,. Δεκαπεντάχρονοι είχαν υποστεί στείρωση γιατί σύχναζαν σε χορευτικά κέντρα και ορφανά παιδιά υφίσταντο στείρωση για να τους επιτραπεί να εγκαταλείψουν τα ορφανοτροφεία. Ανάμεσα στους υποστηρικτές της ευγονικής συγκαταλέγονταν και ο σοσιαλιστής οικονομολόγος –κάτο χος του βραβείου Νόμπελ οικονομίας μαζί με τον φον Χάγιεκ το 1974– Γκούναρ Μύρνταλ[xxi]˙ στην Αγγλία, ο Μπέρτραντ Ράσελ, πρότεινε την έκδοση εγχρώμων «εισιτηρίων τεκνοποιίας» και την αυστηρή τιμωρία αυτών που θα τολμούσαν να αναμιγνύουν τα χρώματα (δηλ. την ευγονική ομαδοποίηση) στη σεξουαλική δραστηριότητά τους, και ο Μπέρναρντ Σώου δήλωνε ότι «ο μόνος θεμελιακός και εφικτός σοσιαλισμός είναι η κοινωνικοποίηση της επιλεκτικής ανθρώπινης αναπαραγωγής»[xxii].
Σήμερα όμως, όπως τονίζει και ο Τζέρεμυ Ρίφκιν, η προοπτική να δημιουργήσουμε νέους ευγονικούς άνδρες και γυναίκες δεν είναι πλέον όνειρο κάποιων πολιτικών δημαγωγών, αλλά σύντομα θα είναι μια καταναλωτική δυνατότητα και μια προσοδοφόρα αγορά. H παλιά ευγονική πήγαζε από πολιτικές ιδεολογίες και υποκινούνταν από τον φόβο και το μίσος. H νέα ευγονική ξεπηδά από τις δυνάμεις της αγοράς και τις επιθυμίες των καταναλωτών[xxiii].

Η «απειλή των μηχανών» και η νανοτεχνολογία

Για τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση των νέων τεχνολογιών αξίζει να παραθέσουμε τον Μπιλ Τζόυ, συνιδρυτή μιας από τις μεγαλύτερες εταιρεί ες ηλεκτρονικής, της Sun Microsystems, ο οποίος στο περιβόητο πλέον δοκίμιό του, «Γιατί το μέλλον δεν μας χρειάζεται», περιγράφει τη ρήξη του με την κυρίαρχη κερδοσκοπική και τεχνολάγνα λογική των εταιρειών πληροφορικής: ο ίδιος –λάτρης, αρχικώς, της τεχνολογίας και της «επιστημονικής προόδου»– ανακάλυψε με τρόμο τις πιθανές συνέπειες της τεχνολογίας σε τρεις βασικούς τομείς, τη γενετική, η «οποία θα μπορούσε να κατασκευάσει μια πραγματική Λευκή Πανούκλα», την τεχνητή νοημοσύνη και τη ρομποτική και, τέλος, τη νανοτεχνολογία.
Θυμάμαι ότι ένιωσα ωραία όταν διάβασα τις Μηχανές Δημιουργίας (του Ντρέξλερ). Ως μηχανικός ένιωθα ένα αίσθημα ηρεμίας, ένιωθα δηλαδή ότι η νανοτεχνολογία παρείχε την απόδειξη ότι η απεριόριστη πρόοδος ήταν τελικά εφικτή, ίσως ακόμη και αναπόφευκτη. [ ] Όταν ξαναδιάβασα τη δουλειά του Ντρέξλερ, δέκα χρόνια μετά, συνταράχτηκα βλέποντας πόσο λίγα πράγματα θυμόμουν από μια μακροσκελή ενότητα, με τον τίτλο Φόβοι και Ελπίδες, όπου γινόταν αναφορά στο πώς οι νανοτεχνολογίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε «μηχανές καταστροφής».
Δυστυχώς, όπως ακριβώς και με την πυρηνική τεχνολογία, είναι πολύ πιο εύκολο να υλοποιηθούν καταστροφικές εφαρμογές της νανοτεχνολογίας παρά εποικοδομητικές. [ ] Η νανοτεχνολογία επιτρέπει την κατασκευή μηχανισμών με επιλεκτική καταστροφική δράση, οι οποίοι προσβάλλουν, για παράδειγμα, μόνο μια δεδομένη γεωγραφική περιοχή ή μόνο μια ομάδα ανθρώπων με συγκεκριμένα γενετικά χαρακτηριστικά.
Άμεση συνεπαγωγή της φαουστιανής συμφωνίας με τον διάβολο για την κατάκτηση της ισχύος που μας προσφέρει η νανοτεχνολογία, είναι ότι θέτουμε τους εαυτούς μας σε ανυπολόγιστο κίνδυνο: στον κίνδυνο να καταστρέψουμε τη βιόσφαιρα από την οποία εξαρτάται κάθε μορφή ζωής[xxiv].
Ο Ντρέξλερ, στις Μηχανές Δημιουργίας, καταγράφοντας τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει η νανοτεχνολογία, περιγράφει «φυτά» των οποίων το «φύλλωμα» αποτελείται από ηλιακές κυψέλες, παρόμοιας απόδοσης με τις ήδη υπάρχουσες, και τα οποία θα ήταν δυνατόν να εκτοπίσουν τα αληθινά φυτά και να εποικήσουν τη βιόσφαιρα με φύλλωμα ακατάλληλο προς βρώση. Ισχυρά παμφάγα «βακτηρίδια» θα μπορούσαν να εκτοπίσουν τα αληθινά βακτηρίδια: να εξαπλωθούν ό πως η γύρη στον άνεμο, να πολλαπλασιαστούν ταχύτατα και να εξαφανίσουν ολόκληρη τη βιόσφαιρα μέσα σε λίγες ημέρες. Οι επικίνδυνοι αναπαραγωγικοί μηχανισμοί θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι τόσο μικροί και ισχυροί και να εξαπλώνονται με τέτοια ταχύτητα, ώστε να μην είναι δυνατόν να ανακόψουμε την πορεία τους – αν τουλάχιστον δεν έχουμε προβεί στις κατάλληλες προετοιμασίες για κάτι τέτοιο. Και όμως ο άνθρωπος δεν έχει καταφέρει ακόμα να ελέγξει τους ιούς και τα παράσιτα..
Αυτό που πάνω από όλα θα έπρεπε να μας κάνει επιφυλακτικούς στη χρήση της γενετικής, της νανοτεχνολογίας και της ρομποτικής είναι η δύναμη της καταστροφικής αυτοαναπαραγωγής. Η αυτοαναπαραγωγή είναι το modus operandi της γενετικής μηχανικής, η οποία αναπαράγει τις δομές της χρησιμοποιώντας τον αναπαραγωγικό μηχανισμό του κυττάρου[xxv].
Υπάρχει άραγε οποιαδήποτε δυνατότητα κοινωνικού ελέγχου αυτών των διαδικασιών και ποιοι είναι οι ηθικοί φραγμοί και τα όρια που θα πρέπει να θέσουν οι ανθρώπινες κοινωνίες απέναντι σε μια τέτοια εξέλιξη; Τέλος, αλλά όχι ελάχιστο, ποια θα είναι η τύχη των ταυτοτήτων, εθνικών, πολιτισμικών, φυλετικών απέναντι στη δημιουργία του μετανθρώπου; Η έννοια της ταυτότητας –τουλάχιστον της συλλογικής– θα πάψει πλέον να έχει οποιοδήποτε νόημα και θα επιβιώσει μόνο η ατομική-σειριακή ταυτότητα;

Φιλοσοφικές και ανθρωπολογικές συνεπαγωγές

Ποια είναι η θέση που μπορεί να πάρει η φιλοσοφία απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις; Και ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη της θρησκείας μπροστά σε μια τέτοια προοπτική; Για τον Σπύρο Μάνδρο, που μοιάζει να μεταφέρει την παλιά διαφωτιστική αντίληψη για την κυριαρχία του Λόγου έναντι του Ανθρώπου, από τον μαρξισμό και την κομμουνιστική ουτοπία στην τεχνολογική επαγγελία του μετανθρώπου, τα πράγματα είναι καθαρά και το φιλοσοφικό δίλημμα αδήριτο:
Το δράμα που εξελίσσεται στο θέατρο της συνείδησής μας τώρα έχει έναν αλλιώτικο πρωταγωνιστή: Το άνυσμα του κοινωνικού χρόνου, δηλαδή τη συλλογική μας αντίληψη για το μέγεθος, την ταχύτητα και την κατεύθυνση της ιστορίας. Από τη μια πλευρά βρίσκεται ο οικείος κοινωνικός χρόνος, που κινείται με τους ρυθμούς του βιολογικού σώματος, έχει την έκταση της καταγεγραμμένης ιστορίας και κατάγεται / ωθείται από κάποιο λαμπρό παρελθόν. Και από την άλλη, ο (ελλείψει καλύτερου όρου) τεχνοκρατικός / επιστημονικός χρόνος, που παραδόξως συνθέτει ένα πρακτικώς άπειρο μέγεθος χρόνου (αστρονομικό, γεωλογικό, βιολογικό) με ακαριαίες νανοταχύτητες και κατευθύνεται / έλκεται από ένα κρυφό και τρομερό μέλλον.
Αυτό δηλαδή που παρακολουθούμε είναι η σύγκρουση δύο μειζόνων πνευματικών μας κατασκευών.[ ] Έχουμε έτσι τον μύθο του ανθρώπου, όπως τον έπλασαν και τον επέβαλαν οι Έλληνες («μέτρο των πάντων ο Άνθρωπος»), και έχουμε και τον αναδυόμενο μύθο του μετανθρώπου («μέτρο των πάντων ο Λόγος»), που διεκδικεί σήμερα τη δική του ηγεμονία[xxvi].
Απέναντι σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, οι κοινωνίες, για μια ακόμα φορά, θα πρέπει να επιλέξουν μπρος στις νέες προκλήσεις που διαγράφονται. Ο Σπύρος Μάνδρος –και σε αυτό θα τον ακολουθήσει και ο Στέλιος Ράμφος– θα επιλέξει τον «Λόγο» (δηλαδή τον εργαλειακό Λόγο) σε αντιπαράθεση με τον «Ανθρωπο». Ωστόσο –ευτυχώς– οι δυνατές επιλογές είναι περισσότερες, όσες και οι πιθανοί συνδυασμοί λύσεων:
Η πρώτη είναι εκείνη της «τεχνοφασιστικής» αντιμετώπισης των αδιεξόδων. Απέναντι, λοιπόν, στα προβλήματα που θα θέσει τις επόμενες δεκαετίες η υπερθέρμανση, η μόλυνση, ο υπερπληθυσμός, η «τρομοκρατία», η πιθανότητα (μήπως η βεβαιότητα;) της χρήσης πυρηνικών η βιολογικών όπλων, η λύση δεν θα αναζητηθεί στην αντικατάσταση του αναπτυξιακού εργαλειακού μοντέλου από το εναλλακτικό πρότυπο της αποανάπτυξης, αλλά, αντίθετα, στην «προσαρμογή» του ανθρώπου στις νέες συνθήκες και επομένως στην κατασκευή του υπερανθρώ που-με ταν θρώ που. Ο «Άγιος Βονιφάτιος» σε ένα κείμενό του που μετέφρασε ο Σπύρος Μάνδρος, θα προβάλει, εξιδανικεύοντας την, αυτή την προοπτική –που αποτελεί την αναπόφευκτη έκβαση και κατάληξη του εργαλειακού διαφωτισμού–, την έλευση της «Κυβέρνιας»:
Για να αντέξουμε τη προαιώνια απειλή του κοσμικού σκοταδιού και το μοτίβο της πυρηνικής αποκάλυψης που οι ίδιοι φτιάξαμε, πρέπει να αποκτήσουμε κάποιο είδος ανθεκτικότερης και πιο ευπροσάρμοστης και ευέλικτης σωματικής κατασκευής.
Βλέπω να έρχεται η εκπλήρωση όλης αυτής της μυθολογίας, όλης αυτής της θρησκευτικής μανίας για μεταγένεση. Για να επιβιώσουμε, γνωρίζουμε συλλογικά και υποσυνείδητα πως πρέπει να νευρομοσχευθούμε, να βιοσυγκολληθούμε και να υπερμορφοποιηθούμε στην πιο στενή συμβίωση με τον βιο-μηχανικό και ηλεκτρονικό κόσμο. Σαν ζωντανός υδράργυρος, να γίνουμε ικανοί να παίρνουμε οποιαδήποτε μορφή ή ψευδοφυσιογνωμία. Τα περιγράμματα του σώματος και του νου και του πνεύματός μας να χύνονται με την ταχύτητα της μεγα-ενισχυμένης σκέψης και βούλησης σε οποιοδήποτε αναγκαίο βιοκαλούπι. [ ]
Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τα μαλακά και σπογγώδη σάρκινα κελύφη μας, καθώς και τις αρχές που κυβερνούν την ημίρρευστη αυτή φόρμα. Πρέπει να γίνουμε άκαμπτο βιομέταλλο.
Παρατηρείται έλλειψη τροφίμων; Δημιουργούμε γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα, άσχετα με τους πιθανούς κινδύνους και επιπλοκές! Οι άνθρωποι αυξάνονται υπερβολικά στον πλανήτη; Κατασκευάζουμε τεχνητά μεγαθήρια όπου σε ένα κτίριο θα ζουν ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όπως ετοιμάζεται στην Ιαπωνία. Το κόστος των συνταξιούχων και των ασθενειών γίνεται δυσβάστακτο, καθώς οι πληθυσμοί γερνούν σταδιακά; Παρεμβαίνουμε στο γονιδιακό υλικό για να αντιμετωπίσουμε τις ασθένειες, άσχετα με τους πιθανούς κινδύνους της απρόβλεπτης μεταλλαγής του ανθρώπινου γονιδιώματος. Αντιμετωπίζουμε προβλήματα υγείας ή εμφάνισης; Η απάντηση είναι «απλή», δημιουργούμε έναν ημιτεχνητό άνθρωπο, όπως γίνεται ήδη με την προσθετική ιατρική, την προσθήκη σιλικόνης στα στήθη των γυναικών και, τέλος, επιτυγχάνουμε την «αιώνια σεξουαλική νεότητα» με κάποιο ενισχυμένο viagra.
Και η πορεία δεν γνωρίζει τέλος: μεσομακροπρόθεσμα, δημιουργούμε νέα είδη, κατασκευασμένα στον δοκιμαστικό σωλήνα και πιθανώς, σε κάποια πιο απομακρυσμένη στιγμή, θα φθάσουμε ακόμα και σε νέα ανθρωποειδή ή ανθρωπίδες, πιθανόν και «ρέπλικες», όπου το ζωντανό έμβιο υλικό θα συνδυάζεται με το μηχανικό-άψυχο. Έτσι, θα παραμείνει αδιατάρακτο το σημερινό μοντέλο της σπατάλης και της ερήμωσης της γης˙ πιθανώς δε την άνοδο της θερμοκρασίας από το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα την αντιμετωπίσουμε με γονιδιακές μεταλλάξεις, φυτών, ζώων και... ανθρώπων, αντί να καταργήσουμε π.χ. την εκτεταμένη καύση του πετρελαίου. Το οικολογικό κίνημα στην πρώτη του ριζοσπαστική νεότητα χαρακτήριζε αυτή την εκδοχή τεχνοφασιστική, απολύτως συμβατή με τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Σε μια τέτοια εκδοχή, όλο και περισσότερα εμπορεύματα θα κυκλοφορούν με αυξανόμενα μεταφορικά μέσα και ο πλανήτης θα μεταβληθεί σε ένα τεχνο-γαιο-ανθρώπινο σύστημα.
Μια τέτοια «μετάβαση» όμως απαιτεί και την καταστροφή του παραδοσιακού ψυχισμού του ανθρώπου, την κατασκευή ενός «νέου ανθρώπου. Και μήπως, απέναντι στην αδυναμία «προσαρμογής» του ανθρώπινου ψυχισμού σε απανθρωπους ρυθμούς ζωής, δεν επιλέγεται ήδη η λύση των ψυχοτρόπων φαρμάκων και ουσιών και της εικονικής πραγματικότητας, εγκαταλείποντας, σταδιακώς, τις «παραδοσιακές», ψυχολογικές, ηθικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές απαντήσεις στο ανθρώπινο αίνιγμα;
Να υιοθετήσουμε ένα άκαρδο πνεύμα επιβίωσης όπου η ηθικότητα και το έλεος θα εξοστρακιστούν αμείλικτα, καθώς θα παλεύουμε να ελέγξουμε και να σταθεροποιήσουμε τη νέα βιο-μηχανική μας κατάσταση ύπαρξης. Η ίδια η Γη, όλο και πιο εχθρική και αντιδραστική στη ρύπανση και τις βιαιότητές μας πάνω της, θα εκκολάψει αυτή τη νέα και τρομερή τάξη ζωής. Αυτό που θα επιβιώσει, θα αδράξει τα άστρα. [ ]
Ένας νέος και ανώτερος πολιτισμός, σμιλεμένος από τη βιοδιασπασμένη ενδοχώρα που θα ακολουθήσει τον καταστροφικό αποδεκατισμό αυτής της κουλτούρας στην οποία ζούμε και αναπνέουμε σήμερα υπό προθεσμία μέχρι την έλευση του μεγάλου ισοπεδωτικού κυκλώνα της κυβερνοσάρκας. Ένα είδος κοινωνιοβιολογίας και ιεραρχικαλισμού και οργάνωσης και ελευθερίας του όντος τόσο διαφορετικό και αδιανόητο για τις σημερινές μας νόρμες που καμιά ηθική ή βιολογική σύγκριση δεν είναι επαρκής. Βιοκολεκτίβες και μαζικοί νόες και σύνθετα όντα και ανθρωποαποικίες και ουλτραμορφές και υπεραρχέτυπα και κυβερνοκυψέλες και πολυπυραμιδικοί εγκέφαλοι. Η Κυβέρνια θα είναι ένας τεράστιος και χαοτικός τόπος όπου τίποτα δεν είναι αδύνατο[xxvii].
Η συνειδητοποίηση των διακυβευμάτων δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ευκρινής και κυνική. Από τον Άριο-υπεράνθρωπο των Ναζί – και τον «θεωρητικό αντιουμανισμό» ορισμένων αφελών μαρξιστών διανοουμένων– θα περάσουμε στον τεχνολογικό υπεράνθρωπο: «Να υιοθετήσουμε ένα άκαρδο πνεύμα επιβίωσης όπου η ηθικότητα και το έλεος θα εξοστρακιστούν αμείλικτα». Δεν είναι βέβαια τυχαίο πως οι Ναζί θα αναπτύξουν την ευγονική, και θα προωθήσουν πρώτοι τις έρευνες για την κλωνοποίηση επιθυμώντας να προσδώσουν μια στέρεη «βιο-τεχνολογική» βάση στα οράματα της έλευσης του υπεράνθρωπου. Η «τεχνο-φασιστική» εκδοχή εμφανίζεται ως απάντηση στην ερήμωση που προκαλεί η πληθυσμιακή μεγέθυνση και η βιομηχανική επέκταση και γι' αυτό είναι πολύ εύκολο να εκληφθεί και να προωθηθεί καταλλήλως ως μια αναπόφευκτη εξέλιξη.
Όπως σημειώνει και ο Τζέρεμι Ρίφκιν, είναι λάθος να ταυτίζουμε τη νέα ευγονική με την περίοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Στην εποχή του γενετικού σχεδιασμού, ο κάθε γονιός θα έχει την υποχρέωση να φροντίζει για την υγεία του παιδιού του, όχι από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, αλλά και από τη σύλληψη μέχρι τον τοκετό. Αυτό επιφέρει μια βασική αλλαγή στη σχέση γονέα-παιδιού. Το παιδί δεν είναι πλέον ευλογία του Θεού, αλλά προϊόν παρέμβασης. «Ο γονιός του είναι ο ευγονιστής, όχι ο Χίτλερ! Όμως στο παιδί μπορεί να μην αρέσει το γενετικό πρότυπο που επέλεξε ο γονιός του...». Ένας άλλος μεγάλος κίνδυνος που απειλεί την κοινωνία της γενετικής μηχανικής είναι εκείνος του γενετικού στιγματισμού και των γενετικών διακρίσεων: «Ο κίνδυνος των γενετικών διακρίσεων είναι τόσο σοβαρός όσο σήμερα των θρησκευτικών, εθνικών ή φυλετικών διακρίσεων. Οι εργοδότες θα θέλουν να γνωρίζουν ποια είναι η γενετική σου σύνθεση προκειμένου να αποφασίσουν για, π.χ., θέματα προαγωγής. Ας υποθέσουμε ότι μεταξύ τριών υποψήφιων οι δύο έχουν γενετική προδιάθεση για καρκίνο, ενώ ο τρίτος όχι. Ποιον θα διαλέξει η επιχείρηση;» [xxviii]
Η δεύτερη πιθανή αντίδραση είναι εκείνη του τρόμου και της απορίας μπροστά στο νέο που έρχεται, και το οποίο οδηγεί είτε στη σιγή και τον φόβο μπροστά στις σαρωτικές αλλαγές που ανατέλλουν –δεν είναι τυχαίο πως το ζήτημα του μετανθρώπου δεν συζητείται σχεδόν καθόλου την Ευρώπη, για να μην αναφερθούμε στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ– είτε στην αναδίπλωση σε παρωχημένες δοξασίες και πίστεις, την επιστροφή σε κάποιον χρυσό αιώνα του παρελθόντος. Ιδιαίτερα σε μας, στην Ελλάδα, σε μια στιγμή διερώτησης για τη συλλογική μοίρα μας στη νέα χιλιετία, η προσφυγή στο ιστορικό μας παρελθόν παίρνει ακόμα και μορφές καρικατούρας[xxix]. Αυτή η αναδίπλωση σημαδεύει συχνά τους πιο ευαίσθητους και αξιόλογους ανθρώπους που δεν μπορούν να ανεχθούν τη λογική της ομοιομορφοποίησης και της κυριαρχίας των τεχνημάτων πάνω στον άνθρωπο και απορρίπτουν, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά ηθικά κριτήρια, την έλευση ενός τρομακτικού κόσμου. Όμως αρκούν άραγε τα ηθικά κριτήρια για να απαντήσουν σε μια «αδήριτη τεχνο-πραγματικότητα», κατασκευασμένη από πυρίτιο και ριβο-νουκλεϊνικά οξέα που ανατέλλει σε αυτή τη «νέα» χιλιετία;
Είναι άραγε πιθανή ή δυνατή μια τρίτη αντιμετώπιση; Μια επιλεκτική χρήση της τεχνολογίας, η απελευθέρωσή της από την εμπορευματική λογική του «αποτελέσματος», που αποτιμάται σε κέρδος, η αναβάθμιση της ανθρώπινης παράδοσης παράλληλα με την αναφορά στο μέλλον; Γιατί το μεγάλο ερώτημα θα είναι ακριβώς o εξανθρωπισμός του μέλλοντός μας. Έτσι, η καθιέρωση «απαγορεύσεων», παράλληλα με την ανάπτυξη της γνώσης σε κατευθύνσεις που ενισχύουν την ανθρώπινη κοινωνικότητα και αλληλεγγύη, είναι άραγε εφικτή ως η μόνη μη τεχνοφοβική απάντηση στην πρόκληση του μέλλοντος; Ο Μπιλ Τζόυ, στο προαναφερθέν κείμενό του, τονίζει πως:
[ ] Η αποχή από τις επικίνδυνες τεχνολογίες δεν θα μπορέσει να γίνει πράξη αν οι επιστήμονες και οι μηχανικοί δεν υιοθετήσουν έναν αυστηρό κώδικα δεοντολογίας, έναν κώδικα όπως ο όρκος του Ιπποκράτη, και αν δεν έχουν το κουράγιο να εναντιωθούν, όποτε αυτό είναι απαραίτητο, ακόμη και με υψηλό προσωπικό κόστος. [ ] Στον 21ο αιώνα, αυτό απαιτεί επαγρύπνηση και προσωπική υπευθυνότητα εκ μέρους όλων όσοι εργάζονται τόσο στις πυρηνικές, βιολογικές και χημικές τεχνολογίες όσο και στη γενετική, τη νανοτεχνολογία και τη ρομποτική, προκειμένου να αποφευχθούν η δημιουργία όπλων μαζικής καταστροφής, αλλά και η γνώση που θα καθιστούσε εφικτή τη μαζική καταστροφή[xxx].
Είναι ωστόσο προφανές πως μια τέτοια αλλαγή της σχέσης με την τεχνολογία και την παράδοση καθώς και μια λογική προσωπικής υπευθυνότητας των επιστημόνων προϋποθέτει ριζικές οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Γιατί, στα πλαίσια του σημερινού κοινωνικού και ιδεολογικού υποδείγματος που ωθεί διαρκώς σε μια μεγέθυνση οιστρηλατούμενη από το κέρδος και την κατανάλωση και όπου ο ανθρώπινος πληθυσμός και η παραγωγή διευρύνονται, δεν μπορεί να υπάρξει άλλη απάντηση εκτός από την μετανθρώπινη κατάσταση. Η απλή διατήρηση της ανθρωπικότητάς μας προϋποθέτει τη ριζική ανατροπή του εργαλειακού διαφωτισμού. Φθάνουμε πλέον στο όριο της μετάλλαξης. Και θα πρέπει να αποφασίσουμε.
Θα πρέπει κατ' αρχάς να απορρίψουμε διαρρήδην τη λογική πως η τεχνολογία είναι «ουδέτερη» και το μόνο πρόβλημα έγκειται στην «κα λή» ή «κακή» χρήση της, όπως ισχυρίζεται ο τεχνοστρόφος «προοδευτισμός». Και βέβαια, η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη. Αναπτύσσεται πάντα προς τις κατευθύνσεις που επιτάσσει το κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα και το κυρίαρχο κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο. Αρκεί να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα: Η έρευνα για τις εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που είχε αναπτυχθεί στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ως συνέπεια της ανόδου της τιμής του πετρελαίου, στη δεκαετία του 1990 καρκινοβατούσε εξ αιτίας της… πτώσης των τιμών και μπορεί να αναπτυχθεί και πάλι μόνο μετά μια νέα άνοδο των τιμών του πετρελαίου. Η έρευνα για τα μαζικά μέσα μεταφοράς έχει κυριολεκτικά καταποντιστεί ενώ αναπτύσσεται εκείνη για το ιδιωτικό αυτοκίνητο. Στην ιατρική αναπτύσσεται και χρηματοδοτείται η έρευνα για τις μεταμοσχεύσεις και όχι βέβαια για τις επιδημίες που μαστίζουν τον Τρίτο Κόσμο. Τέλος, τα πυρηνικά εργοστάσια προτιμούνται από τα πιο συγκεντρωτικά κράτη γιατί απαιτούν την ύπαρξη ενός συγκεντρωτικού μοντέλου διαχείρισης, ενώ αντίθετα, οι ανεμογεννήτριες και τα ηλιακά οδηγούν σε διάχυση των ενεργειακών πηγών και της εξουσίας, κ.ο.κ.
Μόνο εάν οι επιλογές των ανθρώπων στρέφονταν εκ νέου προς μια κοινωνιοκεντρική κατεύθυνση η τεχνολογία θα προσέφερε ίσως μία λύση, όπου η ηθική, οικολογική και κοινωνική εξέλιξη θα τιθάσευε την οικονομο-τεχνοκρατική παρεκτροπή. Ο Ρίφκιν, ως προς τη βιοτεχνολογία και τις εφαρμογές της, είναι αρκετά σαφής, εμπνεόμενος από τη «μαλακή» χρήση της τεχνολογίας που είχαν αναπτύξει οι παλαιότεροι πολιτισμοί, πριν από τον καπιταλισμό:
Κοιτάξτε, η νέα βιολογία θα μπορούσε είτε να αποτελέσει ένα εργαλείο για την αναγέννηση της ανθρώπινης κοινωνίας, είτε ένα μέσο για την καταστροφή της. Υπάρχει αφ' ενός ο «σκληρός» δρόμος των «διορθωτικών» παρεμβάσεων, που ακολουθούν οι περισσότεροι μοριακοί βιολόγοι, και αφ' ετέρου ο «μαλακός» τρόπος, που διερευνά τις σχέσεις ανάμεσα στις γενετικές μεταλλάξεις και τις περιβαλλοντικές αλλαγές. [ ]
Επιτρέψτε μου να αναπτύξω τον «μαλακό» δρόμο, που θεωρώ ότι αποτελεί την εναλλακτική χρήση της βιοτεχνολογίας. Το 70% των ασθενειών που προσβάλλουν τους κατοίκους των πλούσιων χωρών είναι ασθένειες των πλουσίων: άγχος, καρδιακές προσβολές, διαβήτης κτλ. Γνωρίζουμε ότι το 70% αυτών των ασθενειών βασίζονται σε γενετική προδιάθεση, που ενεργοποιείται από περιβαλλοντικά ερεθίσματα. Γνωρίζουμε επίσης ότι αυτά τα γονίδια μπορεί να μην ενεργοποιηθούν ποτέ αν ακολουθήσουμε μια συγκεκριμένη δίαιτα ή τρόπο ζωής. Όλοι, π.χ., οι άνδρες γνωρίζουν σήμερα ότι, αν τρώνε τρεις φορές την εβδομάδα σάλτσα ντομάτας, δεν θα πάθουν καρκίνο του προστάτη. Αυτό που προτείνω είναι να χρησιμοποιήσουμε τις τεράστιες γνώσεις που μας παρέχει η σύγχρονη βιοτεχνολογία, για να βελτιώσουμε την πρόληψη, αντί να ακολουθήσουμε τον «σκληρό» δρόμο της διόρθωσης του γενετικού μας εξοπλισμού....
Μόνο σε ακραίες περιπτώσεις θα προσέφευγα στον «σκληρό» δρόμο, χρησιμοποιώντας τα γενετικά φάρμακα, ορισμένα από τα οποία είναι ομολογουμένως εκπληκτικά. Θα δεχόμουν επίσης τη σωματική θεραπεία, όπου η επέμβαση γίνεται μόνο στα σωματικά κύτταρα και οι γενετικές μεταβολές δεν μεταβιβάζονται στους απογόνους. Όμως δεν δέχομαι σε καμία περίπτωση τη θεραπεία της αναπαραγωγικής σειράς, όπου οι γενετικές μεταβολές γίνονται στο σπέρμα, στο ωάριο και στα εμβρυακά κύτταρα και περνούν σε όλες τις μελλοντικές γενιές[xxxi].
Μια τέτοια λογική φαίνεται να πρυτανεύει στους κόλπους ενός αυξανόμενου ποσοστού θεραπευτών και γιατρών, που επανεισάγουν –ή μάλλον επιχειρούν να το κάνουν– στη «σκληρή» δυτική ιατρική τόσο την ιπποκρατική αντίληψη της ψυχοσωματικής ασθένειας, τις αρχές μιας υγιεινής ζωής, ως στοιχείο πρόληψης πριν νοσήσει ο οργανισμός, όσο και τις θεραπευτικές μεθόδους των ανατολικών και των «πρωτογόνων» λαών. Και μόνον σε ακραίες περιπτώσεις ασθένειας και ανάγκη χειρουργικής επέμβασης, επιλέγουν την προσφυγή στις μεθόδους της σκληρής ιατρικής. Μια τέτοια αντίληψη δεν εξασφαλίζει μόνο τεράστια οικονομία μέσων (ο τομέας της υγείας είναι ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος βιομηχανικός τομέας στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, ενώ ξεπερνάει στις ΗΠΑ το 15% του ΑΕΠ) και ανθρώπινου πόνου, αλλά απορρίπτει την εργαλειακή και μηχανοκεντρική αντίληψη του ανθρώπινου οργανισμού που εισήγαγε ο διαφωτισμός – το ανθρώπινο σώμα ως μηχανή του Καρτέσιου ή του Λα Μετρί.
Με βάση αυτή την αρχή, μπορούμε να φανταστούμε μια επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη που δεν θα οδηγεί στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο του Χάξλεϋ και σε πειράματα με το γονιδιακό υλικό του ανθρώπου, αλλά στην εξάλειψη της άχρηστης και «βάναυσης» εργασίας προς όφελος των πιο δημιουργικών και αυτο-εμπλου τιστικών δραστηριοτήτων.

Ο «Λόγος» ενάντια στον άνθρωπο;

Στο, παροξυστικά «υπερ»διαφωτιστικό, δίλημμα, Λόγος έναντι Ανθρώπου, όπως το έθεσε πιο πάνω ο Σπύρος Μάνδρος, υπερακοντίζοντας ακόμα και το κλασικό δίπολο Άνθρωπος/Λόγος έναντι της Φύσεως, όπως το έθετε ο διαφωτισμός, πρέπει να αναζητηθεί μια απάντηση στα όρια αυτής της πρόκλησης. Ας θυμηθούμε την κατακλείδα της ανάπτυξης του Μάνδρου: «Έχουμε έτσι τον μύθο του ανθρώπου, όπως τον έπλασαν και τον επέβαλαν οι Έλληνες ("μέτρο των πάντων ο Άνθρωπος"), και έχουμε και τον αναδυόμενο μύθο του μετανθρώπου ("μέτρο των πάντων ο Λόγος"), που διεκδικεί σήμερα τη δική του ηγεμονία»[xxxii]. Ο Λόγος αποσπάται έτσι από τον ίδιο τον Άνθρωπο και αντιπαρατίθεται ευθέως σε αυτόν, και, όπως θα τονίσει και ο Στέλιος Ράμφος, οδηγείται «επέκεινα του είναι»[xxxiii].
Ο Άνθρωπος του Καρτέσιου, του Μπέικον, του διαφωτισμού, αντιπαρατέθηκε ως «Λόγος», θεϊκός ή μη, προς τη Φύση και έθεσε ως στόχο του την υποταγή της. Τώρα πλέον, στην αρχόμενη εποχή της μηχανοκρατίας και του «μετανθρώπου», ο Άνθρωπος υποβιβάζεται στην ήδη υποτελή επικράτεια της Φύσεως και ο Λόγος αυτονομείται από τον ίδιο τον άνθρωπο, ως ένας νέος παντοδύναμος μηχανικός ή κοινωνικός –αδιάφορο πλέον– θεός. Σημασία έχει ότι ο εργαλειακός (κατά κυριολεξίαν) Λόγος αποσπάται από τον ίδιο τον άνθρωπο που τον παρήγαγε. Η «υπερνεωτερικότητα» της μεταμοντέρνας τεχνοκρατικής εποχής σκοτώνει τον ίδιο τον Άνθρωπο-Λόγο του διαφωτισμού. Έτσι αποκαλύπτεται πως το σκουλήκι βρισκόταν ήδη στην καρδιά του καρπού. Ο διαφωτισμός παρήγαγε έναν σολιψιστικό κόσμο –που έφτασε στα άκρα με τον Φίχτε, τον Χέγκελ, και τον «μαρξιστικό» Μαρξ– έναν κόσμο που είχε ήδη αντιπαραθέσει τον άνθρωπο προς τη φύση. Αντιθέτως, ο αρχαίος κόσμος, και ιδιαίτερα ο αρχαιοελληνικός, θεωρούσε τον άνθρωπο μέσα στη Φύση –τον Κόσμον˙ η αρχαιοελληνική εκδοχή του «μέτρον απάντων άνθρωπος» δεν συμπεριελάμβανε τον Κόσμο στην υπέροχη και αδιατάρακτη ολότητά του, αλλά ίσχυε μόνον για τα συμβεβηκότα του ανθρώπινου κόσμου, που ανήκε στο «υποσελήνιο» σύμπαν. Ο διαφωτισμός διέστρεψε και επεξέτεινε αυτή τη λογική σε κυριαρχία επί της φύσεως – ο άνθρωπος ως μέτρον απάντων, κυριολεκτικώς, ως η κορωνίδα της δημιουργίας, ως ο κύριος και κάτοχος της φύσης.
Δεδομένου όμως ότι ο άνθρωπος, εν τέλει, παραμένει Φύση («δέσμιός της», θα επαναλαμβάνει ένας πανίσχυρος κοινός τόπος), ο εργαλειακός Λόγος αποσπάται και από τον ίδιο τον άνθρωπο και βαδίζει σε μια νέα σάρκωση, μηχανοκεντρική. Ο Λόγος αρχικώς θα σαρκωθεί στον Θεό, εν συνεχεία στον Θεάνθρωπο, με τον Διαφωτισμό στον ίδιο τον Άνθρωπο tout court, για να φτάσει πλέον να εγκαταλείψει το σάρκινο σκήνωμά του και να εξέλθει του ίδιου του ανθρώπου
Η αντιπαράθεση λοιπόν του ανθρώπου με τη φύση καταλήγει στην έσχατη ύβρη της αντιπαράθεσης του ανθρώπου με τον λόγο. Ύβρη απέναντι στην οποία μόνο μία αντίστροφη κίνηση είναι δυνατή, η ανασύνδεση του ανθρώπου με τη φύση και η αντιμετώπιση του λόγου ως μορφής της εξέλιξης της ίδιας της φύσεως – αν αναχθούμε σε ένα επίπεδο αφαίρεσης τέτοιο που να θεάται τη φύση ως σύνολο και να εντάσσει τον άνθρωπο ως μέρος σε αυτή.
Στις μέρες μας, αυτός ο εξωτερικός, έναντι του Ανθρώπου, Λόγος, παύει πλέον να είναι κατ' εξοχήν θεολογικός, κοινωνικός, ή… ψυχαναλυτικός και φιλοσοφικός, όπως συνέβαινε στο μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα και τείνει να καταστεί μηχανικο-τεχνολογικός, ως έκφραση πλέον του νέου τεχνολογικού μεσσιανισμού.
Καθίσταται λοιπόν βέβαιο ότι οι συγκρούσεις και οι αντιπαραθέσεις της χιλιετίας στην οποία έχουμε ήδη εισέλθει θα έχουν ως επίδικο αντικείμενο την κατεύθυνση και τη χρήση της τεχνολογίας. Παραφράζοντας τον Μαρξ, θα μπορούσαμε να πούμε πως η πάλη των τάξεων θα μεταβληθεί σε πάλη για την κατεύθυνση και τη χρήση της τεχνολογίας, ώστε να μη φθάσει να γίνει, όπως την περιγράφει η επιστημονική φαντασία, μία πάλη ανάμεσα στον άνθρωπο και τον μετάνθρωπο, ανάμεσα στον άνθρωπο και τη μηχανή. Σε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι έχουν υποκατασταθεί στην κορωνίδα της εξέλιξης από τις μηχανές, –μας λέει ο κυριολεκτικά προφητικός Άγγλος συγγραφέας Σάμιουελ Μπάτλερ ήδη το 1872, όταν έγραψε το μυθιστόρημά του για τη μυθική νήσο του Erewhon[xxxiv] (Nowhere, πουθενά)– οι Ερεχονιανοί υποχρεώθηκαν εν τέλει να καταστρέψουν τις περισσότερες από τις μηχανές τους για να διατηρήσουν την ανθρωπικότητά τους.









[i] Για περισσότερα βλέπε στο αφιέρωμα του περ. Άρδην «Ο μετάνθρωπος» τεύχος 35, Απρίλιος 2002 και Γ. Καραμπελιάς Η θεμελιώδης Παρέκκλιση, Εναλλακτικές Εκδόσεις Αθήνα 2004 Μέρος Α΄, κεφάλαιο Ε΄, σσ 85-123.

[ii] Ο Τάλως, το πρώτο «ρομπότ» στην παγκόσμια ιστορία, σύμφωνα με την επικρατέστερη μυθολογική εκδοχή, κατασκευάστηκε από τον Ήφαιστο κατ' εντολήν του Δία, ο οποίος τον χάρισε στο Μίνωα για να φυλάει την Κρήτη. Ήταν κατασκευασμένος από μπρούντζο και διέθετε μία και μοναδική φλέβα, η οποία ξεκινούσε από τον λαιμό και κατέληγε στον αστράγαλό του, όπου ένα χάλκινο καρφί έκλεινε την έξοδό της. Μέσα στη φλέβα του Τάλω κυλούσε ο ιχώρ, δηλαδή «το αίμα των αθανάτων», θείο υγρό που του έδινε ζωή. Κύριο έργο του Τάλω ήταν να διατρέχει όλες τις ακτές της Κρήτης τρεις φορές την ημέρα, να ρίχνει βράχους στα εχθρικά πλοία, να σκοτώνει τους εισβολείς και επί πλέον να περιφέρεται στο εσωτερικό του νησιού μεταφέροντας από χωριό σε χωριό τους νόμους που θεσμοθετούσε ο Μίνωας. Ο «θάνατός» του επήλθε όταν, από την Κρήτη, περνούσαν οι Αργοναύτες και ο Ποίας, πατέρας του Φιλοκτήτη, τόξευσε το χάλκινο καρφί στη φτέρνα του Τάλω, το οποίο βγήκε από τη θέση του και χύθηκε ο ιχώρ.

[iii] Βλ. Κωνσταντίνος Πάγκαλος (καθηγητής ιατρικής - γενετιστής), «Νέα Γενετική - Νέα Ευγονική;» Εισήγηση στο Συνέδριο, Αρχές και αξίες για την οικοδόμηση της Ευρώπης, Ξενοδοχείο Divani Caravel, Αθήνα 4-6 Μαΐου 2003.

[iv] Η επερχόμενη τεχνολογική μοναδικότητα του Vernor Vinge, της Μαθηματικής Σχο­­­­λής του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του San Diego [Μετάφραση Σπύρος Μάνδρος] παρουσιάστηκε αρχικά στο Συμπόσιο VISION-21, στις 30-31 Μαρτίου 1993.

[v] Βλέπε Eric Drexler, Engines of Creation, Anchor, Reprint edition, 1987 και Eric Drexler, Chris Peterson, Gayle Pergamit, Unbounding the Future: The Nano­techno­logy Revolution, Harpercollins, 1993 καθώς και τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο ηλεκτρονικό περιοδικό Μεταθέσεις: Kai Wu, «Η επιστροφή του Προμηθέα, Νανοτεχνολογία: Η επόμενη βιομηχανική επανάσταση» μτφρ Σπ. Μάνδρος και Michael S. Wisz «Η υπόσχεση της νανοτεχνολογίας», μτφρ Σπ. Μάνδρος, www.meta.gr.

[vi] Η νανοτεχνολογία αναφέρεται σε μοριακά και ατομικά μεγέθη και έχει ως μονάδα μέτρησης το νανόμετρο, δηλ. το ένα εκατομμυριοστό του μέτρου.

[vii] Το ένα TeraFLOP αντιστοιχεί με ένα τρισεκατομμύριο υπολογιστικές πράξεις ανά δευτερόλεπτο.

[viii] Το ένα PetaFLOP αντιστοιχεί με χίλια τρισεκατομμύρια υπολογιστικές πράξεις ανά δευτερόλεπτο ή χίλια TeraFLOP.

[ix] Jonathan Fildes «Supercomputer sets petaflop pace», BBC NEWS, 9 Ιουνίου 2008, http://news.bbc.co.uk/2/hi/technology/7443557.stm

[x] Nick Booth «NEC claims 10-Petaflop supercomputing breakthrough», Τhe Inquirer, 20 Μαρτίου 2008, http://www.theinquirer.net/gb/inquirer/news/2008/03/20/nec-super-computer-petaflop.

[xi] Βλέπε Hans P. Moravec, Robot: Mere Machine to Transcendent Mind, Oxford University Press, 1998.

[xii] Επίσης, Hans Moravec, Mind Children: The Future of Robot and Human Intelligence, Χάρβαρντ, Harvard University Press, 1990.

[xiii] Βλέπε Ray Kurzweil, The Age of Spiritual Machines: When Computers Exceed Human Intelligence, Penguin Putnam 2000, καθώς και J. W. Richards, G. F. Gilder, R. Kurzwail T. Ray, J. Searle, W. Dembski, M. Denton Are We Spiritual Machines?: Ray Kurzweil vs. the Critics of Strong A.I., Discovery Institute, 2002.

[xiv] Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ένα γραμμάριο DNA έχει τη δυνατότητα να αποθηκεύσει εξίσου μεγάλο όγκο πληροφοριών με ένα τρισεκατομμύριο CD. Επιπλέον, στις βιοχημικές αντιδράσεις τους, που λαμβάνουν χώρα σε εξαιρετικά μικρή επιφάνεια, οι εκατοντάδες τρισεκατομμύρια κλώνοι του DNA «εργάζονται» ταυτόχρονα, δημιουργώντας ένα σύστημα παράλληλης επεξεργασίας, με δυνατό­τητες μεγαλύτερες και από αυτές των πλέον σύγχρονων υπερυπολογιστών. Βλέπε Ημερησία / Πρίσμα, τεύχος 46, 22-23 Ιανουαρίου 2000.

[xv] Οι οποίοι αυτοαποκαλούνται τρανσουμανιστές ή και εξτροπιανοί.

[xvi] Roger Penrose, Martin Gardner, The Emperor's New Mind: Concerning Computers, Minds, and the Laws of Physics , Oxford University Press, [πρώτη έκδοση 1989, αναθεωρημένη το 2002].

[xvii] Roger Penrose «Consciousness Involves Noncomputable Ingredients», στο John Brockman The third Culture: Beyond the Scientific Revolution, Νέα Υόρκη, Simon & Schuster, 1995. Στην ίδια κατεύθυνση, της αδυναμίας της τεχνητής νοημοσύνης να προσεγγίσει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου νου, βλ. στα ελληνικά, Charles Jonscher, Δικτυωμένη ζωή, εκδ. Κριτική, Αθήνα 2003.

[xviii] Βλέπε J. Jones, W. Wilson, An Incomplete Education, Ballantine Books, αναθεωρημένη έκδοση 1995 και Douglas R. Hofstadter, Gödel, Escher, Bach: An Eternal Golden Braid, Basic Books, έκδοση της εικοσαετηρίδας, 1999.

[xix] Βλέπε για την ευγονική και τις εφαρμογές της στη Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία: Benno Müller-Hill, Murderous Science: Elimination by Scientific Selection of Jews, Gypsies, and Others, Germany 1933-1945, Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 1988˙ Stefan Kühl, The Nazi Connection: Eugenics, American Racism, and German National Socialism. Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 1994˙ Sheila Faith Weiss, Race Hygiene and National Efficiency: The Eugenics of Wilhelm Schallmayer, University of California Press, Μπέρκλεϋ 1987˙ Greta Jones, Social Hygiene in Twentieth Century Britain, Croom Helm, Λονδίνο 1986˙ Pauline M.H. Mazumdar, Eugenics, Human Genetics, and Human Failings: The Eugenics Society, Its Sources and Its Critics in Britain, Routledge, Λονδίνο, 1992.

[xx] Naomi Schaefer, «The Legacy of Nazi Medicine», The New Atlantis, Τεύχος 5, Άνοιξη 2004, σσ. 54-60.

[xxi] Βλ. Washington Post 29 Αυγούστου 1997, Irish Times 30-8- 1997, Gun­nar Broberg, Nils Roll-Hansen «Eugenics and the Welfare State Norway, Sweden, Denmark, and Finland», The Observer, 24 Αυγούστου 1997, Steve James, «Social Democrats implemented measures to forcibly sterilise 62,000 people», World Socialist Web Site wsws.org

[xxii] Βλ. Τάκης Φωτόπουλος «Η "ουδετερότητα" της επιστήμης και η ...σοσιαλιστική ευγονική», Ελευθεροτυπία, 22 Σεπτεμβρίου 1997.

[xxiii] Jeremy Rifkin, O αιώνας της Bιοτεχνολογίας, εκδ. Nέα Σύνορα Λιβάνη, Αθήνα 2001.

[xxiv] Βλ. Bill Joy. «Why the future doesn't need us. Our most powerful 21st century technologies - robotics, genetic engineering, and nanotech - are threatening to make humans an endangered species». Περιοδικό Wired Τεύχος 8ης Απριλίου 2000. [Το άρθρο έχει μεταφραστεί στα ελληνικά στο περιοδικό RAM, τον Δεκέμβριο του 2000.] Ο Bill Joy, συνιδρυτής και επικεφαλής του Επιστημονικού Τμήματος της Sun Microsystems, προήδρευσε στην κυβερνητική επιτροπή των ΗΠΑ για το μέλλον της έρευνας στην πληροφορική και είναι ο εμπνευστής των προδιαγραφών της γλώσσας Java.

[xxv] Bill Joy, ό.π.

[xxvi] Σπύρου Μάνδρου, ό.π.

[xxvii] Όλα τα αποσπάσματα παρατίθενται από το κείμενο του Saint Boniface (ψευδώνυμο) «Κυβέρνια: Το κάλεσμα του μέλλοντος». [Μετάφραση, Σπύρος Μάνδρος, στο ηλεκτρονικό περιοδικό Μεταθέσεις, www.meta.gr].

[xxviii] Συνέντευξη του Τζέρεμυ Ρίφκιν, Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2000.

[xxix] Χαρακτηριστική περίπτωση το ιδεολογικό κράμα αρχαιολατρίας και πίστης στον μετάνθρωπο που αποτελεί ένα μέρος της ιδεολογίας ορισμένων «δωδεκαθεϊστών», που αναφέρονται στους αρχαίους Έλληνες ως εξωγήινους, ή στην απάτη της λεγόμενης «ομάδας Ε», Ελλήνων υπερανθρώπων που θα σώσουν την Ελλάδα από οποιαδήποτε απειλή. (Βλέπε και περ. Άρδην, τεύχος 35, Απρίλιος 2002).

[xxx] Bill Joy, ό.π.

[xxxi] Συνέντευξη του Τζέρεμυ Ρίφκιν, Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2000.

[xxxii] Σπύρου Μάνδρου, ό.π.

[xxxiii] Στέλιος Ράμφος, Ιστορία στην κόψη του χρόνου, Καστανιώτης, Αθήνα 2000, σσ. 22-23.

[xxxiv] Βλέπε S. Butler, Erewhon, Penguin 1970.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις