ΝΕΑ "ΕΛΕΝΗ" Η ΨΥΧΗ ΒΑΘΙΑ...;;;;

Ο Τάσος Κωστόπουλος του "ΙΟΥ" με αφορμή την ταινία "ΨΥΧΗ ΒΑΘΙΑ" έγραψε ένα στην ΑΥΓΗ: 






    Η νέα «Ελένη»







Διαφωνώ απόλυτα με όλους όσοι υποστήριξαν, είτε εκθειάζοντας είτε κατηγορώντας τον γι’ αυτό, πως το βλέμμα του Παντελή Βούλγαρη είναι απλά «ανθρώπινο». Απεναντίας, έχουμε μια ταινία που παίρνει με τον τρόπο της θέση, υιοθετώντας μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική (θα έλεγα ακόμη και κομματική) οπτική. Αυτό που βλέπουμε στο «Ψυχή βαθιά» είναι ο Γράμμος και το Βίτσι όπως τα ερμηνεύει -την τελευταία δεκαετία ή λίγο παραπάνω- η μερίδα εκείνη της ελληνικής κοινωνίας που αυτοονομάστηκε «μεσαίος χώρος». Ούτε οι κνίτες που έχουν αναγάγει σε πολιτική στράτευση το ομαδικό καλοκαιρινό trekking στα πεδία των μαχών, ούτε οι φασίστες που οραματίζονται τη νεκρανάσταση της «Χ», αλλά ο μέσος απολίτικος νεοδημοκράτης: αυτός που πιστεύει σήμερα πως ο Εμφύλιος έγινε γιατί «μας έβαλαν Ρώσοι κι Αμερικάνοι», που «ξεχνά» δωσιλογισμό και λευκή τρομοκρατία, που δυσφορεί για την αμερικανική πατρωνεία αλλά δε θέλει και να χαλάσει τις «εθνικά επωφελείς» σχέσεις με τις ΗΠΑ. Ένας σωστότερος τίτλος για την ταινία θα ήταν, νομίζω, κάτι σαν «Ο Κώστας Καραμανλής στον Άη Στράτη και όσα προηγήθηκαν».
 
Αυτό που δεν υπάρχει πουθενά στην ταινία, παρά τις φαντεζί πολεμικές σκηνές, είναι ο εμφύλιος. Απουσιάζουν παντελώς τα δυο βασικά συστατικά του, το μίσος και ο φόβος.
 
Το μίσος. Κατ’ επανάληψη οι μαχητές και των δυο πλευρών διακηρύσσουν υψηλόφωνα, και δη στους ανωτέρους τους, ότι διαφωνούν μ’ έναν πόλεμο μεταξύ Ελλήνων. Όμως, το 1949, «μοναρχοφασίστες» και «κατσαπλιάδες» δεν ήταν για τους απέναντι απλά «Έλληνες», αλλά «όργανα της αγγλοαμερικανικής κατοχής» ή «ελληνόφωνοι Σλάβοι». Όσοι ένοιωθαν διαφορετικά -κι ήταν πολλοί- ήταν υποχρεωμένοι να σιωπήσουν. Κι όσοι «βαρύνονταν» με μπερδεμένο οικογενειακό ιστορικό, πόσο μάλλον με αδερφό στο αντίπαλο στρατόπεδο, όφειλαν ν’ αποδείξουν και με το παραπάνω ότι οι ίδιοι δεν ήταν ελέφαντες. Στο «Ψυχή βαθιά», η μόνη σκηνή πολιτικής αντιπαλότητας (το αλληλομπινελίκωμα μεταξύ της αντάρτισσας με το χωνί και του αξιωματικού) θυμίζει περισσότερο θύρα γηπέδου ή καυγά μεταξύ φίλων «για την ομαδάρα» πάνω από ένα τραπέζι μπίρες, παρά αναμέτρηση μέχρι θανάτου. Όσο για τον χαροκαμένο Βέγγο που, εκλιπαρώντας να θάψει ο ίδιος το εγγόνι του, κάνει ταυτόχρονα κρέας τη μούρη κοτζάμ αρχιστρατήγου επειδή πολεμά άλλους Έλληνες, μόνο γέλιο μπορεί να προκαλέσει.
 
Ο φόβος, όχι για τα βόλια του αντιπάλου αλλά για το διπλανό σου (που μπορεί κάλλιστα να σε σκοτώσει και να περάσει στον «εχθρό») είναι εξίσου απών. Στον εμφύλιο οι διαχωριστικές γραμμές είναι πιο δυσδιάκριτες, γι’ αυτό κι η «επαγρύπνιση» πιο ασφυκτική απ’ ότι σε μια διακρατική ή διακοινοτική σύγκρουση. Ο Βούλγαρης βάζει, αντίθετα, τα δυο αδέρφια να κυκλοφορούν ελεύθερα μέρα-νύχτα στην πολεμική ζώνη, να επικοινωνούν με φωνές ζώων, να κλείνουν μεταξύ τους διαδοχικά ραντεβού, ακόμη και να ανταλλάζουν δωράκια. Στην πραγματικότητα, οι πολεμιστές και των δυο πλευρών μετακινούνταν ομαδικά (για να ελέγχουν ο ένας τον άλλον) και με «φύλλα πορείας», η παραμικρή δε υποψία επαφής με τους απέναντι οδηγούσε κατευθείαν στη Μακρόνησο ή στο στρατοδικείο.
 
Η στράτευση. Ο Γράμμος μπορεί να μετατρέπεται σε κατασκήνωση paintball, η ταινία όμως κάθε άλλο παρά εξισώνει τις δυο πλευρές. Αποτελεί, αντίθετα, υπόδειγμα σύγχρονου δεξιού αντικομμουνιστικού λόγου - όχι του 1950, αλλά του 2009. Οι αντάρτες του ΔΣΕ παρουσιάζονται σαν ένα μπουλούκι κρετίνων (που, ακόμη και τσουρουφλισμένοι από τα ναπάλμ, αναρωτιούνται μήπως νίκησαν), ημιπαραφρόνων και παραφουσκωμένων σούργελων... ακόμη και τα εμβατήριά τους δεν τραγουδιούνται αλλά απαγγέλλονται ομαδικά, σε παροξυσμό υστερίας. Ως μόνη δε «ιδεολογική» ερμηνεία για τη στράτευσή τους, προβάλλεται η μεταφυσική λατρεία τους για τον Στάλιν. Φυσικά, είναι ηρωικοί - παράλογα ηρωικοί: ούτε ένας δεν«σπάει» στην ανάκριση, ούτε ένας δεν αποκηρύσσει το ΔΣΕ στο στρατοδικείο. Κάπως έτσι δεν φαντάζεται την επαναστατική αριστερά του παρελθόντος ο μέσος ανιστόρητος δαπίτης;
 
Οι εθνικόφρονες, από την άλλη, αποτελούν την ενσάρκωση του καλόκαρδου «ελληνάρα»: καλαμπουρτζήδες, αθυρόστομοι, προ παντός όμως «ψυχάρες», βαθιά ανθρώπινοι και πατριώτες. Η δεξιά, πληροφορούμαστε από την πρώτη σκηνή του έργου, θέλει εθνική συμφιλίωση... την εμποδίζουν όμως οι κακοί Αμερικανοί και το παλάτι, που διαμεσολαβεί την πίεση των τελευταίων. Ως κι ο Παπάγος φρίττει με την ιδέα να βομβαρδίσει τους κατσαπλιάδες με τα ναπάλμ που του προσφέρει ο Βαν Φλητ - στερεοτυπική μετενσάρκωση, αυτός, των «κακών Γερμανών» του παλιού εμπορικού κινηματογράφου. Σε αντίθεση δε με τους αντάρτες, που έχουν στηρίξει όλες τους τις ελπίδες στη σοβιετική στρατιωτική επέμβαση, οι εθνικόφρονες παλεύουν ν’ αντισταθούν -όσο τους παίρνει- στην υπερατλαντική πατρωνεία.
 
Απουσιάζει, τέλος, κάθε ίχνος από την ιδεολογία του κυβερνητικού στρατοπέδου του 1949: ούτε κονσερβοκούτια, ούτε σλαβική επιβουλή, ούτε καν σιδηρούν παραπέτασμα. Προφανώς, όλα αυτά τα παλιομοδίτικα, εκτός από το ξύσιμο πληγών που η σημερινή εθνική ορθότητα έχει εξοβελίσει (ούτε μια Ζλάτα ή Τσφέτα σε ολόκληρο Βίτσι!), θα δυσκόλευαν κάπως την ταύτιση του κοινού των Village με τη «σωστή» πλευρά…
ΤΑΣΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, δημοσιογράφος-ιστορικός, μέλος της ομάδας του "Ιού" της "Ελευθεροτυπίας".
 
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=501642

ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΤΑΣΟ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΗΣ:   

 Ίσως ο Τάσος από μια συνεπή στρατευμένη αντίληψη να έχει δίκαιο. Μόνο που ο Π. Βούλγαρης δεν έκαμε μια στρατευμένη ταινία. 'Έμεινε στις ιστορίες και όχι στην ιστορία. Έμεινε στις προσωπικές διαδρομές και όχι στην διακύβευση. Προσπάθησε να στοχεύσει στις ιστορίες της περιοχής , δίχως δυστυχώς να εμφανίζει αυτό που γράφει ο Τάσος περί «Ζλάτα ή Τσφέτα»
Παρόλο αυτά τέτοια στοιχεία υπήρχαν μέσω της ντοπιολαλιάς που ακούγονταν σε όλη την ταινία.

Σίγουρα δεν στόχευσε να μας δείξει πολιτικά τι ήταν ακριβώς ο εμφύλιος πόλεμος που μάλλον είναι το συμπλήρωμα. συμπλήρωμα αφελές , μα συνεπές με τα μεταμφυλιακά αριστερά χαρακτηριστικά. .Νομίζω πως για αυτό που έκανε πρέπει να κριθεί και όχι για αυτό που θέλαμε να κάνει.

'Όπως έγραψα και στο http://argiros.net/?p=1152 και http://argird.blogspot.com/2009/11/blog-post.html
εμένα μου άρεσε , μου άρεσε πολύ γιατί νομίζω πως σε ένα βιοπολιτικό πεδίο , επίπεδο σκιαγραφεί καλλιτεχνικά άρτια τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων. χορογραφεί τις συναντήσεις των παθών τους , όχι από την οπτική των λυπημένων παθών , αλλά από την οπτική των χαρούμενων παθών που ζούνε την λύπη τους. Εκδραματίζουν τις πορείες τους. Πορείες θανάτου ή υποταγής. μα ποιός λέει ως αυτό γίνεται μίζερα και με μικροπρέπεια

Απεναντίας μίζερα και μικρόπρεπα εμφανίζονται οι στρατοδίκες, και δεν το εννοώ από το τι λέγανε , αλλά από την βιοεξουσιαστική γλώσσα του σώματος,
Το ίδιο δεν δείχνει τους μάχιμους στρατηγούς ίσως γιατί η ταινία δικαιώνει κάθε μάχιμο ή μη μάχιμο , θύματα όλοι του εμφύλιου.

Δίχως να μηδενίζω τις στάσεις και συμπεριφορές των μάχιμων , τακτικών και άτακτων, ο εμφύλιος είχε μόνο θύματα. Ήταν η τελευταία πράξη μιας
μεγάλης ταξικής μάχης που λαός πολέμησε λαό για αλλότρια συμφέροντα.
Χαμένος βγήκε ο λαός και μόνο αυτός..χαμένα τα σώματα που βιάστηκαν , αλλά και αυτά που σάπισαν στην Γερμανία σαν μετανάστες.

60 χρόνια από το Γράμμο ηθικά και πολιτικά δικαιώθηκαν αυτοί που σήκωσαν τα όπλα στο κατακτητή, στην εξουσία και στην ολιγαρχία, ηττημένοι όλοι και για πολλά , πολλά χρόνια. Εξάλλου το αντάρτικό ήταν μια επιλογή ήττας ή ενός εντίμου συμβιβασμού και όχι μια πολιτική που μπορεί να κερδίσει...

Σε αντίθεση με τους μαοϊκούς μύθους η επανάσταση κρίνεται στις πόλεις και στα γιαπιά και όχι στα βουνά.
Κρίνεται όταν είναι πλειοψηφία της εργατικής τάξης κα όχι όταν τα μεσοστρώματα και τα μικροαστικά στρώματα παλαντζάρουν δεξιά και αριστερά.

Ξέφυγα νομίζω πάλι.. η ταινία εν τέλει πετυχαίνει σε αυτό το κοινό που θέλει να στοχεύσει,, στο κοινό των Village με τη «σωστή» πλευρά…

Δηλαδή στην πλειοψηφια της συγχρονης εργατικής τάξης. Μόνο που αυτή δεν "μαθαινει" αναμασώντας η αριστερά τους ίδιους μυθους τόσο καιρό...η ηθική δικαίωση της έχει και ημερομηνία λήξης δεν μπολιάζεται μόνο με αντάρτικα και εκδρομές στο Γράμμο, όσο και αν μας αρέσουν τα πρώτα και μας συγκινούν τα δεύτερα. Ούτε φυσικά από την ταινία του Π. Βούλγαρη θα μάθει , εξαλλου δεν ήταν αυτός ο σκοπός της, ίσως να συγκινήθηκε λίγο και αυτό είναι πολύ, πολύ σημαντικό....σε εποχές λισμονιάς.

Μάλλον πρέπει να προσεγγίσουμε την όλη ιστορία από την πλευρά μιας νέας καθολικής χειραφετικής αντίληψης οπου μάλλον πρέπει να ξαναεφευρεθεί

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις